Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Ένα δεύτερο πακέτο μέτρων για τη στήριξη του πρωτογενούς τομέα φέρεται να επεξεργάζεται η κυβέρνηση στην κατεύθυνση της διασφάλισης της επισιτιστικής επάρκειας, αλλά και της αποσυμπίεσης των εγχώριων παραγωγών και κτηνοτρόφων από τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις.
Στη χθεσινή συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου, παρουσία μιας διευρυμένης ομάδας κυβερνητικού επιτελείου, το «πρώτο βιολί» ήταν ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Γεώργιος Γεωργαντάς, ο οποίος διαβεβαίωσε για ακόμα μια φορά ότι δεν τίθεται ζήτημα επάρκειας αγαθών στην αγορά και γνωστοποίησε τους βασικούς άξονες των παρεμβάσεων και των εναλλακτικών λύσεων που περιλαμβάνει το σχέδιο δράσης του υπουργείου για τη βέλτιστη διαχείριση της επισιτιστικής κρίσης που προκαλεί σε διεθνές επίπεδο ο πόλεμος στην Ουκρανία. Πέρα από τις ισχύουσες παρεμβάσεις, ύψους 200 εκατ. ευρώ, που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση, εξετάζεται η προώθηση ενός μίγματος μέτρων, το οποίο εστιάζει στη στήριξη του κλάδου, ώστε να περάσει τις «συμπληγάδες» των αυξημένων τιμών σε ζωοτροφές, λιπάσματα και ενέργεια.
Στις ζωοτροφές
Για το πεδίο των ζωοτροφών, πέρα από τον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στο 6%, η ενίσχυση των κτηνοτρόφων σε ποσοστό 4% στον τζίρο του β' εξαμήνου του 2021, που είχε εξαγγείλει ο πρώην υπουργός Λιβανός, φέρεται ότι «κλειδώνει» στο 2% των συνολικών εσόδων παραγωγής για όλο το 2021. Στο πρώτο τρίμηνο του 2022 οι εισαγωγές για τις ζωοτροφές υπολογίζονται σε 75 χιλ. τόνους, ενώ για το σύνολο του 2021 εκτιμάται ότι ανήλθαν σε 320 χιλ. τόνους. Για τις καλλιέργειες, μια πρόταση που φέρεται να έχει πέσει στο τραπέζι είναι η κάρτα αγρότη να χρησιμοποιηθεί για αγορά λιπασμάτων έναντι συγκεκριμένου ποσού, χωρίς συμψηφισμό από το χρηματοπιστωτικό σύστημα των βαρών που προέρχονται από υφιστάμενες πιθανές φορολογικές ή ασφαλιστικές υποχρεώσεις του κατόχου. Να αναφερθεί ότι η κυβέρνηση προχώρησε στη μείωση του ΦΠΑ από το 13% στο 6% με το συνολικό κόστος του μέτρου να ανέρχεται στα 20 εκατ. ευρώ, ωστόσο στα λιπάσματα, στα οποία το ενεργειακό κόστος συμμετέχει 60%-80%, τα δεδομένα διαμορφώνονται ως εξής: ένας σάκος 40 κιλών αμμωνίας διατίθεται προς 40 ευρώ έναντι 17 ευρώ πέρυσι, ενώ τα ζιζανιοκτόνα διατίθενται προς 90 ευρώ έναντι 35 ευρώ πέρυσι.
Σχετικά με το ενεργειακό κόστος αιχμή του δόρατος είναι η επιστροφή του ΕΦΚ πετρελαίου κίνησης στους αγρότες για το 2022 και η κάλυψη της ρήτρας αναπροσαρμογής στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος για την περίοδο Αυγούστου-Δεκεμβρίου 2021. Οι προτεινόμενες συμπληρωματικές παρεμβάσεις φέρεται ότι προβλέπουν και τη ρύθμιση των χρεών στον πρωτογενή τομέα.
Καμία ανησυχία για την επάρκεια των αποθεμάτων
Εν αναμονή των δηλώσεων των αποθεμάτων γεωργικών προϊόντων και πρώτων υλών, ο αρμόδιος υπουργός Γ. Γεωργαντάς διαβεβαιώνει ότι η ομαλή ροή της αγοράς είναι εξασφαλισμένη, επισημαίνοντας ότι «πάντα υπάρχει η δυνατότητα αύξησης της εγχώριας παραγωγής, ενώ η βελτίωση της κατανομής μεταξύ χρήσης βιοκαυσίμου και οικιακής χρήσης μπορεί να βοηθήσει περαιτέρω στην αύξηση των διαθεσίμων ποσοτήτων για κατανάλωση». Σε θεσμικό επίπεδο, πέρα από την Υ.Α. για έλεγχο αποθεμάτων και την επανασύσταση της επιτροπής Επισιτιστικής Ασφάλειας, δρομολογείται η δημιουργία βάσης δεδομένων με διασύνδεση όλων των υφιστάμενων εργαλείων καταγραφής του ΥπΑΑΤ και των εποπτευόμενων φορέων, αλλά και ένα νέο διοικητικό πλαίσιο διευκόλυνσης εισαγωγών από ΗΠΑ και Καναδά μέσω Ιταλίας ή αυτοτελώς για το μαλακό σιτάρι, καθώς και η ένταξη στη συνδεδεμένη επιδότηση του αραβόσιτου. Στο χωράφι θα δοθεί έμφαση στην αύξηση της παραγωγής ηλίανθου κατά επιπλέον 350 χιλ. στρέμματα, ενώ εξετάζεται και ο συνετός περιορισμός βιολογικών καλλιεργειών αλλά και η ενίσχυση των καλοκαιρινών καλλιεργειών.
