Του Κώστα Δεληγιάννη
[email protected]
Νέες πύλες εισόδου φυσικού αερίου πρόκειται να υλοποιηθούν τα επόμενα χρόνια στη χώρα μας, οι οποίες, πέρα από την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην ελληνική αγορά, πρόκειται να συμβάλουν στη διαφοροποίηση των οδεύσεων και την πηγών προμήθειας καυσίμου σε όλη την ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων. Έτσι, αναμένεται να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο ο ρόλος της Ελλάδας ως διαμετακομιστικού κόμβου (hub), ο οποίος έχει ξεκινήσει να αναδύεται από το 2019 με τη λειτουργία της 3ης δεξαμενής στο τέρμιναλ του ΔΕΣΦΑ στη Ρεβυθούσα, όταν και για πρώτη φορά έφτασαν σε διψήφιο αριθμό οι ξένοι χρήστες του εθνικού συστήματος.
Το πρώτο βήμα για τη «διεθνοποίηση» του εθνικού συστήματος μεταφοράς θα πραγματοποιηθεί μάλιστα εντός της τρέχουσας χρονιάς, καθώς έως το τέλος του 2020 αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία ο Διαδριατικός Αγωγός Φυσικού Αερίου (ΤΑΡ). Σε συνδυασμό με τον Αγωγό Νότιου Καυκάσου (SCPX) και τον Αγωγό φυσικού αερίου Ανατολίας (TANAP), ο ΤΑΡ θα συγκροτήσει τον λεγόμενο Νότιο Διάδρομο, για τη μεταφορά φυσικού αερίου από το κοίτασμα Σαχ Ντενίζ ΙΙ στο Αζερμπαϊτζάν μέχρι το δίκτυο φυσικού αερίου της Ιταλίας, από το οποίο θα μπορεί να διοχετευθεί σε άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς.
Η άμεση απόρροια του TAP για την Ελλάδα είναι η προσθήκη μίας επιπλέον πηγής τροφοδοσίας με αέριο αγωγού, που αναμένεται να ενισχύσει τον ανταγωνισμό στην εγχώρια χονδρεμπορική αγορά. Ωστόσο, ο αγωγός αποτέλεσε παράλληλα καθοριστικό βήμα ώστε να εξελιχθεί η χώρα μας σε hub, καθώς η κατασκευή του έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη δρομολόγηση της υλοποίησης του Διασυνδετήριου Αγωγού Φυσικού Αερίου Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), με τον οποίο η χώρα μας αναμένεται να αποτελέσει αφετηρία του λεγόμενου Κάθετου Διαδρόμου, που φιλοδοξεί να ενώσει το Αιγαίο με την Κεντρική Ευρώπη.
Έτσι, αν και μία από τις σημαντικές «αποστολές» του είναι η μεταφορά αερίου από το Σαζ Ντενίζ ΙΙ στη Βουλγαρία, το οποίο θα καταφθάνει στη χώρα μας μέσω του ΤΑΡ, με την υλοποίηση των υπόλοιπων διασυνδετηρίων του Κάθετου Διαδρόμου, ο ελληνοβουλγαρικός αγωγός θα λειτουργήσει παράλληλα ως μία νέα «πύλη» εισόδου καυσίμου στην όμορη χώρα, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία. Καύσιμο το οποίο θα ξεκινά από την Ελλάδα, περνώντας αρχικά από το εθνικό σύστημα μεταφοράς.
Η κατασκευή του IGB βρίσκεται ήδη σε πλήρη εξέλιξη, με σκοπό να ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2021. Υλοποιείται από την κοινοπραξία ICGB, δηλαδή της βουλγαρικής BEΗ (που έχει ποσοστό 50%) και της κοινοπραξίας IGI Poseidon που έχει το υπόλοιπο 50%, κατανεμημένο ισομερώς μεταξύ της ΔΕΠΑ Διεθνών Έργων και της ιταλικής Edison. Θα έχει μήκος 182 χλμ. και συνολικό κόστος 250 εκατ. ευρώ, ενώ θα ξεκινά από την Κομοτηνή (όπου και θα διασυνδέεται με τον Διαδριατικό αγωγό TAP) και θα καταλήγει στη Στάρα Ζαγόρα στη Βουλγαρία. Η αρχική δυναμικότητά του θα είναι 3 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου/έτος (bcma) με δυνατότητα επέκτασης στα 5 bcma.
