Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Ο λόγος τους δεν με χόρτασε. Δεν κουράστηκα μόνο εγώ, μάλλον κι οι ίδιοι κουράστηκαν με τους εαυτούς τους. Πλήξη.
Λέξεις αδειανές. Για άλλη μία φορά. Ηχοι, χωρίς αντίκρισμα. Χωρίς σάρκα. Αντικατοπτρισμοί. Λέξεις-μάσκα της αδυναμίας ή της αμηχανίας. Πλήξη και κακό τηλεοπτικό προϊόν.
Γι’ αυτό και οι μετα-ντιμπέιτ συζητήσεις και περισπούδαστες αναλύσεις αναλώθηκαν στα διχοτομικά σχήματα: ειλικρινής-ανειλικρινής, δυναμικός-άτονος, ζεστός-ψυχρός, ευχάριστος-δυσάρεστος, απόμακρος-οικείος, σίγουρος-αγχωμένος. Βαρέθηκα, όμως, και με τον τονισμό της συναισθηματικής τους κατάστασης, πολύ γρήγορα. Δεν με παρηγορούν τα προσωπικά τους δράματα, ούτε βολεύομαι με τη συμπάθεια, που σκιαγραφεί την τέχνη της τηλεπάθειας των συγκινήσεων.
Βαρέθηκα κι ας έχουμε εννιά μέρες ως τις κάλπες. Πλήττω και όταν πλήττω, για να μη γίνω βλίτο, βρίσκω άσυλο στα παίγνια. Ανάμεσα στην ανία και την κατήφεια, το ‘ριξα στις αφαιρέσεις και τα βήματα. Οχι τα μπασκετικά, μέρες που ‘ναι, αλλά τα κλασικά. Αυτά που καθορίζουν την κίνηση.
Πώς το ‘λεγε ο Μπαλζάκ στη «Θεωρία του βαδίσματος» (εκδόσεις Πατάκη); «Η Κίνηση συμπεριλαμβάνει τη Σκέψη, την πιο καθαρή δράση του ανθρώπου, τον Λόγο, τη μετάφραση των σκέψεών του, και εν συνεχεία το Βάδισμα και τη Χειρονομία, παθιασμένο συμπλήρωμα λίγο πολύ του Λόγου.
Απ’ αυτή την άλλοτε λιγότερο άλλοτε περισσότερο αθρόα διάχυση ζωής και από τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος την κατευθύνει, προκύπτουν τα θαύματα του προσωπικού αγγίγματος... Τα λόγια δεν είναι άραγε κατά κάποιον τρόπο το βάδισμα της καρδιάς και του μυαλού;».
Οταν άλλοι «διάβαζαν» πρόσωπα και μετέφραζαν λέξεις για να φωτίσουν προγραμματικές θέσεις, προσέγγιζα το θέμα πιο ανάλαφρα. Πατώντας στα βήματα των «επτά». Παράξενες παρατηρήσεις, θα πείτε, για αργές, βαριές ή άτσαλες κινήσεις. Παιχνιδιάρικες περιδινήσεις του μυαλού, ενώ το έργο παίζεται αλλού.