Πάντως, από πλευράς παραγωγών ήδη εκφράζεται έντονη ανασφάλεια και ήδη εκτιμάται ότι τη νέα καλλιεργητική περίοδος οι εκμεταλλεύσεις θα περιοριστούν κατά 30%, ενώ στην κτηνοτροφία και την πτηνοτροφία έκδηλη είναι η ανησυχία για τη δυνατότητα θρέψης των ζώων και κατ’ επέκταση διατήρησης των δραστηριοτήτων, εξέλιξη που αποτελεί άμεση απειλή για την παραγωγή γαλακτοκομικών, αυγών, κρέατος.
O κ. Σκυλακάκης
Στα νέα δεδομένα που έχει δημιουργήσει στην ελληνική οικονομία ο πόλεμος στην Ουκρανία και στην πορεία των τιμών αναφέρθηκε από το βήμα της Βουλής ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης. «Δεν θα έχουμε ύφεση. Θα έχουμε ανάπτυξη. Λίγο χαμηλότερη, αλλά ανάπτυξη. Με εξαίρεση το να έχουμε μια πολύ χειρότερη εικόνα στην υπόθεση του πολέμου απ’ ό,τι σήμερα» σημείωσε, απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή του Κινήματος Αλλαγής Βασίλη Κεγκέρογλου. Ο κ. Σκυλακάκης τόνισε πως σε σχέση με το 2019 έχουμε εξαπλασιασμό των διεθνών τιμών φυσικού αερίου, μια σοβαρή αύξηση στο πετρέλαιο, και σοβαρές αυξήσεις στα δημητριακά, οι οποίες δεν ξέρουμε ακόμα πώς θα εξελιχθούν στο μέλλον, διότι αυτό έχει να κάνει με το τι θα συμβεί στις παραγωγικές και εξαγωγικές δυνατότητες της Ουκρανίας και της Ρωσίας.
Αναφερόμενος πάντως στα μέτρα της κυβέρνησης ο κ. Σκυλακάκης είπε ότι «θα συνεχίσουμε να βοηθούμε. Αλλά η βοήθειά μας θα είναι πεπερασμένη».
Στήριξη των αλιέων με 500 εκατ. από την Ε.Ε.
Μηχανισμό αποζημιώσεων διαφυγόντων εισοδημάτων και αποθεματοποίησης για επιχειρήσεις και παραγωγούς αλιείας και υδατοκαλλιεργειών ενεργοποιεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ μέσω της πρωτοβουλίας BlueInvest απελευθερώνονται επιπλέον 500 εκατ. ευρώ κοινοτικών κονδυλίων για τον κλάδο. Ειδικότερα, όπως αποφάσισε η Κομισιόν, ο μηχανισμός αντιμετώπισης κρίσεων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (ΕΤΘΑΥ) θα προσφέρει άμεση ανακούφιση στις επιχειρήσεις των τομέων της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και της μεταποίησης θαλασσινών, μέσω χρηματικής αποζημίωσης για τις οικονομικές απώλειες και το πρόσθετο κόστος τους. Θα δώσει στα κράτη-μέλη τη δυνατότητα να χορηγούν χρηματική αποζημίωση στις επιχειρήσεις για το διαφυγόν τους εισόδημα λόγω της τρέχουσας διατάραξης της αγοράς, καθώς και «ενίσχυση αποθήκευσης» στις οργανώσεις παραγωγών. Το μέτρο αυτό έρχεται να προστεθεί στο προσωρινό πλαίσιο κρίσης, το οποίο παρέχει στα κράτη-μέλη τη δυνατότητα να χορηγούν στήριξη μέσω κρατικών ενισχύσεων.
Πιο συγκεκριμένα, ο μηχανισμός που ενεργοποιείται επιτρέπει στα κράτη-μέλη να λαμβάνουν δύο είδη μέτρων αντιμετώπισης της κρίσης: Χρηματική αποζημίωση των επιχειρήσεων στους τομείς της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και της μεταποίησης για το διαφυγόν εισόδημα και το πρόσθετο κόστος λόγω της τρέχουσας διατάραξης της αγοράς. Το πρόσθετο ενεργειακό κόστος μπορεί να καλύπτεται από την αποζημίωση εφόσον συνδέεται με τη διατάραξη της αγοράς που προκάλεσε η στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Χρηματική αποζημίωση των οργανώσεων παραγωγών, εφόσον εφαρμόζουν τον μηχανισμό αποθεματοποίησης της κοινής οργάνωσης των αγορών («ενίσχυση για αποθεματοποίηση»).