Τη συγκεκριμένη «πύλη» θα αξιοποιεί ο πλωτός τερματικός σταθμός αποθήκευσης και επαναεριοποίησης υγροποιημένου αερίου (FSRU) που πρόκειται να εγκατασταθεί στην Αλεξανδρούπολη από την Gastrade. Έτσι, το FSRU θα αναβαθμίσει τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας ως κόμβου διαμετακίνησης φυσικού αερίου, καθώς θα καταργήσει τον αποκλεισμό των υπόλοιπων κρατών στην περιοχή από την πρόσβασή τους σε υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), με δεδομένο ότι δεν έχουν τη δυνατότητα ανάπτυξης ανάλογων υποδομών.
Απόδειξη για τη σημασία του Σταθμού στη διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας και οδεύσεων στη ΝΑ Ευρώπη αποτελεί η μετοχική σύνθεση της Gastrade, συμφερόντων Κοπελούζου, στην οποία δίνουν επίσης το «παρών» η ΔΕΠΑ, ο Διαχειριστής του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου της Βουλγαρίας (Bulgartransgaz EAD) και η Gaslog συμφερόντων Πίτερ Λιβανού, ενώ άμεσα αναμένεται να γίνει η είσοδος και του ΔΕΣΦΑ. Το έργο θα αποτελείται από μία πλωτή μονάδα, η οποία προορίζεται να εγκατασταθεί στον θαλάσσιο χώρο 10 χλμ. ανοιχτά της παράκτιας περιοχής της Αλεξανδρούπολης. Θα έχει αποθηκευτική ικανότητα LNG έως και 170.000 κυβ. μέτρα και δυναμικότητα αεριοποίησης 22,7 εκ. κ.μ. ημερησίως (8,3 δισ. κ.μ. ετησίως).
Η εγκατάσταση θα συμπληρώνεται από ένα σύστημα αγωγών συνολικού μήκους 28 χλμ. (υποθαλάσσιος αγωγός 24 χλμ. και χερσαίος αγωγός 4 χλμ.), για τη σύνδεση στο εθνικό δίκτυο μεταφοράς. Από εκεί, και με τη συνδρομή του Κάθετου Διαδρόμου, θα μπορεί το καύσιμο να μεταφερθεί έως την Ουγγαρία, έχοντας φτάσει ακτοπλοϊκώς στην Αλεξανδρούπολη με τη μορφή LNG, από οποιοδήποτε σημείο του κόσμου. Η εμπορική βιωσιμότητα του έργου έχει διασφαλισθεί απολύτως μετά το επιτυχημένο market test που ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο, με ελληνικές και διεθνείς εταιρείες, αλλά και τελικούς καταναλωτές να δεσμεύουν δυναμικότητα επαναεριοποίησης 2,6 δισεκατομμύρια κυβ. μέτρα τον χρόνο, η οποία ισοδυναμεί με το 50% περίπου της δυναμικότητας του Σταθμού.
Εξασφαλισμένη είναι επίσης και η χρηματοδότηση της υποδομής. Παράλληλα, σε φάση ολοκλήρωσης βρίσκονται οι δύο διεθνείς διαγωνισμοί για την κατασκευή της υποδομής. Έτσι, οι τελικοί ανάδοχοι αναμένεται να ανακοινωθούν σύντομα, και σε κάθε περίπτωση πριν από την Τελική Επενδυτική Απόφαση (FID), η οποία σύμφωνα με τον πλάνο θα ληφθεί εντός του 2020.
