Κίρκη Καραλή: «…Φοβάμαι πως το δηλητήριο του μέλλοντος είναι η παραπλάνηση…»

Η σκηνοθέτις μιλά για την παράσταση «Γκάμπυ (Μείνατε ευαίσθητοι)»
Πέμπτη, 31 Δεκεμβρίου 2015 08:05
UPD:01/01/2016 15:24
A- A A+

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]

Μια αντισυμβατική γυναίκα με ελεύθερο πνεύμα, που αφιερώθηκε στον έρωτα, έζησε στην Αθήνα του περασμένου αιώνα και πλάνεψε τους άντρες, βλέπει όλη τη ζωή της να παρουσιάζεται ως παράσταση, υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση της Κίρκης Καραλή, η οποία μας μιλά για το έργο «Γκάμπυ (Μείνατε ευαίσθητοι)».

Εμπνευσμένη από το βιβλίο της Γαβριέλλας Ουσάκοβα, «Η ζωή μου», των εκδόσεων Κάκτος, και από ήρωες των χρονογραφημάτων του Νίκου Τσιφόρου, η παράσταση παρουσιάζεται στο Νέο Θέατρο Βασιλάκου, κάθε Δευτέρα, στις 7 το απόγευμα, και κάθε Τρίτη, στις 9 το βράδυ.

Η Κίρκη Καραλή έστησε μια παράσταση, που σκιαγραφεί την κοινωνική φυσιογνωμία και την ατμόσφαιρα της παλιάς Αθήνας, υπό το πρίσμα του λόγου και του βλέμματος μιας ιέρειας του έρωτα, και μιλά για το έργο, για τους φόβους και για τις ελπίδες της.

Από πού είναι εμπνευσμένο το έργο;

Η έμπνευση της «Γκάμπυ» ήρθε από το βιβλίο μιας θρυλικής προσωπικότητας της παλαιότερης Αθήνας, της Γαβριέλλας Ουσάκοβα. Το αυτοβιογραφικό - όπως πιστεύεται - αυτό κείμενο, σε συνδυασμό με χρονογραφήματα του Νίκου Τσιφόρου, κείμενα του αθηναιογράφου Γιάννη Καιροφύλα και στοιχεία μυθοπλασίας, δημιούργησαν το δραματουργικό πλαίσιο της αφήγησης της ζωής μιας ηρωίδας, που γεννήθηκε γύρω στο 1920, στη Ρωσία, και έζησε στην Αθήνα μέχρι και το 1991.

Σκιαγραφείστε μας την Γκάμπυ.

Πρόκειται για ένα «κορίτσι από σπίτι», όπως λένε τις καλομαθημένες κόρες, με καλλιέργεια, τρόπους, γαλλικά και γνώσεις πιάνου… Η Γκάμπυ, αντιδραστικό πλάσμα από παιδί, αγωνιά διαρκώς για την ανεξαρτησία της. Δεν θέλει να ορίζεται από κανέναν, ούτε από γονείς, ούτε από αφεντικά, ούτε κι από έρωτες. Αποφασίζει πως, προσφέροντας το σώμα της για την ικανοποίηση των αντρικών ορέξεων, μπορεί να κερδίζει χρήματα, ώστε όχι μόνο να ζει τη ζωή που επιθυμεί, αλλά, επιπλέον, να προσφέρει υλικά αγαθά σε όσους γύρω της το έχουν ανάγκη. Την απασχολεί διαρκώς η υπόληψή της. Την απασχολεί πολύ κι ο έρωτας ως αίσθημα, πέρα από πράξη. Παρασύρεται, παθιάζεται, ζει. Κι όποιος ζει, συνήθως, πληγώνεται. Έτσι, σταδιακά, οχυρώνεται σε μια ζωή ικανοποιητική έως και ευχάριστη. Κι αν κάτι αναπολεί, είναι αυτή η παλιά της ευαισθησία, που αν και μπορεί να την πλήγωνε, της υπενθύμιζε πως ζει.

