Έπειτα από μια 4ετία δύσκολης και συχνά αργόσυρτης προσαρμογής στην εκ θεμελίων μεταρρύθμιση του νόμου 4387 του 2016, γνωστού στο ευρύ κοινό και ως νόμος Κατρούγκαλου, το ασφαλιστικό σύστημα μπαίνει ξανά δυναμικά στο κάδρο της μεταρρυθμιστικής ατζέντας. Κομβικές αλλαγές διαρθρωτικού χαρακτήρα που προαναγγέλλονται με το προσχέδιο της έκθεσης της Επιτροπής Πισσαρίδη για την ανασυγκρότηση της Ελληνικής Οικονομίας, σημαντικές «ουρές» από το ασφαλιστικό Βρούτση του περασμένου Οκτωβρίου που δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί, εκκρεμότητες που γεννήθηκαν από αποφάσεις Ανωτάτων Δικαστηρίων και αποτιμώνται σε δισ. ευρώ, αλλά και οι επιπτώσεις της πανδημίας σε έσοδα και ληξιπρόθεσμα συνθέτουν ένα δύσκολο σκηνικό, εντός του οποίου, πάντως, το ασφαλιστικό αναδεικνύεται για άλλη μια φορά πρωταγωνιστής των οικονομικών εξελίξεων.
Το σύστημα, που αφορά σχεδόν 5 εκατομμύρια εργαζόμενους και επαγγελματίες καθώς και 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχους, έχει να αντιμετωπίσει τους επόμενους μήνες τουλάχιστον 8 σημαντικές προκλήσεις, που αλλάζουν τα πάντα σε κύριες συντάξεις, επικουρικές και εισφορές, επιχειρούν να κλείσουν «πληγές» του παρελθόντος, ενώ ταυτόχρονα απειλούν να ανατρέψουν τις ευαίσθητες ισορροπίες του.
Το μενού των επόμενων μηνών είναι πυκνό και σφιχτό και περιλαμβάνει ανατροπές σε όλα τα επίπεδα:
- σταδιακή στροφή προς ένα πλήρως κεφαλαιοποιητικό σύστημα στην επικουρική σύνταξη και ασφάλιση,
- καθιέρωση μιας ατομικής ιδιωτικής ευρωπαϊκής σύνταξης προαιρετικού χαρακτήρα,
- θεσμοθέτηση νέων μέτρων για τη μείωση της λεγόμενης και «φορολογικής σφήνας», δηλαδή του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων,
- εφαρμογή των νέων συντελεστών αναπλήρωσης στις κύριες συντάξεις, παλαιές και νέες,
- αντιμετώπιση της σημαντικής υστέρησης εσόδων του ΕΦΚΑ λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, που τείνουν να αγγίξουν το 1 δισ.,
- αντιμετώπιση της αύξησης των εκκρεμών και ληξιπρόθεσμων αιτήσεων για σύνταξη, κύρια και επικουρική, που φτάνουν τις 280.000,
- ικανοποίηση αποφάσεων Ανωτάτων Δικαστηρίων, όπως το ΣτΕ και καταβολή αναδρομικών ύψους δισ. ευρώ σε εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους,
- εφαρμογή του νέου μειωμένου «πέναλτι» για τους εργαζόμενους συνταξιούχους.
Τις ευαίσθητες ισορροπίες δυσχεραίνουν τα δημογραφικά μεγέθη. Ο λόγος συνταξιούχων προς εισφέροντες - εργαζομένους βαίνει αυξανόμενος και από 0,54 το 2018 σκαρφαλώνει στο 0,62 το 2070, που σημαίνει ότι 10 ασφαλισμένοι θα πρέπει να εισφέρουν στο σύστημα για να καλυφθούν οι παροχές 6 συνταξιούχων. Την ίδια ώρα ο πληθυσμός της Ελλάδας από 10,729 εκατομμύρια το 2018, εκτιμάται ότι θα μειωθεί δραματικά, σε 8,453 εκατομμύρια το 2070. Επιπλέον, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων αυξάνεται από 34,4 το 2018 σε 63,4 το 2050, για να μειωθεί στη συνέχεια σε 58,4 το 2070.
Στο χρονοδιάγραμμα προβάδισμα έχουν τα ήδη ψηφισμένα μέτρα που σχεδιάζεται να περάσουν σε φάση υλοποίησης το επόμενο 4μηνο και έως το τέλος του έτους. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν τα πάντα στο σύστημα θα πρέπει να αναμένονται το πρώτο 6μηνο του 2021.
