Της Ανθής Αγγελοπούλου, [email protected]
Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση στην Ελλάδα στη μετά-πανδημία εποχή αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για όλους τους τομείς και ιδιαιτέρως για το κομμάτι της υγείας, που είναι η αιχμή του δόρατος.
Μια πρόσφατη μελέτη της διαΝΕΟσις αποτυπώνει τις βελτιώσεις που υλοποιήθηκαν εν μέσω πανδημίας, όπως για παράδειγμα η ψηφιοποίηση υπηρεσιών του Δημοσίου, ωστόσο διαπιστώνει και τις αδυναμίες που αποτελούν τροχοπέδη στην περαιτέρω εξέλιξη και ανάπτυξη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Κατά τη διάρκεια του περιορισμού στο πρώτο κύμα της πανδημίας προχώρησε η απλούστευση και η ψηφιοποίηση αρκετών διαδικασιών της δημόσιας διοίκησης, που θεσμοθετήθηκαν με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) και Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις (ΚΥΑ). Χαρακτηριστικές παρεμβάσεις έγιναν στον τομέα της υγείας, όπου κατά την περίοδο της πανδημίας διατέθηκε η υπηρεσία της άυλης συνταγογράφησης, δημιουργήθηκε το Μητρώο Ασθενών Covid-19, η e-πλατφόρμα για το εμβόλιο κατά της νόσου Covid-19 (emvolio.gov.gr) και η δήλωση αυτοδιαγνωστικών τεστ Covid19 (self-testing.gov.gr), ενώ δρομολογήθηκαν και δράσεις για την τηλεσυμβουλευτική και τον Ατομικό Ηλεκτρονικό Φάκελο Υγείας (ΑΗΦΥ).
Η ανταπόκριση των πολιτών ήταν θετική και η προσαρμοστικότητά τους υψηλή στο εμπλουτισμένο περιβάλλον ψηφιακών υπηρεσιών που δημιουργήθηκε. Ανάλογη προσαρμοστικότητα έχουν επιδείξει και πλήθος φορείς. Την ίδια ώρα, μια σειρά από προκλήσεις και διαχρονικές αδυναμίες της δημόσιας διοίκησης που αφορούν τη χρήση των ΤΠΕ (Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνίας), παραμένουν ή και αναδεικνύονται περαιτέρω υπό αυτές τις ιδιάζουσες συνθήκες. Αυτές θα πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα, προκειμένου να διασφαλιστεί η εξυπηρέτηση του πολίτη, η αποτελεσματική λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, η ορθή και διαφανής χρήση πόρων, η βιωσιμότητα και επεκτασιμότητα των καλών πρακτικών, και εν γένει οι δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει η ψηφιακή διακυβέρνηση σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Παρά τα θετικά, χρειάζονται αρκετά σημαντικά βήματα για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση στην Ελλάδα. Η δημόσια διοίκηση εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από δαπανηρές, χρονοβόρες υπηρεσίες, πολύπλοκες διαδικασίες, γραφειοκρατία και αδιαφάνεια.
Ο Δείκτης Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) 2020 παρουσιάζει τους τομείς όπου μπορεί να υπάρξει σημαντική βελτίωση. Βέβαια, να σημειώσουμε ότι ο δείκτης DESI 2020 βασίζεται σε δεδομένα του 2019, τα οποία αξιολογούν την κατάσταση της ψηφιακής οικονομίας και της κοινωνίας πριν από την πανδημία και πριν από τις περισσότερες εκ των προαναφερόμενων δράσεων και αναμένεται νεότερη έκδοση, όπου θα υπάρξει και τροποποίηση στην ακολουθούμενη μεθοδολογία. Κατά συνέπεια, τα ευρήματα του DESI 2020 πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν σε συνδυασμό με τα μέτρα που ελήφθησαν για τη διαχείριση της πανδημίας και τη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης, καθώς και τη δραστηριοποίηση κατά βάση του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Παρά, λοιπόν, την αύξηση σχετικών δράσεων, στον δείκτη DESI το 2020 η Ελλάδα καταλαμβάνει την 27η θέση. Για παράδειγμα, στις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες σημειώθηκε πρόοδος σε σχέση με το 2019, αλλά η βαθμολογία της Ελλάδας εξακολουθεί να είναι χαμηλή. Τα διασυνδεδεμένα μητρώα είναι το κλειδί για να διασφαλιστεί ότι οι χρήστες δεν θα πρέπει να υποβάλλουν ξανά τα ίδια δεδομένα στη δημόσια διοίκηση. Το 2019, οι περισσότερες από τις χώρες βελτιώθηκαν σε αυτό το μέτρο, σε σύγκριση με το 2018. Το ποσοστό της Ελλάδας είναι κάτω από το 30%. Επίσης, χαμηλό είναι το ποσοστό των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις.
