Του Αναστάσιου Καπνοπώλη*
Η μεγάλη διεθνής κρίση που προκλήθηκε από την πανδημία φαίνεται να περιορίζεται σταδιακά. Οι δραστηριότητες αρχίζουν, έστω και δειλά, να ανοίγουν, τόσο παγκόσμια όσο και στη χώρα μας.
Ωστόσο ο δρόμος για την επιστροφή στην κανονικότητα δεν θα είναι εύκολος. Για τις περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις, κάποιες εκ των οποίων και προ κορονοϊού αντιμετώπιζαν σωρεία προβλημάτων που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης, ξεκινά τώρα μια καινούργια μάχη ανάκαμψης και προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα. Για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις η κατάσταση σε αρκετές περιπτώσεις μοιάζει εκρηκτική, με την ανησυχία να είναι έντονη καθώς κανείς δεν ξέρει πώς θα εξελιχθεί το τέταρτο κύμα κορονοϊού που ήδη έχουμε μπροστά μας.
Στη μάχη για την επάνοδο στην κανονικότητα υπάρχουν εμπόδια αλλά και προκλήσεις.
Το πρώτο εμπόδιο αφορά τη διαχείριση των απωλειών που προκάλεσε η πανδημία και η επακόλουθη ύφεση. Είναι αλήθεια ότι πολλές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα σε κλάδους που υποχρεώθηκαν να κλείσουν ή να περιορίσουν δραστικά τη λειτουργία τους, θα δυσκολευτούν να σταθούν στα πόδια τους μετά την απόσυρση των μέτρων στήριξης από την πολιτεία. Θα πρέπει, λοιπόν, για να μη δούμε νέα λουκέτα στην αγορά, να υπάρξει σχεδιασμός για την υποστήριξη της επόμενης μέρας, με παρεμβάσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να παραμείνουν στη ζωή και να διατηρήσουν όσο το δυνατόν περισσότερες θέσεις εργασίας.
Το δεύτερο πρόβλημα αφορά τη συνεχιζόμενη δυσκολία της μεγάλης πλειονότητας των επιχειρήσεων -ιδιαίτερα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων- να αποκτήσουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό.
Σύμφωνα με έρευνα της PwC για την ελληνική αγορά, οι ΜμΕ απασχολούν το 86% του εταιρικού εργατικού δυναμικού και παράγουν το 18% του ΑΕΠ της χώρας μας.
Με μικρή κεφαλαιακή βάση και έχοντας διανύσει μια δεκαετία ύφεσης και πρόσφατα 1,5 χρόνο πανδημίας είναι λογικό να υπάρχει καταπόνηση των εν λόγω επιχειρήσεων, οι οποίες κατά κανόνα αγωνίζονται για να επιβιώσουν μετά το πολύμηνο lockdown, την ώρα, μάλιστα, που το εμπόριο έτυχε ελλιπούς ενίσχυσης έναντι άλλων επιχειρηματικών κλάδων. Είναι λοιπόν φανερό πως η πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης είναι απόλυτη ανάγκη για να έχουν οι επιχειρήσεις ελπίδες εξέλιξης και μακροημέρευσης.
Θα πρέπει, επίσης, να τονιστεί η ανάγκη σύστασης ενός ειδικού λογαριασμού (Ταμείο) που θα καλύπτει απευθείας τις επιταγές των εκδοτών -ή έστω το μεγαλύτερο μέρος των ποσών- καθώς οι λήπτες μέχρι σήμερα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα λόγω των σημαντικών καθυστερήσεων ώστε να καλυφθούν τα ποσά που πρόκειται να λάβουν.
Πρόκληση και ευκαιρία για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας είναι τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς δίνουν τη δυνατότητα στη χώρα να προωθήσει σημαντικές επενδύσεις,να συμβάλει στην ανανέωση του εξοπλισμού των επιχειρήσεων, αλλά και να ολοκληρώσει μεγάλες μεταρρυθμίσεις, να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας, με στόχο βέβαια και τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ενίσχυση της οικονομικής συνοχής.
Στο επίκεντρο των προσπαθειών θα πρέπει να βρεθεί η μεταποίηση. Κατά συνέπεια είναι απαραίτητη η αναθεώρηση του αναπτυξιακού μίγματος της ελληνικής οικονομίας, με:
- έμφαση στις μικρές και πολύ μικρές μεταποιητικές επιχειρήσεις αλλά και στη διασύνδεση του αγροτικού προϊόντος με το δευτερογενή και τριτογενή τομέα
- στρατηγική ανάδειξη νέων δυναμικών και εξωστρεφών κλάδων
- στενότερη διασύνδεση της παραγωγής με την εκπαίδευση, την τεχνολογία και την καινοτομία, προκειμένου να αυξηθεί η διαφοροποίηση και η προστιθέμενη αξία των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών.
Ο ιδιωτικός τομέας σήκωσε μέχρι τώρα το μεγαλύτερο βάρος από την ύφεση που προκάλεσε η πανδημία. Αξίζει, λοιπόν, κάθε στήριξη ώστε να ανακάμψει γρήγορα και να πρωταγωνιστήσει στην επόμενη μέρα της οικονομίας.