Νέοι συντελεστές αναπλήρωσης στις κύριες συντάξεις
Αναδρομικά από 1ης Οκτωβρίου 2019 ισχύουν οι νέοι συντελεστές αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων, που φέρνουν αυξήσεις σε παλαιούς και νέους συνταξιούχους, αρκεί να έχουν αποχωρήσει με περισσότερα από 30 και έως 44 έτη ασφάλισης. Οι νέοι συντελεστές θα ισχύσουν για όλους, τόσο γι’ αυτούς που έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί όσο και γι’ αυτούς που θα συνταξιοδοτηθούν στο μέλλον. Οι παλαιοί συνταξιούχοι, ωστόσο, που έχουν αποχωρήσει πριν από την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου, δηλαδή πριν από τον Μάιο του 2016, θα έχουν σε μεγάλο βαθμό μόνο λογιστική επίπτωση στη σύνταξή τους, καθώς η δικαιούμενη αύξηση θα απορροφηθεί από την προσωπική διαφορά. Η υλοποίηση του μέτρου αναμένεται προς τον Δεκέμβριο, ενώ έως το τέλος του έτους θα πρέπει να πληρωθούν και τα αντίστοιχα αναδρομικά τουλάχιστον 14 μηνών, αφού η αύξηση μετράει από 1ης Οκτωβρίου 2019.
Περίπου 600.000 παλαιοί συνταξιούχοι με αίτηση συνταξιοδότησης πριν από τις 13 Μαΐου του 2016, θα έχουν μόνο λογιστική επίπτωση, καθώς διατηρούν προσωπική διαφορά η οποία θα απορροφήσει το ποσό της αύξησης και θα μειωθεί όσο θα αυξηθεί το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης. Αυξήσεις στο καθαρό ποσό αναμένεται να έχουν:
- Περίπου 50.000 παλαιοί συνταξιούχοι, με αποχώρηση πριν από τις 12 Μαΐου του 2016, με μικρή θετική προσωπική διαφορά κατά μέσο όρο 30 ευρώ. Αναμένεται να ισοφαρίσουν την προσωπική διαφορά και να κερδίσουν αύξηση μεσοσταθμικά 30 ευρώ σε 5 ετήσιες δόσεις έως το 2024. Για παράδειγμα, αν η συνολική αύξηση είναι 100 ευρώ, η αύξηση για το 2020 θα είναι 20 ευρώ.
- Περίπου 100.000 παλαιοί συνταξιούχοι με αύξηση από 1/1/2019. Πρόκειται για τους συνταξιούχους που είχαν αρνητική προσωπική διαφορά με τον υπολογισμό του νόμου Κατρούγκαλου. Δικαιώνονται νέα μεσοσταθμική αύξηση της τάξης των 40 με 50 ευρώ σε πέντε ετήσιες δόσεις ως το 2024. Για παράδειγμα αν η συνολική αύξηση είναι 100 ευρώ, η αύξηση για το 2020 θα είναι 20 ευρώ.
- Περίπου 40.000 νέοι συνταξιούχοι, με υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης από τις 13 Μαΐου 2016 και μετά, χωρίς προσωπική διαφορά. Δικαιώνονται άμεση αύξηση εφάπαξ στην καταβαλλόμενη σύνταξη, που κυμαίνεται κατά μέσο όρο στα 50 ευρώ.
Σημειώνεται πως στο πόρισμα Πισσαρίδη γίνονται αναφορές για μεγαλύτερη αναλογικότητα εισφορών - παροχών και προτείνεται περαιτέρω αύξηση της αναλογικότητας των κύριων συντάξεων προκειμένου να δοθεί ισχυρό κίνητρο στους ασφαλισμένους να παραμείνουν περισσότερα χρόνια στην ενεργό δράση.
