Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου (ΟΙV), το 2020 -έτος της κρίσης Covid 19- η επιφάνεια του παγκόσμιου αμπελώνα εκτιμάται ότι ανερχόταν στα 7,3 εκατ. εκτάρια (mha).
Στην Ελλάδα, η έκταση των αμπελώνων παρουσιάζει μία σταθερότητα τα τελευταία έτη, στα 109 χιλιάδες εκτάρια (kha), κατέχοντας το 1,5% της παγκόσμιας επιφάνειας αμπελώνων (1 εκτάριο = 10 στρέμματα).
Η παγκόσμια παραγωγή οίνου εκτιμάται σε 260 εκατ. εκατόλιτρα (mhl) (+1% σε σχέση με το 2019), επίπεδο ελαφρώς χαμηλότερο του μέσου όρου. Η παγκόσμια κατανάλωση οίνου εκτιμάται στα 234 εκατ. εκατόλιτρα (mhl), σημειώνοντας μείωση 3% σε σύγκριση με το 2019 και φτάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο κατανάλωσης από το 2002.
Το 2020, οι παγκόσμιες εξαγωγές οίνου συρρικνώθηκαν ελαφρώς σε όγκο φθάνοντας τα 105,8 mhl (-1,7% σε σχέση με το 2019), αλλά σημείωσαν σχετικά σημαντική πτώση σε αξία, κατά 6,7%, φθάνοντας τα 29,6 δισ. ευρώ.
Η συνολική έκταση των αμπελώνων εμφανίζει μια σταθεροποίηση από το 2017, μετά την πτώση που προκλήθηκε από τη σημαντική μείωση των εκτάσεων σε χώρες όπως η Τουρκία, το Ιράν, οι ΗΠΑ, η Πορτογαλία και το Ουζμπεκιστάν.
Σε επίπεδο κρατών-μελών της Ε.Ε., τα στοιχεία για το 2020 δείχνουν αύξηση της έκτασης των αμπελώνων στη Γαλλία (797 χιλιάδες εκτάρια, +0,4%) και την Ιταλία (719 χιλιάδες εκτάρια, +0,8%).
Αντίθετα, η επιφάνεια των αμπελώνων μειώθηκε σε σχέση με το 2019 στην Ισπανία (961 χιλιάδες εκτάρια, -0,6%) που κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως, την Πορτογαλία (194 χιλιάδες εκτάρια, -0,2%), τη Ρουμανία (190 χιλιάδες εκτάρια, -0,4%), τη Βουλγαρία (66 χιλιάδες εκτάρια, -1,8%) και την Ουγγαρία (65 χιλιάδες εκτάρια, -3,9%). Σταθεροποίηση της έκτασης καλλιέργειας παρατηρήθηκε στη Γερμανία (103 χιλιάδες εκτάρια).
Στην Ανατολική Ευρώπη, η Μολδαβία συνέχισε την πτωτική της τάση που ξεκίνησε από το 2018, φτάνοντας σε μια συνολική έκταση αμπελώνων 140 χιλιάδες εκτάρια (-2%), η οποία εξηγείται από τη συνεχιζόμενη διαδικασία αναδιάρθρωσης και μετασχηματισμού του αμπελώνα της. Η Ρωσία αντιθέτως, κατέγραψε οριακή αύξηση των αμπελώνων της το 2020, κατά 0,6%, στα 96 χιλιάδες εκτάρια.
Στον υπόλοιπο κόσμο, η Κίνα, μετά από μία μακρά περίοδο σημαντικής επέκτασης (20002015), είδε την ανάπτυξη του αμπελώνα της το 2020 να επιβραδύνεται (785 χιλιάδες εκτάρια, +0,6% σε σχέση με το 2019) για πέμπτο συνεχόμενο έτος. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Εθνικής Αγροτικής Απογραφής στην Κίνα, η χώρα βρίσκεται στην τρίτη θέση παγκοσμίως ως προς την έκταση, μετά την Ισπανία και τη Γαλλία.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι στα 405 χιλιάδες εκτάρια, η συνολική επιφάνεια των αμπελώνων μειώνεται σταθερά από το 2013.
Η Τουρκία, ο πέμπτος αμπελώνας στον κόσμο, είδε το μέγεθος της έκτασης των αμπελώνων της να μειώνεται για άλλη μια φορά το 2020, κατά 4,7 χιλιάδες εκτάρια, φθάνοντας συνολική επιφάνεια 431 χιλιάδες εκτάρια. Είναι η έβδομη συνεχόμενη χρονιά που το μέγεθος του αμπελώνα της Τουρκίας μειώνεται.
