Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Ο Κέινς είχε κάνει και μια τολμηρή πρόβλεψη. Οτι στη γενιά των εγγονών του οι άνθρωποι θα δούλευαν τρεις ώρες την εβδομάδα. Ο «παππούς» Κέινς, όχι μόνο διαψεύστηκε, αλλά ούτε μπορούσε να φανταστεί ότι η τάση θα είναι ο άνθρωπος να γηράσκει αεί... εργαζόμενος.
Η επιστήμη, όμως, που εργάζεται για τους εργαζόμενους, συνδέει τις πολλές ώρες δουλειάς με υψηλότερο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου.
Σύμφωνα με βρετανική μελέτη, που πραγματοποιήθηκε σε τρεις ηπείρους και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Lancet» το καλοκαίρι, όσοι εργάζονται περισσότερες από 55 ώρες την εβδομάδα (περισσότερες από 8 ώρες καθημερινά) έχουν 33% υψηλότερο κίνδυνο εγκεφαλικού και 13% υψηλότερο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου σε σχέση με όσους εργάζονται 35 έως 40 ώρες την εβδομάδα.
Στη Σουηδία, με ανεργία στο 7% και στόχο για το χαμηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. έως το 2020, κάτι παραπάνω γνώριζαν και αφού στέφθηκε με επιτυχία το «πείραμα του εξαώρου» στο Γκέτεμποργκ είπαν να το δοκιμάσουν και επιχειρήσεις. Κάνει καλό στην οικονομία, παρά τη φαινομενική αντινομία, υποστηρίζουν. Κατ’ αρχήν λιγότερες ημέρες αναρρωτικής άδειας και κυρίως αυξημένη παραγωγικότητα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το μειωμένο ωράριο τίθεται επί τάπητος στη Σουηδία. Η ευμάρεια κατά τη δεκαετία του ‘80 και η ισχύς του συνδικαλιστικού κινήματος το είχαν καταστήσει κεντρικό θέμα στην προεκλογική περίοδο του 1988. Αφορούσε όλους τους εργαζόμενους οι οποίοι, ανάλογα με τον κλάδο τους, θα είχαν τη δυνατότητα να επιλέγουν μεταξύ του «5 μέρες από 6 ώρες ή 4 μέρες από 7,5 ώρες».
Το θέμα έμεινε στην άκρη μέχρι που ξεχάστηκε. Δεν ξεχνιούνται, όμως, οι βελτιωμένες επιδόσεις όσων δοκίμασαν τη σφιχτή εβδομάδα. Χωρίς διάλειμμα και «περισυλλογή». Αν δεχτούμε, λοιπόν, ότι κάθε μέτρο κρίνεται στη βάση των συνεπειών που επιφέρει και όχι στη βάση κάποιας εγγενούς αξίας, τότε φαίνεται ότι κάποιοι Σουηδοί κερδίζουν, αν όχι το στοίχημα, σε πρώτη φάση τις εντυπώσεις.
Κάποιοι. Δεν μιλάμε ακόμη για τη χώρα του 30ωρου ή του 36ωρου. Σίγουρα δεν μιλάμε για τη χώρα όπου το βιβλίο «Bonjour Paresse» (Καλημέρα Τεμπελιά) θα γνώριζε εκδοτική επιτυχία.