The N Society
Του Γιάννη Ψαράκη
Δικηγόρος, συνεργάτης της δικηγορικής εταιρείας Ψαράκης - Κεφαλάς και ιδρυτής του IP hub «The Trademark Hoop»
Η καταχώρηση εμπορικού σήματος συμφέρει την επιχείρηση. Διεθνείς μελέτες και οικονομικές αναλύσεις -όπως έχουμε αναλύσει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας- αποδεικνύουν γιατί αυτό αποτελεί μια πραγματικότητα. Παράλληλα, η κατοχύρωση π.χ. λογοτύπου, ονόματος επιχείρησης ή ονόματος προϊόντος έχει σχετικά χαμηλό κόστος, είτε μιλάμε για εθνικό εμπορικό σήμα είτε ακόμα και για σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUTM). Ωστόσο, προκειμένου να μην προκύψουν -αργά ή και πιο γρήγορα- προβλήματα για την επιχείρηση, θα πρέπει η διαδικασία να λάβει την προσοχή που της πρέπει, ήδη από την αρχή. Η καταχώριση εμπορικού σήματος πρέπει να αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα. Μια απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΓΔΕΕ) σε υπόθεση ελληνικών συμφερόντων υπενθυμίζει τους λόγους για τους οποίους η συμβουλή ειδικού σε ζητήματα εμπορικών σημάτων είναι απολύτως αναγκαία προεργασία ήδη κατά τη διαμόρφωση της προς καταχώριση ένδειξης (π.χ. όνομα, λογότυπο, εικόνα κ.ο.κ.).
Ένα από τα φαινόμενα που αντιμετωπίζονται συχνότερα στην πράξη αποτελεί εκείνο των περιγραφικών ενδείξεων: συνηθέστατα οι ενδιαφερόμενοι απευθύνονται σε ειδικό έχοντας καταλήξει στην επιλογή ένδειξης η οποία περιγράφει -λιγότερο ή περισσότεροτο προϊόν ή την υπηρεσία που προορίζεται να φέρει το σήμα. Στο παράδειγμα της συγκεκριμένης υπόθεσης, ιταλική φαρμακοβιομηχανία είχε υποβάλει δήλωση κατάθεσης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ώστε έτσι να απολαμβάνει προστασίας σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.) για τη λεκτική ένδειξη «HYAL», προκειμένου να διακρίνει χημικά και φαρμακευτικά παρασκευάσματα. Η ένδειξη αυτή, μάλιστα, έγινε δεκτή από τον EUIPO (European Union Intellectual Property Office) και καταχωρίστηκε στο οικείο μητρώο. Η ιταλική εταιρεία απέκτησε, δηλαδή, εμπορικό σήμα της Ε.Ε. (το έτος 2008).
Η συνέχεια μας δείχνει γιατί η ολοκλήρωση της καταχώρισης εμπορικού σήματος απαιτεί στέρεη γνώση και εξειδίκευση από πλευράς νομικού συμβούλου και ότι η καταχώριση (από μόνη της) δεν θα πρέπει να μας εφησυχάζει ότι οι υπηρεσίες που λάβαμε από τον ειδικό που ανέλαβε τη διαδικασία ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες μας.
Εννέα χρόνια μετά την καταχώριση του σήματος (2017), ελληνική φαρμακευτική εταιρεία αμφισβήτησε το κατά πόσο ένα τέτοιο εμπορικό σήμα, για τα συγκεκριμένα προϊόντα, ορθώς έγινε δεκτό. Σύμφωνα τελικά και με το δικαστήριο, η ένδειξη «HYAL» θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή ως επιστημονική συντομογραφία της ουσίας υαλουρονιδάσης ή θα μπορούσε να υποδείξει στο ενδιαφερόμενο κοινό είτε ότι τα προϊόντα αυτά ενδέχεται να περιέχουν υαλουρονικό οξύ ως δραστικό συστατικό ή ότι αυτά τα προϊόντα θα μπορούσαν να συνδεθούν με τις γνωστές ιδιότητες αυτού του οξέος, δηλαδή την υαλώδη και ενυδατική τους δράση. Έτσι, θα μπορούσε να έχει περιγραφικό χαρακτήρα για τα εν λόγω προϊόντα. Για το αυτό, λόγω δηλαδή αυτού του εσφαλμένου χειρισμού από την πλευρά της ιταλικής εταιρείας κατά την επιλογή της ένδειξης, το καταχωρισθέν εμπορικό σήμα διαγράφηκε τελικά από το μητρώο σημάτων της Ε.Ε.
