Κάθε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει δικαίωμα να εκχωρεί μονοπωλιακά τη διοργάνωση τυχερών παιχνιδιών, ακόμη και στο διαδίκτυο, σε μια εταιρεία ιδιωτικοοικονομικών συμφερόντων, εφόσον κρίνει πως έτσι προστατεύεται καλύτερα το καταναλωτικό κοινό, αλλά και ευρύτερα οι πολίτες από την εγκληματικότητα που υπάρχει σ’ αυτό τον τομέα.
Αυτό αποφάσισε το Δικαστήριο της ΕΕ, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΟΠΑΠ, όπου επίσης επισημαίνεται ότι η μονοπωλιακή άδεια μπορεί να επεκτείνεται χρονικώς, εφόσον έτσι κρίνει σκόπιμο το κράτος-μέλος.
Ταυτόχρονα, κάθε κράτος-μέλος έχει δικαίωμα να απαγορεύει την διοργάνωση τυχερών παιχνιδιών στην επικράτειά του από εταιρείες, οι οποίες έχουν λάβει άδεια από άλλο κράτος-μέλος.
Αφορμή για την απόφαση στάθηκε σειρά προδικαστικών ερωτημάτων που τέθηκαν από αυστριακό δικαστήριο, καθώς η εταιρεία Osterreichische Lotterien GmbH, ιδιωτικού δικαίου εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, κατέφυγε στην αυστριακή δικαιοσύνη κατά της εταιρείας bet-at-home.com Entertainment, η οποία διοργάνωνε τυχερά παιχνίδια στο διαδίκτυο, επικαλούμενη ότι έχει αυτό το δικαίωμα, αφού κατέχει άδεια από ένα άλλο κράτος-μέλος και εν προκειμένω την Μάλτα (υπόθεση C-347/09).
Κατά την διαδικασία στο ΔΕΕ, εκτός από τους διάδικους και την αυστριακή κυβέρνηση, παρέμβαση έκαναν και οι κυβερνήσεις της Ελλάδας, του Βελγίου, της Πορτογαλίας και της Μάλτας, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση του ΟΠΑΠ, στην απόφαση η οποία δημοσιεύθηκε χτες, το ΔΕΕ αποφαίνεται ότι το άρθρο 49 ΕΚ (περί ελεύθερης εγκατάστασης εταιρειών στα κράτη-μέλη της Ε.Ε.), σε ό,τι αφορά τα τυχερά παιχνίδια έχει την έννοια
α) κράτος-μέλος το οποίο επιδιώκει την εξασφάλιση ενός ιδιαιτέρως υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών στον τομέα των τυχερών παιχνιδιών μπορεί βασίμως να θεωρεί ότι μόνον η δημιουργία μονοπωλίου υπέρ ενός και μοναδικού οργανισμού που υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο εκ μέρους των δημοσίων αρχών μπορεί να παράσχει στις εν λόγω αρχές τη δυνατότητα να ελέγχουν την εγκληματικότητα που ενυπάρχει στον τομέα αυτόν και να επιδιώκουν την επίτευξη του σκοπού αποτροπής του ενδεχομένου ενθαρρύνσεως υποβολής σε υπερβολικά υψηλές δαπάνες για τυχερά παιχνίδια και καταστολής της εξαρτήσεως από αυτά κατά αρκούντως αποτελεσματικό τρόπο,
β) προκειμένου μια εθνική ρύθμιση, η οποία καθιερώνει μονοπώλιο στον τομέα των τυχερών παιχνιδιών (παρέχοντας τη δυνατότητα στον κάτοχο της άδειας του μονοπωλίου να ασκεί επεκτατική πολιτική), να συνάδει με τους σκοπούς της καταπολεμήσεως της εγκληματικότητας, καθώς και της μειώσεως των ευκαιριών συμμετοχής σε παιχνίδια, πρέπει:
- να στηρίζεται στη διαπίστωση ότι οι εγκληματικές δραστηριότητες και οι ενέχουσες απάτη δραστηριότητες που σχετίζονται με τυχερά παιχνίδια και η εξάρτηση από τυχερά παιχνίδια αποτελούν πρόβλημα στο έδαφος του οικείου κράτους-μέλους, πρόβλημα το οποίο θα ήταν δυνατό να αντιμετωπισθεί με την επέκταση των εγκεκριμένων και νομοθετικώς ρυθμιζόμενων δραστηριοτήτων, και
- να επιτρέπει μόνον τη χρησιμοποίηση λελογισμένης διαφημίσεως και αυστηρώς περιοριζόμενης σε ό,τι απαιτείται προκειμένου να κατευθυνθούν οι καταναλωτές προς τα ελεγχόμενα, και όχι προς τα παρανόμως λειτουργούντα δίκτυα παιγνίων.
γ) το γεγονός ότι ένα κράτος-μέλος επέλεξε σύστημα προστασίας διαφορετικό από εκείνο που υιοθέτησε άλλο κράτος-μέλος δεν μπορεί να έχει επίπτωση στην εκτίμηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας των διατάξεων που έχουν θεσπιστεί στον τομέα αυτόν, οι οποίες πρέπει να αξιολογούνται αποκλειστικά υπό το φως των σκοπών που επιδιώκουν οι αρμόδιες αρχές του ενδιαφερομένου κράτους-μέλους και του επιπέδου της προστασίας που σκοπούν να διασφαλίσουν.
Το δικαστήριο σημειώνει ακόμη πως: «Τα διάφορα κράτη-μέλη δεν διαθέτουν απαραιτήτως τα ίδια τεχνικά μέσα για τον έλεγχο των διαδικτυακών τυχερών παιχνιδιών και δεν προβαίνουν αναγκαστικά στις ίδιες επιλογές. Μολονότι η Κυβέρνηση της Μάλτας ισχυρίσθηκε ότι η Δημοκρατία της Μάλτας είναι το πρώτο κράτος-μέλος που ανέπτυξε ένα ρυθμιστικό σύστημα ειδικά σχεδιασμένο για τον έλεγχο και την εποπτεία των διαδικτυακών τυχερών παιχνιδιών, το γεγονός ότι μπορεί να επιτευχθεί ένα συγκεκριμένο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών από απάτες του επιχειρηματία σε ένα συγκεκριμένο κράτος-μέλος με την εφαρμογή εξελιγμένων τεχνικών ελέγχου και εποπτείας, δεν επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το ίδιο επίπεδο προστασίας μπορεί να επιτευχθεί σε άλλα κράτη-μέλη που δεν διαθέτουν αυτά τα τεχνικά μέσα ή δεν έχουν προβεί στις ίδιες επιλογές. Το κράτος-μέλος μπορεί, εξάλλου, νομίμως να θελήσει να εποπτεύει μια οικονομική δραστηριότητα που λαμβάνει χώρα στο έδαφός του, γεγονός που θα ήταν αδύνατο εάν έπρεπε να βασιστεί σε ελέγχους που διενεργούνται από τις αρχές άλλου κράτους συστημάτων τα οποία δεν ελέγχει το ίδιο».