Νέο μειωμένο «πέναλτι» για τους εργαζόμενους συνταξιούχους
Αναδρομικά από τη σύνταξη Μαρτίου 2020 μετράει το νέο μειωμένο «πέναλτι» 30% στη σύνταξη για τους συνταξιούχους που εργάζονται και εμπίπτουν στον κόφτη 60% του νόμου Κατρούγκαλου. Ευνοημένοι από το νέο μέτρο είναι περίπου 20.000 συνταξιούχοι που ξεκίνησαν να εργάζονται μετά τις 13 Μαΐου 2016 ή συνταξιοδοτήθηκαν μετά την ίδια ημερομηνία και συνεχίζουν εργαζόμενοι. Το συνταξιοδοτικό τους εισόδημα από κύριες και επικουρικές καταβάλλεται μειωμένο κατά 60%. Από τον Μάρτιο του 2020 θα έπρεπε να καταβάλλεται μειωμένο κατά 30%, ωστόσο ο νέος «κόφτης» δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί. Συνεπώς δικαιούνται:
- αύξηση 75% στη μηνιαία σύνταξή τους
- αναδρομικά τουλάχιστον 7 μηνών από τη διαφορά, καθώς το νέο μειωμένο «πέναλτι» μετράει από τη σύνταξη Μαρτίου και σύμφωνα με τον προγραμματισμό αναμένεται να εφαρμοστεί προς τον Οκτώβρη - Νοέμβρη.
Άλλοι 50.000 εργαζόμενοι συνταξιούχοι ανήκουν στο παλαιότερο προ Κατρούγκαλου- καθεστώς, καθώς είχαν ήδη αναλάβει εργασία ως συνταξιούχοι πριν από τον Μάιο του 2016. Οι συγκεκριμένοι συνταξιούχοι που είχαν αναλάβει εργασία πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου Κατρούγκαλου (πριν από τις 13 Μαΐου του 2016) και εξαιρέθηκαν από το ψαλίδι του 60% υπαγόμενοι στο προγενέστερο καθεστώς, διατηρούν το ισχύον καθεστώς τους έως την 1η Μαρτίου του 2022.
Έρχεται ο ατομικός κουμπαράς στην επικουρική ασφάλιση
Το σχέδιο για πλήρη κεφαλαιοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, που έμεινε τους προηγούμενους μήνες στα χαρτιά, αν και είχε προχωρήσει στην επεξεργασία του, επανέρχεται στο προσκήνιο μέσω του προσχεδίου της έκθεσης της Επιτροπής Πισσαρίδη για την ανασυγκρότηση της Ελληνικής Οικονομίας, στο οποίο γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη ραγδαία επιδείνωση των δημογραφικών δεικτών και στην πίεση που ασκεί το συγκεκριμένο πρόβλημα στο ασφαλιστικό. Σύμφωνα με τους «σοφούς» της έκθεσης Πισσαρίδη, η μεταρρύθμιση της επικουρικής πρέπει να προχωρήσει «τάχιστα και με ευρύ πεδίο εφαρμογής». Στον προγραμματισμό του υπουργείου Εργασίας έχει μπει πλέον για τα καλά η κομβική μεταρρύθμιση, η οποία θα πρέπει να αναμένεται εντός του πρώτου 6μήνου του 2021.
Η βασική αλλαγή είναι πως οι εισφορές των νεοασφαλισμένων δεν θα χρησιμοποιούνται για την πληρωμή των σημερινών επικουρικών συντάξεων, αλλά θα κεφαλαιοποιούνται στον ατομικό «κουμπαρά» του κάθε ασφαλισμένου. Η φιλοσοφία που θα διέπει τις αλλαγές είναι ότι η συμπλήρωση του σημερινού διανεμητικού συστήματος με έναν κεφαλαιοποιητικό πυλώνα σε δευτερεύοντα ρόλο, θα ενισχύσει -κατά την κυβέρνηση- τη διαγενεακή δικαιοσύνη, καθώς δεν θα φορτώνονται οι νέοι εργαζόμενοι όλο και περισσότερα βάρη για να χρηματοδοτούνται οι συντάξεις, αλλά θα ενισχύονται η δική τους αποταμίευση και οι μελλοντικές συντάξεις.
Εξετάζεται το νέο σύστημα να εφαρμοστεί υποχρεωτικά για όλους τους νεοπροσλαμβανόμενους εργαζόμενους -δηλαδή όλους όσοι θα ξεκινήσουν να ασφαλίζονται για πρώτη φορά μετά την ψήφιση του νόμου - ενώ δεν αποκλείεται να δοθεί η δυνατότητα να ενταχθούν προαιρετικά και όσοι εργαζόμενοι έχουν σήμερα έως και 10 έτη ασφάλισης.