Σύμφωνα με βασική αρχή του δικαίου των εμπορικών σημάτων (άρθρο 7 του Καν. 2017/1001 για το εμπορικό σήμα της Ε.Ε. και άρθρο 4 του ν. 4679/2020 σε εναρμόνιση με το άρθρο 4 της Οδηγίας 2015/2436 για την προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών για τα εθνικά εμπορικά σήματα), δεν καταχωρίζονται ως σήματα -κι αν από λάθος καταχωρίστηκαν, διαγράφονταιενδείξεις οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά σε σημεία ή ενδείξεις που μπορεί να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για τη δήλωση του είδους, της ποιότητας, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της υπηρεσίας. Το τι είναι περιγραφικό (ή όχι) αποτελεί μια νομική κρίση, η ερμηνεία της οποίας προσεγγίζεται μέσα από τα κανονιστικά κείμενα, από τα Guidelines του EUIPO και βεβαίως από τη νομολογία του Γενικού Δικαστηρίου της Ε.Ε. (ΓΔΕΕ) και του Δικαστηρίου της Ε.Ε. (ΔΕΕ). Αυτό καθίσταται αντιληπτό από αρκετές σκέψεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.
Τελικά, η καταχώριση εμπορικού σήματος λέει πολλά, λέει όμως και πολύ λίγα. Εμπορικό σήμα είχε και η ιταλική φαρμακευτική, έχοντας δαπανήσει χιλιάδες ευρώ για τη διαδικασία (παράβολα - τέλη και ενδεχόμενη αμοιβή δικηγόρου), όμως αυτό δεν εμπόδισε τη διαγραφή του σήματος. Πράγματι, η καταχώριση σήματος χωρίς την απαραίτητη προεργασία από εξειδικευμένο νομικό σύμβουλο δεν έχει ιδιαίτερο νόημα κατά το ότι, όχι σπάνια, θα συνοδεύεται με πλημμέλειες οι οποίες θα μπορούν ανά πάσα στιγμή στο μέλλον να προβληθούν και να οδηγήσουν στη διαγραφή.
Εκείνος ο οποίος επιθυμεί να θέσει σταθερά θεμέλια στην επιχειρηματική του δραστηριότητα θα πρέπει να έχει κατά νου ότι είναι απαραίτητη η προηγούμενη σωστή νομική διεργασία, προκειμένου όντως το εμπορικό σήμα να έχει την εγγενή ισχύ να αντέξει σε επιθετικές ενέργειες τρίτων (συνηθέστατα ανταγωνιστών). Η καταχώριση αποτελεί απλώς την κορυφή του παγόβουνου, αλλά πολύ πιο σημαντικό είναι το τι βρίσκεται (εάν βρίσκεται) κάτω από αυτό. Αυτό θα παράσχει την απαραίτητη ομαλότητα στη διάρκεια ζωής του σήματος χωρίς αναπάντεχες (και συχνά καταστροφικές, ιδίως σε περιπτώσεις κινδύνου σύγχυσης: καταστροφή προϊόντων, παράλειψη χρήσης συγκεκριμένης ιστοσελίδας με ήδη καλή θέση στην κατάταξη της Google κ.ο.κ.) ανατροπές.
Επομένως, η εξακρίβωση της ποιότητας των υπηρεσιών που έλαβε ο σηματούχος δεν ολοκληρώνεται με την καταχώριση της ένδειξης. Αντίθετα, η ποιότητα των υπηρεσιών θα παίξει σημαντικό ρόλο όταν ο σηματούχος χρειαστεί να προβάλει το εμπορικό του σήμα και να ασκήσει (ή και να αποκρούσει) αξιώσεις βάσει αυτού.