Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Πόσοι ηγεμόνες -με άκρατες φιλοδοξίες- χωρούν σε ένα γεωπολιτικό παιχνίδι; Η Δύση θέλει (ίσως και πρέπει) να χωρέσει τουλάχιστον δύο.
Από τη μία έχουμε τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, τον άνθρωπο που «επέστρεψε» από το κρύο, καθώς η διεθνής κοινότητα δεν έχει την πολυτέλεια να τον αφήσει «απέναντι» στη μάχη κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας.
Από την άλλη, τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, τον οποίο ειδικά η Ευρώπη έχει ανάγκη για την αντιμετώπιση της μεγαλύτερης προσφυγικής κρίσης από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Και κάπου στη μέση και τον Σύρο Μπασάρ Αλ Ασαντ, τον οποίο θέλει να απομακρύνει, αλλά και πάλι τον χρειάζεται στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους (ISIS).
Οι ρωσο-τουρκικές σχέσεις ήταν ήδη τεταμένες.
Η Αγκυρα επέλεξε με μία ακατανόητη -σε πρώτη ανάγνωση τουλάχιστον- πρόκληση να τις δυναμιτίσει περαιτέρω και μάλιστα σε μία εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή. Ευρώπη και ΗΠΑ παρακολουθούν με αμηχανία το πολεμικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί. Και αυτό γιατί η επιλογή στρατοπέδου δεν είναι αυτονόητη.
Η Μόσχα υποστήριξε χθες ανοιχτά αυτό που στο παρελθόν έχουν καταγγείλει τόσο ο Ασαντ όσο και οι Κούρδοι, αλλά επισήμως δεν υιοθετούσε κανένας από τους λοιπούς εμπλεκόμενους παίχτες: ότι η Τουρκία έχει άμεσες διασυνδέσεις με τζιχαντιστές και το ΙSIS ειδικότερα, το οποίο υποτίθεται ότι πολεμά.
Απώτερος στόχος της φέρεται να είναι να συνθλίψει τους Κούρδους, αλλά και να εδραιώσει την επιρροή της στην περιοχή.
Και για τη Ρωσία, όμως, αφήνονται αιχμές ότι με τους βομβαρδισμούς της στοχεύει πρωτίστως άλλες ομάδες ανταρτών, που έχουν ξεσηκωθεί κατά του καθεστώτος Ασαντ, παρά το ISIS.
Ρωσική φιλοδοξία είναι επίσης να ενισχύσει την επιρροή στην περιοχή και τη διεθνή σκηνή ευρύτερα.
Οι δύο αντίπαλοι (και άσπονδοι φίλοι Αμερικανών και Ευρωπαίων) μοιράζονται κάποια κοινά χαρακτηριστικά: ένα άκρως αυταρχικό στιλ διακυβέρνησης, επικίνδυνες βλέψεις και την πεποίθηση ότι έχουν την ικανότητα να αναδείξουν τις χώρες τους σε νέα υπερδύναμη.
Τους χωρίζουν βεβαίως τα συμφέροντά τους, που έρχονται σε ευθεία σύγκρουση. «Νεοοθωμανισμός» εναντίον «Πουτινισμού», με τη σπαρασσόμενη από τον εμφύλιο Συρία, αλλά και τη διεθνή κοινότητα ολόκληρη στη μέση.
Η ελπίδα της Δύσης τώρα είναι ότι ο Πούτιν, που δέχθηκε πρώτος την πρόκληση, θα επιδείξει ψυχραιμία και ορθολογισμό και δεν θα σπεύσει να απαντήσει με αντίποινα, φοβούμενος ότι σε διαφορετική περίπτωση κινδυνεύει η εικόνα του ως πανίσχυρου ηγέτη.
Η εμπειρία, όμως, έχει δείξει ότι σε ακραίες καταστάσεις οι παίχτες δεν δρουν πάντα ορθολογικά. Ολοι θα πρέπει πλέον να είναι έτοιμοι και για εκπλήξεις.