Οι παρεμβάσεις που χρειάζονται
Οι παρεμβάσεις που απαιτούνται ακόμα, αφορούν, τουλάχιστον στον τομέα υγείας, την πλατφόρμα ιατρικής τηλεσυμβουλευτικής, τα Μητρώα Ασθενών και Ασθενειών που θα βελτιστοποιήσουν την έρευνα και την πρόληψη στον χώρο των παροχών υγείας. Η ανάλυση αυτών των δεδομένων θα καταστήσει τον τομέα της δημόσιας υγείας πιο αποτελεσματικό στον σχεδιασμό και τη λήψη αποφάσεων τόσο σε άμεσες ενέργειες, εν μέσω της πανδημίας, όσο και σε μεσο- ή ακόμα και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Η ολοκλήρωση του Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας, ο οποίος τηρείται στο Σύστημα της Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης με στοιχεία από τις εργαστηριακές εξετάσεις και τα στοιχεία των Μονάδων Υγείας, θα βελτιώσει σημαντικά τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας και θα διευκολύνει το έργο των επαγγελματιών υγείας σε όλο τον κύκλο ζωής των υπηρεσιών. Η δράση αυτή, όπως και λοιπά έργα του Ταμείου Ανάκαμψης, είναι κρίσιμο να αναπτυχθεί σε στάδια (π.χ. αρχικά με διασύνδεση αποτελεσμάτων εξετάσεων ιδιωτικών εργαστηρίων) και να εκκινήσει άμεσα δίχως περαιτέρω καθυστερήσεις. Είναι κρίσιμο ο Φάκελος Υγείας να ανεξαρτητοποιηθεί τεχνικά από τη συνταγογράφηση και να αντιστραφεί ο κύκλος λειτουργίας, ώστε να αποτελέσει το σημείο εισόδου. Επίσης, επιβάλλεται η ολοκλήρωση του κύκλου ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, με διασύνδεση των αντίστοιχων συστημάτων σε ΗΔΙΚΑ και ΕΟΠΥΥ, καθώς και με πλήρη «αϋλοποίηση» όλης της διαδικασίας συνταγογράφησης και μετά την εκτέλεσή της στο φαρμακείο (δηλαδή επέκταση της άυλης συνταγής/ του άυλου παραπεμπτικού και στην backoffice διαδικασία). Σύμφωνα με τους ειδικούς, η εξοικείωση του πολίτη με τις ψηφιακές υπηρεσίες που επετεύχθη εν μέσω πανδημίας, θα μειώσει τον χρόνο εξυπηρέτησής τους, τα περιθώρια ερμηνειών των διαδικασιών και των όσων προβλέπονται από τον/την υπάλληλο που υποδέχεται τον πολίτη, και θα προωθήσει τη διαφάνεια, ενώ θα εξαλείψει φαινόμενα διαφθοράς.
Το βέβαιο, όπως λέει η συγγραφική ομάδα της έκθεσης της διαΝΕΟσις, είναι πως το θεσμικό πλαίσιο που διαμορφώνεται για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, η στρατηγική που αναπτύσσεται στον τομέα αυτόν, η έως σήμερα ανάπτυξη υπηρεσιών κυρίως στους τομείς της υγείας και της δημόσιας διοίκησης και η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τις δημόσιες ψηφιακές υπηρεσίες διαμορφώνουν μια σημαντική δυναμική ανάπτυξης των ψηφιακών υπηρεσιών. [SID:14783637]