Από την έντυπη έκδοση
Του Πάνου Φ. Κακούρη
[email protected]
Εκ των υστέρων πολλοί συμπολίτες μας εμφανίζονται μετανοημένοι, που αντέδρασαν στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση που είχε προτείνει προ 15ετίας ο Τάσος Γιαννίτσης, υποστηρίζοντας ότι σήμερα δεν θα είχαμε ανάγκη νέα μέτρα.
Εκείνα τα μέτρα ήταν σκληρά και σήμερα βεβαίως θα είχαν ξεχαστεί, ωστόσο ακόμα κι αν είχαν ληφθεί στις αρχές της δεκαετίας του 2000, σήμερα θα χρειάζονταν οπωσδήποτε και άλλα, γιατί στο διάστημα που μεσολάβησε οι αλλαγές ήταν δραματικές.
Κατ’ αρχήν μειώθηκε δραματικά η απασχόληση κατά περίπου 800.000 θέσεις, που σημαίνει αναλογικά λιγότερες εισφορές.
Ακολούθησε και το PSI το 2012, που μείωσε τα διαθέσιμα των ταμείων από 26 δισ. ευρώ σε περίπου 10 δισ. ευρώ. Χάθηκαν δηλαδή 16 δισ. ευρώ και είναι απορίας άξιο, πώς εμφανίζονται υποστηρικτές του PSI να επιχειρούν να διαψεύσουν την απλή αριθμητική, λέγοντας ότι τα ταμεία δεν εθίγησαν από το «κούρεμα» των επενδύσεών τους σε ομόλογα. Τέλος πάντων.
Ακόμη, την τελευταία δεκαπενταετία και ειδικά μέχρι και το 2010 που ήρθε το μνημόνιο, το ελληνικό κράτος και τα ταμεία μοίραζαν συντάξεις από πόρους που δεν είχαν.
Κάτι οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις στο Δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, σε ΔΕΚΟ, κάτι οι 15ετίες φτάσαμε να έχουμε σήμερα συνταξιούχους 40 και 50 ετών, των οποίων πρέπει να χρηματοδοτούν τις συντάξιμες αποδοχές τους οι εναπομείναντες εργαζόμενοι! Και μην ακούμε ότι πλήρωσαν εισφορές και δικαίως λαμβάνουν τις συντάξεις τους, γιατί δεν ισχύει. Πόσες εισφορές πλήρωσε ο εργαζόμενος στο Δημόσιο για να βγει στη σύνταξη στα 50 του;
Ακόμη, έπειτα από δύο μνημόνια, διαπιστώνεται πως υπάρχουν περισσότεροι από 400.000 συμπολίτες μας που λαμβάνουν τρεις ή περισσότερες συντάξεις, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του συστήματος ΗΛΙΟΣ του υπουργείου Εργασίας.
Στην τελευταία πενταετία έγιναν περικοπές στις συντάξεις, με υποδείξεις της τρόικας, πλην όμως αποδεικνύεται πως δεν επαρκούν για να σταθούν στα πόδια τους τα ταμεία και οι δανειστές ζητούν και νέες. Εκτός κι αν το κράτος βρει πόρους από άλλες πηγές, οι οποίες όμως θα είναι αξιόπιστες και βιώσιμες.
Κοντολογίς, τα μέτρα στο ασφαλιστικό δεν τα αποφεύγουμε, αλλά επειδή το πολιτικό κόστος είναι τεράστιο, η κυβέρνηση επιχείρησε να το κατανείμει και στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ανεπιτυχώς όμως.
Τώρα αναζητεί συναίνεση από την τρόικα για να σπάσει στα δύο τη μεταρρύθμιση, μία light μέχρι το 2017 και μια δεύτερη από το 2018 και μετά. Είναι άγνωστο αν θα το καταφέρει, αλλά με τις περικοπές συντάξεων κάθε λίγο δεν λύνεται το πρόβλημα.
Η λύση στο ασφαλιστικό είναι μία - και συγκεκριμένα η αύξηση των ασφαλισμένων. Αυτή επιτυγχάνεται με πάταξη της μαύρης εργασίας και αύξηση των θέσεων απασχόλησης. Αλλά αυτό προϋποθέτει ανάπτυξη, η οποία δεν υπάρχει στον ορίζοντα.