Την 33η θέση παγκοσμίως –και την 6η από το τέλος ανάμεσα στις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης– καταλαμβάνει φέτος η Ελλάδα ως προς τις πολιτικές της για την κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με τις οργανώσεις WWF και Greenpeace.
Αυτό προκύπτει από την ετήσια έκθεση «Δείκτες Κλιματικών Επιδόσεων (CCPI)» που πραγματοποιούν κάθε χρόνο η οργάνωση Germanwatch και το δίκτυο οργανώσεων CAN, και η οποία βαθμολογεί τις πολιτικές 58 κρατών που, αθροιστικά, είναι υπεύθυνα για το 90% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, από τον τομέα της ενέργειας.
Όπως υπογραμμίζουν οι δύο περιβαλλοντικές οργανώσεις, η απουσία επενδύσεων στον τομέα των καθαρών μορφών ενέργειας, η εμμονή στην εκμετάλλευση του λιγνίτη για τις ανάγκες της χώρας σε ηλεκτρισμό, η στασιμότητα στην εφαρμογή πολιτικών μείωσης του αποτυπώματος του τομέα των μεταφορών και οι αυξανόμενοι κίνδυνοι για τα δάση, είναι οι βασικοί λόγοι που για ακόμη μια χρονιά η χώρα μας βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης. Ταυτόχρονα, ως αξιοσημείωτο κρίνεται το γεγονός πως τις 19 από τις 20 πρώτες θέσεις στη βαθμολογία καταλαμβάνουν ευρωπαϊκές χώρες, ανάμεσα τους και η Κύπρος, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία (9η, 12η και 19η θέση αντίστοιχα).
«Η Ελλάδα δυστυχώς δείχνει να μην αντιλαμβάνεται ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν είναι μόνο αναγκαιότητα αλλά και ευκαιρία. Η απεξάρτηση από το λιγνιτικό μοντέλο ηλεκτροπαραγωγής και η αξιοποίηση του ανεξάντλητου δυναμικού των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας είναι η καλύτερη εγγύηση για μειωμένο ενεργειακό κόστος, ενεργειακή αυτάρκεια και μακροχρόνια βιωσιμότητα του ενεργειακού μας μοντέλου», δήλωσε ο Νίκος Μάντζαρης, υπεύθυνος Ενεργειακής και Κλιματικής Πολιτικής του WWF Ελλάς.
Απ’ την πλευρά του ο Τάκης Γρηγορίου, υπεύθυνος για θέματα ενέργειας και κλιματικών αλλαγών στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, δηλώνει: «Έχουμε το ηθικό χρέος και την ιστορική ευθύνη να ανατρέψουμε αυτήν την ντροπιαστική παράδοση και η Διάσκεψη στο Παρίσι προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία. Η Ελλάδα πρέπει να ενώσει τη φωνή της με τα προοδευτικά κράτη που στηρίζουν πλέον ανοιχτά το στόχο για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας κατά 1,5°C και να υποστηρίξει στόχο 100% Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) για όλους έως το 2050».
Υπογραμμίζεται επίσης ότι τα μικρά, θετικά βήματα που έκανε η Ελλάδα στον τομέα της ηλεκτρικής διασύνδεσης των νησιών και με την προώθηση της αυτοπαραγωγής από μικρά φωτοβολταϊκά (net metering), δεν στάθηκαν αρκετά.
Οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν πως από το 2014, για πρώτη φορά, η εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ (περίπου το 59% της πρόσθετης ισχύος στην ηλεκτροπαραγωγή) ξεπέρασε την αντίστοιχη ισχύ μονάδων πυρηνικής ενέργειας και ορυκτών καυσίμων, σε διεθνές επίπεδο, ενώ οι μισές περίπου από τις επενδύσεις σε καθαρές μορφές ενέργειας πλέον γίνονται σε αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Τέλος, ενθαρρυντική κρίνεται η αποσύνδεση οικονομικής ανάπτυξης και εκπομπών CO2 που φαίνεται να πετυχαίνει σιγά σιγά η Κίνα, χωρίς αυτό να μπορεί να οδηγήσει σε μια σαφή τάση αποανθρακοποίησης της παγκόσμιας οικονομίας. Βελτιωμένη επίδοση πέτυχαν και οι ΗΠΑ, κυρίως λόγω των τεράστιων επενδύσεων που υλοποίησαν στον τομέα των ΑΠΕ.