Πώς εξελίσσεται η ιστορία της;

Μια νύχτα του 1960, σαν σε όνειρο, η Γκάμπυ ενεργοποιεί ένα παράξενο θεατρικό σύστημα. Ο εαυτός της, σε μικρή ηλικία, το σκάει από τον πατριό της, για να μην φάει ξύλο πάνω σε έναν καβγά, και φθάνει στο σπίτι της. Λίγο αργότερα, φθάνει και ο εαυτός της σε μεγαλύτερη ηλικία. Η συνάντησή τους αυτή δρομολογεί κάτι σαν ανασκόπηση. Το «συμβούλιο» των εαυτών κάνει συνειρμούς, από τους οποίους προκύπτουν στιγμιότυπα μιας ζωής γεμάτης άνδρες, χαρά και ευχαρίστηση. Εμβόλιμες στιγμές του παρόντος, αλλά και ανησυχητικά προμηνύματα του μέλλοντος φέρνουν τις Γκάμπυ όλο και πιο κοντά στον θάνατο. Όμως, μέσα στο θεατρικό καθεστώς του έργου, η Γκάμπυ παραμένει για πάντα νέα, στο απόγειο της ζωής και της καριέρας της, είδωλο των αντρών που την αγάπησαν.

Με ποιον τρόπο συνδέεται με τους ήρωες του Νίκου Τσιφόρου;

Η ζωή της Γκάμπυ διατρέχει μια περίοδο αισθητικών και κοινωνικοπολιτικών ανακατατάξεων στην Ελλάδα (1930 - 1990), σε τόσο γρήγορο ρυθμό, που μόνο ένας κινηματογραφικός φακός θα μπορούσε να την αποδώσει ικανοποιητικά. Στη θεατρική σκηνή, όπου βασικό εργαλείο είναι ο λόγος, η γλώσσα του Τσιφόρου μοιάζει με κινηματογραφικό καρέ, που μπαίνει στο ίδιο σου το μυαλό. Η γλώσσα και οι εικόνες, που δημιουργεί αυτός ο σπουδαίος ανατόμος της παλιάς Αθήνας, προσφέρουν στη σκηνή ατμόσφαιρα και στους ηθοποιούς «οδηγίες» χρήσης μιας εποχής άγνωστης σε αυτούς. Συγχρόνως, η ιδιαίτερη ειρωνεία του ταιριάζει απολύτως στο στόμα μιας επαγγελματία του έρωτα. Ένας δημοσιογράφος και μια γυναίκα με το συγκεκριμένο επάγγελμα έχουν πολύπλευρη εικόνα αυτού που λέμε «πιάτσα», ενώ διαθέτουν ίσες δόσεις ευαισθησίας και κυνισμού, για να τη διαχειριστούν προς όφελός τους.

Πώς διαρθρώνεται η παράσταση και τι αντιπροσωπεύει το μοίρασμα της κεντρικής ηρωίδας σε τρεις ηθοποιούς;

Η αντιφατική προσωπικότητα της ηρωίδας, η “μετάλλαξή” της στο πέρασμα του χρόνου, η θεατρική φόρμα μιας παράστασης που συνομιλεί με τον ίδιο της τον εαυτό, αλλά και η σκέψη πως μιλάμε για μια εξωστρεφή γυναίκα (αν κρίνει κανείς από το επάγγελμα, τη δημοφιλία και τις κοινωνικές επαφές της), που, όμως, στην πραγματικότητα, είναι βαθιά εσωστρεφής, οδήγησαν στον διαχωρισμό της Γκάμπυ σε τρεις ηθοποιούς. Η Μικρή (Λίλα Μπακλέση), με το νεανικό της σφρίγος, την άγνοια κινδύνου και την ακατανίκητη ανάγκη να ζήσει μια ζωή χωρίς περιορισμούς, είναι η πλευρά της Γκάμπυ, που πάντα αντιδρά αυθόρμητα. Τη Μεσαία (Γωγώ Μπρέμπου), σε μια ηλικία που ήδη η Γκάμπυ είναι περίφημη στην Αθήνα, σε απόλυτη συναισθηματική αυτονομία και αυτοκυριαρχία, την απασχολεί μόνο το επάγγελμά της. Η Μεγάλη (Άγγελος Παπαδημητρίου), νοσταλγός όσων πήγαν στο παρελθόν καλά και προπομπός ενός δυσοίωνου μέλλοντος, με ένα μείγμα ελαφρότητας και κυνισμού, οδεύει τον προδιαγεγραμμένο δρόμο μιας ζωής. Μοιάζει με άγγελος, που συνοδεύει τα νιάτα της ηρωίδας. Οι τρεις τους αλληλεπιδρούν και πότε ταυτίζονται, πότε το χάσμα ανάμεσά τους μοιάζει απύθμενο.

