Η επικράτηση του καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ στην «τηλεμαχία» της περασμένης Κυριακής επί της Ανγελα Μέρκελ, είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της διαφοράς που χωρίζει τα κόμματα της Χριστιανικής Ενωσης (CDU/CSU) από τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Forsa, χωρίς ωστόσο να ανατρέπεται το πολιτικό σκηνικό που φέρει βέβαιη την «πρωτιά» για την αντίπαλο του Σρέντερ.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του Forsa (που ολοκληρώθηκε την Τρίτη, συμπεριλαμβάνοντας έτσι και τις αξιολογήσεις του γερμανικού Τύπου σχετικά με την «τηλεμαχία», και συνακόλουθα την επιρροή τους στη διαμόρφωση γνώμης των ψηφοφόρων) το SPD κέρδισε τρεις μονάδες ανεβαίνοντας από το 31% στο 34%, CDU/CSU έχασαν μία μονάδα πέφτοντας από το 43% στο 42%, όπως και από μία μονάδα έχασαν το Κόμμα των Ελευθέρων Δημοκρατών (FDP) και το Κόμμα της Αριστεράς (Linkspartei), πέφτοντας αντίστοιχα από το 7% στο 6% και από το 9% στο 8%, ενώ οι Πράσινοι έμειναν σταθεροί στο 7%.
Εάν τα μεγέθη αυτά μείνουν ως έχουν στις εκλογές της μεθεπόμενης Κυριακής, τότε η Μέρκελ κερδίζει μεν άνετα την «πρωτιά» από τον Σρέντερ, αλλά θα αδυνατεί να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας με τους Φιλελευθέρους, όπως επιθυμεί, γιατί κατά πάσα βεβαιότητα το άθροισμα των εδρών των τριών αντιπάλων κομμάτων SPD, Πράσινοι και Αριστερά, (παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει προοπτική συνεργασίας τους ως «τρίο») είναι μεγαλύτερο από το «δίδυμο» CDU/CSU και FDP. Πρακτική συνέπεια θα ήταν η «υποχρεωτική» συνεργασία των δύο μεγάλων πολιτικών σχηματισμών CDU/CSU και SPD, υπό την Μέρκελ και χωρίς τον Σρέντερ.
Το ενδεχόμενο του αναγκαστικού σχηματισμού κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού» απασχολεί ούτως ή άλλως τις ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων, παρά το γεγονός ότι απορρίπτεται κατηγορηματικά ως επιθυμητός στόχος και από τις δύο πλευρές.
Ο εκ των αντιπροέδρων του CDU, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δήλωσε σήμερα χαρακτηριστικά ότι «αν υποχρεωθούμε σε ένα τέτοιο βήμα, τότε είναι βέβαιο ότι θα πρόκειται για μία εξαιρετικά βραχύβια λύση που δεν θα ξεπερνάει το εξάμηνο».
Το άλμα των τριών μονάδων αναθάρρησε πάντως τον Σρέντερ που έθεσε για πρώτη φορά συγκεκριμένο στόχο, υποστηρίζοντας πως το 38% για το SPD είναι εφικτό και πως με ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να συνεχιστεί η «κοκκινοπράσινη» διακυβέρνηση. Στις εκλογές του 2002, SPD και CDU/CSU είχαν σχεδόν ισοψηφήσει συγκεντρώνοντας από 38,5%, αλλά οι Σοσιαλδημοκράτες πήραν την «πρωτιά» με 6.000 μόλις ψήφους, ενώ ο σχηματισμός «κοκκινοπράσινης» κυβέρνησης στάθηκε δυνατός εξαιτίας της αναπάντεχα καλής επίδοσης των Πρασίνων που με 8,6% υπερτέρησαν του FDP που είχε πάρει 7,4%.
Σύμφωνα με την έρευνα που δημοσίευσε το Forsa, οι τρεις μονάδες που κερδήθηκαν για το SPD μετά την τηλεμαχία, προέρχονται σχεδόν καθ' ολοκληρίαν από το χώρο των αναποφάσιστων. Το ποσοστό των «εντελώς αναποφάσιστων» ανέρχεται δέκα μέρες πριν από την εκλογική αναμέτρηση σε ένα 25%, ενώ άλλο ένα 20-25% φέρεται να «μην έχει κατασταλάξει στην τελική του προτίμηση».
Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Forsa, Μάνφρεντ Γκίλνερ, μιλώντας χθες βράδυ με ξένους ανταποκριτές, χαρακτήρισε τις εκλογές της 18ης Σεπτεμβρίου, «εκλογές αμηχανίας, χωρίς ενθουσιασμό και προσδοκίες». Σύμφωνα με τον ίδιο, η πιθανότητα να αναδειχθεί το SPD πρώτο κόμμα, είναι «μηδαμινή». «Οι ψηφοφόροι, είπε, παρά το γεγονός ότι μόνον το 1/5 πιστεύει πως μία κυβέρνηση CDU/CSU με FDP θα φέρει λύση στα υπάρχοντα προβλήματα και παρά το γεγονός ότι ο Σρέντερ έχει πολύ μεγαλύτερη αποδοχή ως καγκελάριος και είναι σαφώς δημοφιλέστερος της Μέρκελ, θα ρίξουν κατά πλειοψηφία την ψήφο τους υπέρ των CDU/CSU, γιατί έχει εμπεδωθεί η αντίληψη πως το SPD δεν κυβέρνησε καλά».
Η φόρμουλα με την οποία συνόψισε ο Γκίλνερ την καθοριστική για την έκβαση των εκλογών συμπεριφορά μεγάλης μερίδας των ψηφοφόρων, είναι «δεν ψηφίζουμε SPD παρά το ότι ο Σρέντερ είναι καλύτερος και ψηφίζουμε CDU/CSU, παρά το γεγονός ότι έτσι θα κυβερνήσει η Μέρκελ».
Οι προβλέψεις του Γκίλνερ πάντως για την 18η Σεπτεμβρίου είναι πως CDU/CSU είναι εξαιρετικά απίθανο να πέσουν κάτω από το 40%.
Σημειωτέον ότι το Ινστιτούτο Forsa ήταν το μοναδικό που είχε πλησιάσει στις δημοσκοπήσεις του σε απόσταση αναπνοής τα πραγματικά αποτελέσματα των εκλογών του 2002 και το μοναδικό επίσης ινστιτούτο με τη σωστή πρόγνωση το βράδυ των εκλογών στη βάση των Εxit-Pols.
Πηγή: ΑΠΕ