Της Αμαλίας Γκουνέλα*
και της Βίκυς Μακρυγιάννη*
*Η Αμαλία Γκουνέλα και η Βίκυ Μακρυγιάννη είναι Senior Advisors ExportReady, Τομέας Βιομηχανίας, Ανάπτυξης, Δικτύων & Περιφερειακής Πολιτικής, ΣΕΒ.
Αντίθετα με την αρχική αισιοδοξία και την πρόβλεψη της Παγκόσμιας Τράπεζας για παγκόσμια ανάπτυξη το 2021 στο 5,6%, η πανδημία συνεχίζει να επηρεάζει δυσμενώς το παγκόσμιο επιχειρηματικό περιβάλλον και να δημιουργεί κλίμα αβεβαιότητας. Ωστόσο, παρά τα προσκόμματα και τις δυσκολίες διακίνησης, οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών το έτος 2020 αυξήθηκαν κατά 3,4% έναντι του 2019, φθάνοντας τα 24,1 δισ. ευρώ. Με στοιχεία δεκαετίας 20102020, η αύξηση έφθασε το 50,4%. Παρατηρούμε ότι μόνο τον Μάρτιο του 2020, δηλαδή όταν εκδηλώθηκε το πρώτο σοκ από την πανδημία, οι εξαγωγές αγαθών εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών κατέγραψαν πτώση περί το 3,7%. Πολύ γρήγορα, όμως, η αυξητική πορεία επανήλθε και φαίνεται ότι εδραιώνεται πλέον. Συνολικά, κατά το διάστημα Ιαν. - Απρ. 2021 οι εξαγωγές αγαθών (χωρίς καύσιμα και πλοία) εμφανίζουν αύξηση 17,1%, επιπλέον αύξησης 2,1%, το αντίστοιχο διάστημα το 2020. Σημειώνεται ακόμη ότι η καλή πορεία των εξαγωγών αγαθών στο 4μηνο του 2021 οφείλεται κυρίως στις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων (+17,7%), ιδίως χημικών (+22,2%) και μηχανημάτων (+19,3%), καθώς και στις εξαγωγές τροφίμων (+11,9%), ποτών (+17,4%) και πρώτων υλών (+49,8%). Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι οι επιχειρήσεις μέλη του ΣΕΒ καλύπτουν πάνω από το 45% της εξαγωγικής δραστηριότητας της χώρας. Οι προαναφερόμενες επιδόσεις είναι πολύ θετικές και αναμένεται να συμβάλουν περαιτέρω στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις των αναλυτών.
Οι προκλήσεις για τις ελληνικές εξαγωγές
Η πρόοδος αυτή δεν πρέπει ωστόσο να μας καθησυχάζει γιατί οι προκλήσεις παραμένουν και οι ελληνικές εξαγωγές κινούνται ακόμα σε χαμηλά επίπεδα, συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το 2020, οι συνολικές ελληνικές εξαγωγές αγαθών διαμορφώθηκαν περίπου στο 18,1% του ΑΕΠ, όταν το αντίστοιχο μέγεθος ήταν 25,8% στην Πορτογαλία, 57,6% στο Βέλγιο και 64,9% στην Ιρλανδία, χώρες συγκρίσιμες με την Ελλάδα. Προφανώς, υφίστανται σοβαρά προσκόμματα που δυσχεραίνουν τις ελληνικές εξαγωγές. Κάποια είναι ενδογενή, κάποια άλλα οφείλονται σε εξωτερικούς παράγοντες. Ωστόσο, για να ενισχύσουν την εξαγωγική τους δραστηριότητα, οι επιχειρήσεις οφείλουν να αξιολογούν τις νέες τάσεις και εξελίξεις, είτε αυτές αφορούν νέες καταναλωτικές συνήθειες είτε νέες πρακτικές. Η πανδημία άλλαξε καταναλωτικές συνήθειες, επηρέασε εξαγωγικούς προορισμούς, ανέδειξε την κρισιμότητα υιοθέτησης ψηφιακών πρακτικών και ταυτόχρονα τη σημασία που έχει μια δυναμική βιομηχανία για την επιβίωση της οικονομίας. Πέρα από τις επισημάνσεις αυτές, είναι καίριας σημασίας οι Έλληνες εξαγωγείς να επιλέγουν με προσοχή τους εξαγωγικούς προορισμούς και να αναζητούν νέους, σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται με γρήγορους ρυθμούς. Έχουμε πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα, σε εμάς εναπόκειται να τα εκμεταλλευτούμε!
Το στοίχημα είναι συνεπώς σαφές. Οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις καλούνται να αντεπεξέλθουν στις νέες προκλήσεις που παρουσιάζονται στο διεθνές εμπόριο, ώστε να αυξηθούν οι εξαγωγές μας και να προσεγγίσουμε τις επιδόσεις των εταίρων μας. Τη δύσκολη αυτή περίοδο, ο ΣΕΒ θα συνεχίσει να στέκεται δίπλα στις επιχειρήσεις και να τις ενισχύει στην επιδίωξή τους να περιορίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας, μέσα από το πλέγμα υπηρεσιών «ExportReady», που συμβάλλει στην κάλυψη αναγκών των επιχειρήσεων με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εξατομίκευση και υποστήριξη. Είμαστε αισιόδοξοι ότι η περαιτέρω μεγέθυνση των εξαγωγών μας τα επόμενα χρόνια μπορεί να φέρει ισχυρούς ρυθμούς οικονομικής και κοινωνικής προόδου.