Ο ιεροφάντης της μουσικής*

Τετάρτη, 02 Νοεμβρίου 2005 19:11

A- A A+

Υπάρχει μια τραγική απόλαυση στη μοίρα του ανθρώπινου προορισμού, να προσπαθεί να αναχαιτίσει τη φθορά, το θάνατο, δημιουργώντας. Σε κάποιους μάλιστα «κεχρισμένους» ανθρώπους το μοιραίο επέρχεται κατά τη διάρκεια της δημιουργικής ενασχόλησης.

Οπως σε έναν από τους κορυφαίους μαέστρους του 20ου αιώνα, από τους σημαντικότερους νεώτερους Ελληνες συνθέτες και παινίστες, το Δημήτρη Μητρόπουλο (1896-1960). Η καρδιά του τον πρόδωσε στις 2 Νοεμβρίου 1960 στη Σκάλα του Μιλάνου την ώρα της πρόβας της Τρίτης Συμφωνίας του Μάλερ. Μουσικός ως το τελευταίο λεπτό της ζωής του, αν και οι γιατροί τον είχαν προειδοποιήσει πως «αν ήθελε να ζήσει, έπρεπε να πάψει να διευθύνει». Ομως για τον Μητρόπουλο το να μη διευθύνει ήταν σαν να είχε ήδη πάψει να ζει.

Την τέχνη του υπηρέτησε με ένα πάθος ιερό. Αφοσιωμένος στην ταγή του, πραγματικός ασκητής στον τρόπο ζωής του, οι θερμές εκδηλώσεις του κόσμου που ήρθαν ως επακόλουθο της διαρκώς αυξανόμενης φήμης του στις μουσικές πρωτεύουσες του εξωτερικού τον έκαναν να νιώθει άβολα. Όπως έλεγε ο ίδιος, από πολύ νωρίς η ζωή και η προσωπικότητα του επηρεάστηκαν από τον ¶γιο Φραγκίσκο της Ασίζης, τον «άγιό του». Φύση γενναιόδωρη, υποστήριξε υλικά και ηθικά πολλούς, καθώς και μουσικούς των ορχηστρών του. Επικρίθηκε όμως για την ανεκτικότητά του σε φαινόμενα απειθαρχίας που παρουσιάστηκαν στη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης. Οι επικρίσεις γι' αυτό, καθώς και για την εμμονή του σε σύγχρονο ρεπερτόριο, οδήγησαν στη διαδοχή του από τον Λέοναρντ Μπερνστάϊν.

Διαθέτοντας εκπληκτική μνήμη ο Μητρόπουλος, διηύθηνε συνήθως χωρίς παρτιτούρα, γιατί ήξερε απ' έξω τις φωνές όλων των οργάνων. Δεν κρατούσε ποτέ μπαγκέτα, αλλά έδινε στο πόντιουμ όλο το είναι του με κύριο εργαλείο τα μαγικά χέρια του. Φαινόταν «να καταβροχθίζει τη μουσική ζωντανή». Εκτελούσε τα έργα με «την πλήρη και ριψοκίνδυνη μαεστρία ενός εγκεφάλου, ο οποίος περιέκλειε κάθε νότα της παρτιτούρας».

Σε ηλικία μόλις 23 ετών συνέθεσε όπερα, την «Αδελφή Βεατρίκη», και στη συνέχεια υπήρξε ο πρώτος έλληνας συνθέτης που προχώρησε στην ατονικότητα και τη δωδεκάφθογγη μέθοδο. Εγραψε έργα μουσικής δωματίου, τραγούδια, συμφωνικά έργα, σκηνική μουσική.

Η δισκογραφία του Μητρόπουλου, αν και υπήρξε σημαντική, δεν θεωρείται ότι αποτύπωσε με πληρότητα όλα τα επιτεύγματά του. Αυτό οφείλεται τόσο στη στάση του ίδιου απέναντι στην ηχογράφηση δίσκων, όσο και σε δυσμενείς κάποτε συνθήκες ηχογράφησης.

Ηταν δεξιοτέχνης πιανίστας και επίσης από τους λίγους που έχουν την ικανότητα να παίζουν στο πιάνο κοντσέρτα διευθύνοντας ταυτόχρονα την ορχήστρα. Το 1930 η πρώτη συνεργασία του Μητρόπουλου με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βερολίνου όπου διηύθηνε από το πιάνο ­δική του σύνθεση συζητήθηκε έντονα «ως μία από τις δυνατότερες εκφράσεις γνήσιου ταλέντου».

Διηύθυνε πάνω από δύο χιλιάδες συναυλίες. Υπήρξε αφοσιωμένος υποστηρικτής της μουσικής του 20ου αιώνα και των συγχρόνων του συνθετών, τόσο των γνωστών, όσο και των νέων, και παρά τις αντιδράσεις ορισμένες φορές του κοινού, των ιμπρεσάριων και των μουσικών. Παρουσίασε περισσότερα από ογδόντα έργα σε πρώτη εκτέλεση (των Χίντεμιτ, Μπάρμπερ, Γκουλντ, Κόπλαντ, Κρένεκ, Καλομοίρη, Σκαλκώτα, Πετρίδη, Σισιλιάνου κ.ά.). «Η μοίρα θέλησε να επιτύχω από την αρχή ως μαέστρος. Εμεινα σε αυτό το επάγγελμα εγκαταλείποντας τη σύνθεση», είχε γράψει.

«Οταν ο Μητρόπουλος διηύθυνε, τα πάντα έσβηναν γύρω του. Δεν υπήρχε τίποτ' άλλο. Δεν υπήρχε αμφιθέατρο, δεν υπήρχε αέρας, δεν υπήρχαν άλλοι άνθρωποι, υπήρχε μόνον η μουσική».

Σ' αυτήν αναλώθηκε και απ' αυτήν έπεσε, «έπεσε κ' έμεινε η τέφρα του μονάχη». «Στο ξόδεμα του χρόνου και του εαυτού μου δεν βάζω όριο».

* Ο τίτλος της βιογραφίας του Γουίλιαμ Τρότερ

K.T.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή