Υστέρηση στη διείσδυση «πράσινων» πρακτικών για τη διαχείριση απορριμμάτων εξακολουθεί να εμφανίζει η Ελλάδα σε σύγκριση με την Ε.Ε., παρά τη σημαντική άνοδο που έχει υλοποιηθεί στον κλάδο, όπως επισημαίνεται σε πρόσφατη μελέτη της IBHS Α.Ε.
Σύμφωνα με τον Αλέξη Νικολαΐδη, Economic Research & Sectoral Studies Senior Analyst, η παρατεταμένη οικονομική ύφεση έχει μειώσει την κατανάλωση προϊόντων, γεγονός με αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική ποσότητα αποβλήτων συσκευασίας.
Σύμφωνα με τον Ε.Ο.ΑΝ., ο παραγόμενος όγκος αποβλήτων συσκευασιών κατά την περίοδο 2008-2014 εμφάνισε σωρευτική πτώση 29%, από 1,05 εκατ. τόνους σε περίπου 750.000 τόνους. Πάντως, το τελευταίο έτος δεν σημειώθηκε σημαντική μεταβολή σε σχέση με το 2013.
Βάσει νεότερης εκτίμησης, η ποσότητα ανάκτησης το 2014 διαμορφώθηκε σε περίπου 406.000 τόνους, συνιστώντας το 54,2% του συνολικού όγκου, έναντι 51,2% το 2013. Το ποσοστό αυτό ήταν για τρίτη συνεχή χρονιά χαμηλότερο από τον στόχο του 60% κατά βάρος.
Επίσης, η ποσότητα που ανακυκλώθηκε εκτιμήθηκε σε περίπου 400.000 τόνους, ελαφρώς αυξημένη από το 2013, σημαντικά όμως μειωμένη σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια (2012: 480.000 τόνοι, 2011: 540.000 τόνοι). Το μέγεθος αυτό αποτέλεσε το 53,7% του όγκου παραγωγής, επίδοση βελτιωμένη κατά 3 μονάδες έναντι του 2013, υπολειπόμενη όμως του εθνικού στόχου του 55%.
Όπως τονίζεται στη μελέτη, η βασική μέθοδος διαχείρισης των στερεών αστικών αποβλήτων στη χώρα μας εξακολουθεί να είναι η υγειονομική ταφή σε χωματερές σε ποσοστό 80%, ενώ η ανακύκλωση και κομποστοποίηση ανέρχεται σε μόλις 16% και 4% αντίστοιχα, με το μέσο όρο της Ε.Ε. να φτάνει στο 43%.
Η χώρα υστερεί σε τομείς όπως η ανακύκλωση γυάλινων συσκευασιών, τα λιπαντικά και οι συσσωρευτές αυτοκινήτων και βιομηχανίας. Αντιθέτως, έχει υλοποιήσει μεγαλύτερη πρόοδο στην ανακύκλωση χάρτινων και πλαστικών συσκευασιών, Ο.Τ.Κ.Ζ., ελαστικών και φορητών μπαταριών.
Αρνητική πτυχή αποτελούν οι 293 παράνομες χωματερές που καταμετρήθηκαν στα μέσα του 2014, από τις οποίες οι 70 ήταν ενεργές και οι 223 προς αποκατάσταση. Το γεγονός αυτό επέφερε την επιβολή προστίμου 10 εκατ. ευρώ από την Ε.Ε. ως μέτρο αποτρεπτικού χαρακτήρα και 14,5 εκατ. ευρώ ανά εξάμηνο μέχρι την πλήρη συμμόρφωση. Στόχος των αρχών αποτελεί το κλείσιμο και η αποκατάσταση των παράνομων ΧΥΤΑ, ώστε να μειωθεί το πρόστιμο. Πάντως, μετά από ένα χρόνο η πρόοδος που έχει επιτευχθεί είναι μικρή, καθώς εξακολουθούν να λειτουργούν και οι 70 παράνομοι χώροι, ενώ προς αποκατάσταση έχουν απομείνει άλλοι 174, αφού αποκαταστάθηκαν μόνο 49 κλειστές χωματερές.
Επίσης, ο κλάδος χαρακτηρίζεται από λειτουργία παράνομων δικτύων συλλογής αποβλήτων τα οποία παρακάμπτουν τα εγκεκριμένα Σ.Σ.Ε.Δ., με αποτέλεσμα τα τελευταία να υφίστανται αθέμιτο ανταγωνισμό και απώλεια εσόδων.
Σύμφωνα με τη Μαρία Μεταξογένη, διευθύνουσα σύμβουλο της Infobank Hellastat, «το ποσοστό ανάκτησης και ανακύκλωσης απορριμμάτων στην Ελλάδα διαμορφώνεται σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αφήνοντας περιθώρια μεγαλύτερης ανάπτυξης. Απαραίτητη όμως προϋπόθεση για τη βελτίωση των επιδόσεων της χώρας αποτελεί η επίτευξη οικονομικής σταθερότητας, ώστε να μην υποχωρήσει περαιτέρω η κατανάλωση και επομένως οι ποσότητες των αποβλήτων προς επεξεργασία, καθώς και ο περιορισμός του παραεμπορίου scrap και άλλων απορριμμάτων».