PICASA 3.0
Ποια χρονική περίοδο διαπερνά η παράσταση και ποια στοιχεία εκείνης της εποχής αποτυπώνει;

Από το 1930 ως το 1990, η Αθήνα, όπως και η Γκάμπυ, αλλάζει ολοκληρωτικά. Ξεκινώντας από τον μεσοπόλεμο, με τραγούδια - αναφορές σε εποχές και «μόδες», η προσωπική ιστορία της Γκάμπυ μπλέκεται με τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις της χώρας. Από τη δράση της στην Κατοχή και τη μετέπειτα τιμητική βράβευσή της από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μέχρι και απλούστερα περιστατικά που, για κάποιον λόγο, την επηρεάζουν. Όπως το γεγονός πως το ’71, επειδή όλοι οι άντρες παρακολουθούσαν τα γκολ του Παναθηναϊκού στην Ευρώπη κι εκείνη δεν έχει πολλή δουλειά, οι σκέψεις την απορροφούν και στέκεται, κρίνει και ειρωνεύεται με τον τρόπο της την εξέλιξη της ζωής στην Αθήνα. Μια ζωή που μπορεί να μην της ταιριάζει, αλλά συνεχίζει να τη ζει.

Η σημερινή εποχή, που διανύει η Ελλάδα, πώς φαντάζει στα μάτια σας;

Γεννήθηκα, νομίζω, πάνω στο τέλος μιας εποχής. Μπαίνοντας στα χάιτεκ νάιντις, όπου όλοι άρχισαν να παριστάνουν ότι κάτι είναι, χωρίς κανένα υπόβαθρο για να είναι το οτιδήποτε, ο χαρακτήρας της Νέας Ελλάδας, που δεν ήθελε και πολύ, αλλοιώθηκε ως το μεδούλι. Τίποτα δεν θα ήταν πια ίδιο. Ούτε οι πολιτικοί, ούτε τα τραγούδια, ούτε ο έρωτας, η επικοινωνία, η παιδεία και η τέχνη. Σαν μια συμπαγής μάζα από σκουπίδια που παρασέρνει ό,τι καλό βρει στον δρόμο της, ο καιρός κύλησε, έφθασε στο σήμερα, έπεσε με φόρα πάνω μας και μας συνέτριψε. Εμφυλιοπολεμικές φωνές από δω κι από κει, βαθύς συντηρητισμός, εκφασίζοντα πλοκάμια που απλώνονται σε ηλικιακές ομάδες που είναι (;) το αύριο αυτού του τόπου, φθόνος και αδιαπραγμάτευτη άρνηση στο να αλλάξουμε ιδέες, τρόπους, μεθόδους, με φόβο μη χάσουμε την “αυθεντικότητά” μας, τη βόλεψή μας ή κάποιους ...θαυμαστές. Όχι, ίσως να μη μας συνέτριψε ακόμη το παρελθόν μας. Έκανα λάθος. Ίσως να πρέπει να μας συντρίψει, μήπως κι αυτή είναι μια λύση πλήρους αποδόμησης και μιας εκ νέου ανασύστασης της κοινωνίας.

