The N Society
Του Παύλου Ραβάνη,
προέδρου του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου της Αθήνας
Η ΡΑΓΔΑΙΑ αύξηση των τιμών, η οποία καταγράφεται στο επίπεδο της παγκόσμιας οικονομίας, έχει φυσικά επηρεάσει και την ελληνική οικονομία, με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να αποτελεί το κέντρο της προσοχής, όχι μόνο των υπεύθυνων για την άσκηση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, και τον μήνα Ιούνιο καταγράφηκαν πολύ μεγάλες αυξήσεις τιμών σε ετήσια βάση, στο φυσικό αέριο (117,7%), στο ηλεκτρικό ρεύμα (70,4%), στο πετρέλαιο θέρμανσης (65,1%), στα λοιπά καύσιμα όπως βενζίνη, πετρέλαιο κίνησης (45,6%). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι παραπάνω αυξήσεις προκύπτουν μετά και τον συνυπολογισμό των επιδοτήσεων που δίνονται για το ηλεκτρικό ρεύμα, το φυσικό αέριο, αλλά και για τα καύσιμα.
ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ και ιδιαίτερα οι μικρομεσαίες, καλούνται να αντεπεξέλθουν στις πρωτοφανείς αυξήσεις στο κόστος παραγωγής, αλλά και σε ελλείψεις πρώτων υλών, ενώ υφίστανται έντονες -άμεσες και έμμεσεςεπιδράσεις από τη διάχυση των ανατιμήσεων σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής και διανομής. Αναμφισβήτητα, ο αντίκτυπος σε διαφορετικούς κλάδους και κατηγορίες επιχειρήσεων ποικίλλει ανάλογα με την εξάρτηση κάθε τομέα από εισαγόμενα ενεργειακά και μη ενεργειακά προϊόντα, καθώς και όσον αφορά τις διαφορές στην ελαστικότητα της τελικής ζήτησης ως προς την τιμή συγκεκριμένων προϊόντων και υπηρεσιών που προσδιορίζει την τιμολογιακή ισχύ της επιχείρησης. Ιδιαίτερα οι πιο αδύναμες επιχειρήσεις βρίσκονται ενώπιον μιας νέας δοκιμασίας, οι επιδράσεις της οποίας θα εξαρτηθούν και από την τελική διάρκεια της κρίσης. Οι επιχειρηματίες φοβούνται μήπως ο εισαγόμενος λόγω ανατιμήσεων στα καύσιμα πληθωρισμός μετατραπεί σε δομικό και επηρεάσει ολόκληρη την παραγωγική αλυσίδα στις επιχειρήσεις.
ΕΑΝ Ο ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ «ξεφύγει» μέσα στο επόμενο δίμηνο, η αύξηση στο κόστος παραγωγής θα είναι πολύ υψηλή και οι ανατιμήσεις σε όλη την παραγωγική διαδικασία θα έχουν πολλαπλασιαστικό χαρακτήρα στην τελική τιμή των προϊόντων. Υπολογίζεται ότι κάθε αύξηση του πληθωρισμού κατά 0,5% οδηγεί σε αύξηση της τελικής τιμής του προϊόντος κατά -τουλάχιστον- 5%.
Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ του πληθωρισμού και μάλιστα σε διψήφια νούμερα, αυξάνει το κόστος διαβίωσης και επιβραδύνει τους ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας και της ελληνικής. Η χώρα και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, είναι αντιμέτωπες με μία ακόμη πρόκληση. Για τις επιχειρήσεις μας, απαιτείται συστηματικός προγραμματισμός, οργάνωση, και συνεργασία κράτους και επιχειρηματικής κοινότητας, προκειμένου στις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες να υπάρξουν τα εξής:
Διατήρηση ρευστότητας: Τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία θα πρέπει να παρέχουν μεσοπρόθεσμα δάνεια στη μικρομεσαία επιχείρηση, ώστε να διατηρήσει την αναγκαία ρευστότητα για να διαχειριστεί διαχρονικά τις επιπτώσεις της αύξησης του ενεργειακού κόστους, των πρώτων υλών και της πιθανής αλλαγής των όρων συνεργασίας με πελάτες και προμηθευτές.
Διαχείριση κόστους χρήματος: Με τον πληθωρισμό στο 10%, η διαχείριση της αύξησης του κόστους χρήματος μπορεί να γίνει έμμεσα, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με χαμηλό επιτόκιο, σταθερό, για όλη τη διάρκεια του δανείου και
Διαχείριση κόστους ενέργειας: Σήμερα, μετά και τις τελευταίες γεωπολιτικές εξελίξεις, είναι ακόμη πιο επιτακτική η ανάγκη για άμεσες και γενναίες αποφάσεις, προκειμένου να διατηρηθεί η ρευστότητα στην αγορά και να σωθεί ο παραγωγικός τομέας από το νέο κύμα ανατιμήσεων και τον πληθωρισμό.
ΤΟ ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΟ Επιμελητήριο της Αθήνας έχει ζητήσει άλλωστε προ πολλού από την Πολιτεία να λαμβάνει υπόψη σε κάθε πρόγραμμα χρηματοδότησης και στήριξης των επιχειρήσεων τη διάκριση ανάμεσα στις παραγωγικές, βιοτεχνικές επιχειρήσεις και στις καθαρά εμπορικές, λόγω των αδιαμφισβήτητων ιδιαιτεροτήτων που έχει ο παραγωγικός τομέας στη χώρα.