Την ίδια στιγμή, σε εξέλιξη βρίσκονται οι διαδικασίες για την εκχώρηση του εξαντλημένου κοιτάσματος υδρογονανθράκων στη Νότια Καβάλα, με σκοπό να μετατραπεί σε υποθαλάσσια αποθήκη φυσικού αερίου. Η υποδομή θα διασφαλίσει την επάρκεια τροφοδοσίας της χώρας μας με φυσικό αέριο, με δεδομένο ότι το φυσικό αέριο θα αποτελέσει «καύσιμο-γέφυρα» τα επόμενα χρόνια για το εγχώριο ενεργειακό μίγμα, στο πλαίσιο απολιγνιτοποίησης της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής, αλλά και της ενίσχυσης του ρόλου των ΑΠΕ. Ωστόσο, το έργο θα ενισχύσει τις προοπτικές μετατροπής της Ελλάδας σε περιφερειακό hub, δρώντας επίσης θετικά και στην ευελιξία της ελληνικής αγοράς.
Ο προκαταρκτικός σχεδιασμός για τη μετατροπή του κοιτάσματος σε αποθήκη φυσικού αερίου αναφέρεται σε μια χωρητικότητα περίπου 350 εκατ. κυβ. μέτρων ανακτήσιμου καυσίμου, η οποία θα μπορούσε να εξασφαλίσει επάρκεια έως και για 90 ημέρες. Η παραχώρηση του υπόγειου χώρου θα γίνει για 50 έτη. Σύμφωνα με παλαιότερη αναφορά στο έργο του Έλληνα πρωθυπουργού, Κ. Μητσοτάκη, το ύψος της επένδυσης ανέρχεται σε 240 εκατ. ευρώ. Σε αυτό το ποσό θα πρέπει να προστεθεί επίσης το κόστος του αερίου βάσης (cushion gas), δηλαδή των μη αντλήσιμων ποσοτήτων καυσίμου που θα είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της αποθήκης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το κόστος αυτό αναμένεται να αγγίξει τα 80 εκατ. ευρώ.
Το παζλ των διεθνών διασυνδέσεων για τη διακίνηση φυσικού αερίου συμπληρώνει το σχέδιο για την ανάπτυξη του αγωγού EastMed, ο οποίος θα μεταφέρει το φυσικό αέριο από τα νέα κοιτάσματα στη λεκάνη της Λεβαντίνης (Νοτιοανατολική Μεσόγειος) στις αγορές της Δυτικής Ευρώπης, μέσω της Ελλάδας και της Κύπρου. Ο φορέας υλοποίησης του έργου, η κοινοπραξία IGI Poseidon, έχει ξεκινήσει τη διαδικασία ανταγωνιστικού διαλόγου, με στόχο την προεπιλογή των δύο υποψηφίων αναδόχων, με αντικείμενο του διαγωνισμού τον λεπτομερή σχεδιασμό, την προμήθεια, την κατασκευή, τη μεταφορά, την εγκατάσταση και το pre-commissioning (EPCI) των τεσσάρων υπεράκτιων τμημάτων του αγωγού, συνολικού μήκους, 1.470 χλμ. και προϋπολογισμού 3 δισ. ευρώ περίπου.
Μετά την προεπιλογή των αναδόχων θα ξεκινήσουν οι προπαρασκευαστικές υπηρεσίες του έργου. Συγκεκριμένα, οι εργασίες αυτής της φάσης, περιλαμβάνουν την επανεξέταση και υιοθέτηση των Μελετών Εφαρμογής (FEED) -υποθαλάσσιων τμημάτων και τη Λεπτομερή Υποθαλάσσια Έρευνα και Χαρτογράφηση (DMS)οι οποίες βρίσκονται στο στάδιο ολοκλήρωσης της ανάθεσης, καθώς και την παραγωγή πρόσθετων μελετών, όπου κριθεί αναγκαίο. Ο αγωγός έχει ενταχθεί στα Έργα Κοινού ενδιαφέροντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το σύνολο των μελετών και ερευνών του χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά κονδύλια, ενώ πρόσφατα η IGI Poseidon αποφάσισε την επένδυση 70 εκατ. ευρώ για την ολοκλήρωση των εναπομεινάντων σταδίων ανάπτυξης και ωρίμανσης του έργου σε επίπεδο λήψης τελικής επενδυτικής απόφασης (FID).