Σε τι ελπίζετε;

Σε πολλά, ευτυχώς, ακόμα. Μέχρι και στα θαύματα. Θα ήθελα να μπορούσε να συμβεί κάτι μαγικό και τα παιδιά που γεννιούνται τώρα να έχουν χίλιες φορές πιο οξυμένη κρίση από εμάς. Να είναι αυτό το χάρισμά τους κι ας μην βρεθούν ακόμη φάρμακα για όλες τις αρρώστιες της ανθρωπότητας. Φοβάμαι πως το δηλητήριο του μέλλοντος είναι η παραπλάνηση, ο έλεγχος της βούλησης. Φαντάζομαι κατευθυντήριες οδηγίες παντού, ανθρώπους που σαν προγραμματισμένα ρομποτάκια βουτάνε σε καλοστημένες παγίδες και, στην άλλη άκρη του κόσμου, κάποιος ηλεκτρονικός εγκέφαλος μετράει στην οθόνη του εκατομμύρια από πωλήσεις όπλων και ναρκωτικών. Ελπίζω τα αντανακλαστικά τους να είναι καλύτερα από τα δικά μας. Ελπίζω πως οι εκπαιδευτικοί θα καταφέρουν να αλλάξουν ό,τι δεν αλλάζει από τα θαύματα.

Ταυτότητα παράστασης

Δραματουργία: Αναστασία Τζέλλου - Κίρκη Καραλή, σκηνοθεσία - μουσική επιμέλεια: Κίρκη Καραλή, κίνηση: Τατιάννα Μύρκου, σκηνικά: Αλεξάνδρα Μπουσουλέγκα - Ράνια Υφαντίδου, κοστούμια: Ηλέκτρα Λαμπριανίδου, μουσική διδασκαλία - πρωτότυπη μουσική σύνθεση - ενορχήστρωση: Ελένη Ευθυμίου, φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου, βίντεο: Ειρήνη Στείρου, φωτογραφίες: Μαριλένα Βαϊνανίδη, γραφιστικά: Κωνσταντίνα Ευαγγέλου, βοηθοί σκηνοθέτη: Αναστασία Τζέλλου - Γιάννης Σοφολόγης, βοηθός ενδυματολόγου: Πένυ Σπανού, μακιγιάζ: Md Professionel - Λαμπρινή Αγορού, κομμώσεις: Lemon Poppy Seed - Κωνσταντίνα Μέλλιου, έκδοση προγράμματος: Κάπα Εκδοτική, υπεύθυνος παραγωγής: Λευτέρης Κώτσης. Πρωταγωνιστούν: Γωγώ Μπρέμπου, Λίλα Μπακλέση, Άγγελος Παπαδημητρίου. Μαζί τους, οι: Βαγγέλης Αμπατζής, Μανώλης Κλωνάρης, Νίκος Λεκάκης, Γιώργος Σαββίδης, Άλεξ Τριανταφύλλου.

Πληροφορίες

Νέο Θέατρο Βασιλάκου: Προφήτη Δανιήλ 3 - 5 και Πλαταιών, Κεραμεικός (στάση Μετρό: Κεραμεικός), τηλ. ταμείου: 211 0132002 - 5, τηλ. θεάτρου: 212 1042777. Διάρκεια παράστασης: 110 λεπτά με δεκάλεπτο διάλειμμα). Η παράσταση είναι ακατάλληλη για ανηλίκους κάτω των 16 ετών. Τιμές εισιτηρίων: γενική είσοδος: 15 ευρώ, εκπτωτικό (φοιτητές, συνταξιούχοι, άνεργοι): 10 ευρώ. Κρατήσεις ομαδικών εισιτήριων: 210 7562938. Προπώληση εισιτηρίων: καταστήματα: Public, Παπασωτηρίου, Ιανός, Seven Spots, Reload, Media Markt, τηλεφωνικά: 11876, ηλεκτρονικά: viva.gr.

Προτεινόμενα για εσάς