Επιπλέον, μειώσεις των εκτάσεων σημειώθηκαν στους αμπελώνες της Αργεντινής (215 χιλιάδες εκτάρια, -0,2%), της Χιλής (207 χιλιάδες εκτάρια, -1,2%) και της Βραζιλίας (80 χιλιάδες εκτάρια, -1,2%).
Στη Νότιο Αφρική, η έκταση των αμπελώνων μειώθηκε ελαφρώς σε σχέση με το 2019, στα 122 χιλιάδες εκτάρια. Στην Αυστραλία η έκταση των αμπελώνων παρέμεινε σταθερή στα 146 χιλιάδες εκτάρια, ενώ στη Νέα Ζηλανδία η επιφάνεια αυξήθηκε κατά 2% φθάνοντας τα 40 χιλιάδες εκτάρια.
Aνοδικά κινούνται οι ροές του προϊόντος
Την πορεία της παγκόσμιας αγοράς οίνου στο προσεχές διάστημα επιχειρεί να σκιαγραφήσει ο Rafael del Rey, διευθυντής του Παρατηρητηρίου της Ισπανικής Αγοράς Οίνου, ο οποίος εκτιμά ότι η Νότια Αφρική κάνει μια μεγάλη επιστροφή στην παγκόσμια αγορά χύδην φέτος, ειδικά με τα λευκά, αλλά η Ισπανία εξακολουθεί να οδηγεί τις μεγάλες τάσεις. «Συνολικά, η αγορά χύδην έχει καλή πορεία φέτος», λέει ο Ισπανός αναλυτής. «Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έχω στη διάθεσή μου, μέχρι τον Μάρτιο του 2021, το παγκόσμιο εμπόριο παρουσίασε ελάχιστη πτώση 0,2% σε όγκο, έναντι -1,3% στο τέλος του 2020». Η βελτίωση εξηγείται από την αύξηση των ροών μεταξύ των χωρών παραγωγής, μετά τους παγετούς και λαμβάνοντας υπόψη τις προοπτικές συγκομιδής για το 2021. Κύριος εκφραστής της τάσης η Ισπανία, η οποία εξάγει περισσότερα από 10 εκατομμύρια εκατόλιτρα οίνου χύμα κάθε χρόνο -σχεδόν 3 φορές περισσότερο από την Ιταλία, τον δεύτερο μεγαλύτερο παίκτη στην αγορά- και επομένως παίζει καθοριστικό ρόλο στο εμπόριο. «Οι παγετοί στη Γαλλία και την Ιταλία έχουν δώσει ώθηση στις ισπανικές εξαγωγές, αλλά δεν ξέρουμε σε ποιο βαθμό. Διότι στο τέλος εξαρτάται από τις κατηγορίες προϊόντων που επηρεάζονται περισσότερο». Σύμφωνα με τον διεθνή μεσίτη Ciatti, η άνοδος έχει μεταφραστεί σε αύξηση 20% των τιμών του ισπανικού κρασιού, αλλά η αύξηση θα μπορούσε να είναι βραχύβια.
Χωρίς να μπορέσει να προβλέψει αυτή τη στιγμή, ο Rafael del Rey παραδέχεται ότι «ο καιρός ήταν μάλλον ευνοϊκός για την παραγωγή κρασιού στην Ισπανία φέτος. Υπήρξαν μερικοί παγετοί τον Ιανουάριο, αλλά αποφύγαμε τον πιο καταστροφικό Απρίλιο και Μάιο. Επιπλέον, οι βροχοπτώσεις είναι αρκετά καλές». Από την πλευρά του, ο Ciatti προβλέπει μία από τις μεγαλύτερες ισπανικές συγκομιδές των τελευταίων πέντε ετών. Αρκετή για να τροφοδοτήσει τους φόβους για υπερπαραγωγή και απαιτήσεις για απόσταξη κρίσεων. «Μόνο η απόσταξη είναι αποτελεσματική στη μείωση των όγκων», λέει ο Rafael del Rey.
«Πρέπει ακόμη να βρούμε τη χρηματοδότηση για να το πετύχουμε». Η μείωση των ισπανικών αποθεμάτων από τις αρχές του τρέχοντος έτους οδήγησε σε βελτίωση της κατάστασης: «Τον Μάρτιο του 2021, τα αποθέματα ήταν 5 εκατομμύρια εκατόλιτρα υψηλότερα από ό,τι το 2020, αν και η παραγωγή αυξήθηκε κατά 12 Mhl, κάτι που δείχνει ότι τα κρασιά πωλούνται καλά . Οι ανησυχίες για το επίπεδο των αποθεμάτων είναι πολύ λιγότερες από ό,τι στο τέλος του περασμένου έτους».