Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
«Ολος ο κόσμος ταξιδεύει!» είχε γράψει πριν από 150 χρόνια ο Γερμανός συγγραφέας Τέοντορ Φοντάνε στη νουβέλα του «Μοντέρνα ταξίδια». Σήμερα, πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι παγκοσμίως «τρυγούν» μικρές και μεγάλες αποδράσεις. Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι.
«Ο τουρισμός, ως ταξίδι αναψυχής, εμφανίζεται την ίδια εποχή με την άνθηση του ρομαντισμού, περί τα τέλη του 18ου αιώνα» αναφέρει ο καθηγητής Χάσο Σπόντε, υπεύθυνος του Ιστορικού Αρχείου Τουρισμού Βίλι Σάρνοβ από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο Βερολίνου.
Την ίδια εποχή άρχισαν και τα μεγάλα ταξίδια Ευρωπαίων περιηγητών στον Νότο. Τότε ήταν που ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε ταξίδευε στην ιταλική χερσόνησο για να θαυμάσει τ’ απομεινάρια της Αρχαίας Ρώμης, αντλώντας παρηγοριά από το θέαμα πάλαι ποτέ σπουδαίων ανακτόρων και θεάτρων που καλύπτονταν από χορτάρια. Κάπως έτσι οι περιγραφές του Γκαίτε και άλλων γέννησαν σε πολλούς αστούς την επιθυμία να ανακαλύψουν νέους τόπους, «τη γη, όπου ανθίζουν οι λεμονιές». Κάπως έτσι άνθησε ο τουρισμός κι έγινε από υπόθεση λίγων συνήθεια πολλών. Οι Γερμανοί, ανέκαθεν ικανοί στη δημιουργία σύνθετων λέξεων, εφηύραν τον όρο Ruinenlust, για να περιγράψουν αυτό το νέο πάθος. Μια δίψα για ερείπια, μια ψύχωση με τα κατάλοιπα πολιτισμών.
Οι ρομαντικοί παρατηρητές ερειπίων έβλεπαν σ’ αυτά μια λυτρωτική υπόμνηση της ευθραυστότητας των επιτευγμάτων της εποχής τους.
Οι απόγονοι του Γκαίτε, αν και δεν παιδεύονται από τέτοιες αναζητήσεις, επιμένουν στον Νότο. Σύμφωνα με την Deutsche Welle, οι κρατήσεις από τη Γερμανία για την Ελλάδα κινούνται στα επίπεδα του 2015, καθώς το θέμα της ασφάλειας είναι σημαντικότερο κριτήριο για τους τουρίστες απ’ ό,τι το προσφυγικό.
Ασφαλής προορισμός ο τουρισμός, σωσμός μιας οικονομίας, που ως άλλος Σίσυφος, κουβαλάει μεγάλο βάρος. Ασφαλής προορισμός, μα θέλει προσοχή ο πηγεμός.