Επιμέλεια: Δανάη Αλεξάκη, Σταμάτης Ζησίμου, Φάνης Ζώης, Αντώνης Τσιμπλάκης, Γιώργος Χατζηλίδης

Με διαφορετικές ταχύτητες ο ελληνικός οίνος στις κύριες αγορές

Εκτιμήσεις για την πορεία της παγκόσμιας παραγωγής
Τρίτη, 27 Ιουλίου 2021 10:05
UPD:18:52
A- A A+

Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]

Διαφορετικές ταχύτητες κατέγραψαν οι εξαγωγές οίνου την περσινή χρονιά, με τάσεις μείωσης να εμφανίζονται σε κύριες αγορές όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ, εν αντιθέσει με χώρες όπως η Γαλλία και ο Καναδάς, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Κεντρική Συνεταιριστική Ένωση Αμπελοοινικών Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ).

«Διαφορετική είναι η εικόνα σε κάθε αγορά ξεχωριστά, μη υπακούοντας σε γενικευμένες αιτιάσεις αν και αίτια θα μπορούσε να είναι το ξέσπασμα της πανδημίας covid 19, γεγονός που θα δικαιολογούσε μια συνολική τάση μείωσης των εξαγωγών, κάτι που δεν ισχύει για όλους τους εξαγωγικούς προορισμούς» αναφέρεται μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση της Ένωσης. Οι ελληνικές εξαγωγές οίνων σε ποσότητα, αντιστοιχούν σε ποσοστό 11,42% της ελληνικής οινοπαραγωγής του 2020/2021 (26.081 τόνοι έναντι 228.322 τόνοι της συνολικής παραγωγής).

Στις χώρες της Ε.Ε.

Σε ό,τι αφορά τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 91,07% των συνολικών εξαγωγών σε αξία για το 2020, πρώτος προορισμός για τους ελληνικούς οίνους παραμένει η Γερμανία και ακολουθούν Γαλλία, Κύπρος, Ηνωμένο Βασίλειο, Βέλγιο και Κάτω Χώρες.

Στην αγορά της Γερμανίας η αξία των εξαγωγών ελληνικού κρασιού εμφανίζεται μειωμένη κατά 12,07% για το 2020 έναντι του 2019 (30.269.602 ευρώ/2019 - 26.615.096 ευρώ/2020), ενώ πτώση 11,67% παρουσιάζεται και σε ποσότητα (13.776.885 κιλά/2019 - 12.169.105 κιλά/2020). Ελαφρά μείωση κατά 0,46% καταγράφεται το 2020 και στην εξαγόμενη μέση τιμή πώλησης (2,20 ευρώ το κιλό/2019 - 2,19 ευρώ το κιλό/2020).

Στον μέσο όρο πενταετίας οι εξαγωγές οίνου, σε αξία, είναι μειωμένες κατά 10,47%, ενώ σε ποσότητα η πτώση αγγίζει το 14,75%. Η μέση τιμή πώλησης παραδόσεων οίνων καταγράφει αύξηση κατά 4,99%, γεγονός που απεικονίζει τη συνεχόμενη αύξηση μέσης τιμής την προηγούμενη 4ετία.

Αυξημένες κατά 45,36% σε αξία εμφανίζονται το 2020 οι εξαγωγές στη δεύτερη χώρα-προορισμό των εξαγωγών ελληνικού οίνου, τη Γαλλία (4.315.149 ευρώ/2019 - 6.272.504 ευρώ/2020). Οι εξαγώγιμες ποσότητες οίνου μεγεθύνθηκαν κατά 78,16% (2.137.273 κιλά/2019 - 3.807.676 κιλά/2020), ενώ αντίθετα μείωση παρατηρείται στη μέση τιμή πώλησης οίνων κατά 18,41% (2,02 ευρώ το κιλό 2019 - 1,65 ευρώ το κιλό 2020).

Αντίστοιχη ήταν και η αύξηση των μεγεθών σε σύγκριση με την προηγούμενη 5ετία, αφού το 2020 σε σύγκριση με την 5ετία 2015 - 2019 μεγεθύνθηκαν κατά 32,02% σε αξία και κατά 31,40% σε ποσότητα. Η μέση τιμή μονάδος ανά κιλό μειώθηκε ελαφρώς κατά 1,07%.

Στην Κύπρο, τρίτη χώρα προορισμό για τα ελληνικά κρασιά, η πτώση των εξαγωγών σε αξία έφτασε το 2020 σε 23,32% (4.628.200 ευρώ/2020) συγκριτικά με το 2019 (6.009.435 ευρώ/2019), ενώ κατά 10,88% μειώθηκε η αξία σε μέσο όρο πενταετίας. Αντίθετα, αύξηση 34,84% παρουσιάζει η τιμή πώλησης το περασμένο έτος σε σχέση με το 2019 (2,67 ευρώ το κιλό/2019 - 3,61 ευρώ το κιλό/2020), η οποία είναι αυξημένη και σε σχέση με τον μέσο όρο 5ετίας σε ποσοστό 22,43%.

Σχετικά με τις ποσότητες ελληνικού κρασιού, αυτές για το 2020 ακολούθησαν σημαντική πτώση η οποία ανήλθε σε 43,13% (2.247.543 κιλά/2019 - 1.278.138 κιλά/2020) ενώ σε σύγκριση με το μέσο όρο 5ετίας οι εξαγόμενες ποσότητες οίνου στην Κύπρο είναι μειωμένες κατά 28,27%.

Σε ΗΠΑ και Καναδά

Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές ελληνικού οίνου σε τρίτες χώρες, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και ο Καναδάς αποτελούν τους κύριους προορισμούς, με τα δύο αυτά κράτη να αντιπροσωπεύουν για το 2020 το 71,14% των συνολικών εξαγωγών κρασιού σε αξία.

Σημαντική μείωση σε ποσοστό 36,53% παρουσιάζουν οι εξαγωγές ελληνικών οίνων σε αξία στις ΗΠΑ το 2020 έναντι του 2019 (13.346.197 ευρώ/2019 - 8.470.727 ευρώ/2020). Μικρότερη πτώση παρουσιάζεται και στις εξαγόμενες ποσότητες οίνων το 2020 έναντι του 2019 κατά 31,54% (2.395.648 κιλά/2019 1.640.105 κιλά/2020), ενώ συρρίκνωση 7,29% σημειώνεται στη μέση τιμή πώλησης εξαγόμενων οίνων το 2020 έναντι του 2019 (5,57 ευρώ το κιλό/2019 - 5,16 ευρώ το κιλό/2020).

Αρνητική τάση παρουσιάζουν τα μεγέθη του 2020 συγκρινόμενα με τον μέσο όρο 5ετίας 2015-2019, καθώς η αξία μειώθηκε κατά 28,78%, ενώ σε ποσότητα 28,75%.

Την ίδια ώρα οι εξαγωγές του προϊόντος στον Καναδά παρουσιάζουν αυξητικές επιδόσεις σε αξία και ποσότητα.

Συγκεκριμένα, το περασμένο έτος παρουσιάστηκε σημαντική αύξηση στην αξία έναντι του 2019 κατά 20,98% (5.998.889 ευρώ/2019 7.257.235 ευρώ/2020), ενώ θετικό πρόσημο καταγράφηκε και στις εξαγόμενες ποσότητες κατά 20,78% (1.256.704 κιλά/2019 - 1.517.852 κιλά/2020). Ελαφρά αύξηση εμφανίζει και η μέση τιμή πώλησης κατά 0,16% (4,77 ευρώ το κιλό 2019 - 4,78 ευρώ το κιλό 2020).

Τέλος, σε αξία η αύξηση, σε σχέση με τον μέσο όρο της προηγούμενης 5ετίας, ανέρχεται σε 41,75%, σε ποσότητα σε 32,99%, ενώ μεγεθύνθηκε η μέση τιμή πώλησης κατά 7,01%.

Όγκοι σε αναζήτηση νέων αγορών

Το χύδην εμπόριο διατηρείται καθώς η Ισπανία έχασε τη σημαντική ρωσική αγορά, μετά την έναρξη ισχύος του ομοσπονδιακού νόμου τον Ιούνιο του 2020. Σημαντικοί όγκοι μεταφέρθηκαν στην Πορτογαλία, και σε μικρότερο βαθμό στη Γαλλία και τη Γερμανία, αλλά όχι στην Ιταλία, λέει ο Ισπανός αναλυτής. «Το μέλλον του ισπανικού κρασιού στη Ρωσία φαίνεται ιδιαίτερα διακυβευμένο. Στο τέλος, θα μπορούσε να είναι καλό. Θα μπορούσαν να υπάρξουν αγορές με μεγαλύτερη αξία αλλού, με αύξηση των εμφιαλωμένων εξαγωγών στη Ρωσία». Σε σχετική σημείωση, τι γίνεται με τα αυστραλιανά κρασιά που κάποτε προορίζονταν για την Κίνα; «Τελικά, καταλήγουμε πάντα να βρούμε νέες αγορές. Το ερώτημα είναι με ποιο κόστος;».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Χιλή ήταν ο μεγάλος ευνοημένος αυτής της κατάστασης: «Το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, οι εξαγωγές της Αυστραλίας προς την Κίνα μειώθηκαν κατά 6,2 εκατομμύρια λίτρα, ενώ οι αποστολές της Χιλής αυξήθηκαν κατά 6,8 εκατομμύρια λίτρα». Απομένει να δούμε αν άλλες χώρες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την μετατόπιση των χιλιανών όγκων στην Κίνα. «Φυσικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσαν να προσφέρουν νέες ευκαιρίες σε άλλες προμηθεύτριες χώρες», αναγνωρίζει ο Rafael del Rey. «Ωστόσο, η Ισπανία είναι απίθανο να ωφεληθεί. Δεν είναι οι ίδιοι διανομείς, ούτε τα ίδια προϊόντα. Δεν αντικαθιστούμε το Cabernet sauvignon». Όσο για την Κίνα, ο αναλυτής δεν είναι πολύ αισιόδοξος εκεί: «Οι φιλοδοξίες της Ισπανίας στην Κίνα είναι περισσότερο επιθυμία παρά πρόγνωση. Γενικότερα, η κινεζική αγορά φαίνεται να ανακάμπτει, αλλά ο ρυθμός ανάπτυξης δεν θα είναι ο ίδιος με πριν από το 2018».

Ένταση στις λευκές ποικιλίες

Τέλος, η μείωση της παραγωγής της Νέας Ζηλανδίας κατά 20% έως 30% φέτος κινδυνεύει να επιδεινώσει την ήδη τεταμένη κατάσταση στην αγορά χύμα λευκών οίνων, από την οποία η Νότια Αφρική θα ωφεληθεί αναμφίβολα. Γενικότερα, ο Rafael del Rey αναμένει σταθεροποίηση στις τιμές του χύδην εμπορίου μεταξύ των χωρών παραγωγής και αύξηση του εμπορίου και των τιμών των οίνων premium, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων της Νέας Ζηλανδίας. «Η βιώσιμη ανάπτυξη θα συνεχίσει να οδηγεί την ανάπτυξη στην αγορά χύδην premium», καταλήγει ο ειδικός.

 

Χρησιμοποιήστε τα πλήκτρα ← → για να πλοηγηθείτε
 

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Εξαγωγές