Το ύψος της νέας σύνταξης δεν θα εξαρτάται αποκλειστικά από τα έτη της ασφάλισης του εργαζόμενου και τις συντάξιμες αποδοχές του, αλλά και από την απόδοση του χαρτοφυλακίου του ατομικού λογαριασμού του. Ένα από τα χαρακτηριστικά του νέου συστήματος που απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και γι’ αυτό βρίσκεται υπό ενδελεχή μελέτη, είναι η διαχείριση των χαρτοφυλακίων, την οποία θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αναλάβουν επαγγελματίες του ιδιωτικού τομέα. Ο κάθε ασφαλισμένος θα μπορεί να επιλέγει μεταξύ επενδυτικής στρατηγικής χαμηλού, μεσαίου και υψηλού ρίσκου, ενώ η απουσία επιλογής επενδυτικού προϊόντος θα τον κατατάσσει αυτομάτως στο πακέτο χαμηλού επενδυτικού ρίσκου. Οι ασφαλισμένοι με ατομική τους δήλωση θα μπορούν να επιλέξουν επενδυτικό φορέα, μεταξύ λίστας αδειοδοτημένων και πιστοποιημένων φορέων και επαγγελματικών ταμείων, αλλά και το μίγμα της παροχής, όπως για παράδειγμα εφάπαξ καταβολή ή μηνιαία σύνταξη, την ηλικία λήψης της νέας επικουρικής, αλλά και την επενδυτική στρατηγική που θα ακολουθήσει.
Με τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, εξετάζεται μέρος του σωρευμένου ποσού να μπορεί να εισπράττεται ως εφάπαξ προκαταβολή. Για παράδειγμα, ο ασφαλισμένος θα μπορούσε με την αίτηση συνταξιοδότησης να λαμβάνει ως εφάπαξ βοήθημα έως και το 25% του κεφαλαίου, ενώ το υπόλοιπο ποσό θα επιμερίζεται σε μηνιαίες συντάξεις. Όσον αφορά τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης αναμένεται να κυμαίνονται από τα 62 έως τα 70 έτη, ανάλογα και με την επιθυμία του ασφαλισμένου, σύμφωνα τουλάχιστον με το σχέδιο που είχε τύχει επεξεργασίας σε προηγούμενη περίοδο. Σε κάθε περίπτωση, όποιος μένει παραπάνω στο σύστημα θα δικαιούται και υψηλότερη επικουρική.
Το μεγαλύτερο «αγκάθι» στο μεγαλεπήβολο αυτό εγχείρημα είναι το κόστος της μετάβασης από το σημερινό αναδιανεμητικό σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης στο πλήρως κεφαλαιοποιητικό. Μερίδα ειδικών υπολογίζει το συγκεκριμένο κόστος σε αρκετές δεκάδες δισ. ευρώ -για παράδειγμα 57 δισ. ευρώ- και δεν διστάζει να το χαρακτηρίσει ως «απαγορευτικό», ιδίως στη σημερινή συνθήκη της υστέρησης εσόδων και των ελλειμμάτων, όπως αυτή διαμορφώνεται λόγω της κρίσης του κορονοϊού. Η Εθνική Αναλογιστική Αρχή έχει επισημάνει πως κατά την πρώτη δεκαετία το πρόβλημα χρηματοδότησης του συστήματος δεν θα είναι έντονο, αλλά τα ελλείμματα θα αρχίσουν να εμφανίζονται από το 2030 κι έπειτα. Γι’ αυτόν τον λόγο προτείνεται μια νέα αναλογιστή μελέτη που θα μετρήσει όλες τις κρίσιμες παραμέτρους προκειμένου να προσδιοριστεί το ακριβές κόστος.
Ατομική ιδιωτική ευρωπαϊκή σύνταξη
Στο εθνικό σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης εξετάζεται να ενταχθεί το νέο αποταμιευτικό προϊόν που αναμένεται να θεσμοθετηθεί με τη μορφή ιδιωτικής σύνταξης, στο πλαίσιο των PEPP, που θα έχουν τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά οπουδήποτε πωλούνται στην Ε.Ε. Τα λεγόμενα Πανευρωπαϊκά Προσωπικά Συνταξιοδοτικά Προϊόντα (PEPP) διαρθρώνονται με βάση κοινοτικό κανονισμό που αναμένεται να ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο. Στόχος είναι να προσφέρουν στους αποταμιευτές περισσότερες επιλογές όταν αποταμιεύουν για την εξασφάλιση των γηρατειών τους και να τους παράσχουν περισσότερο ανταγωνιστικά προϊόντα.
Τα Πανευρωπαϊκά Προσωπικά Συνταξιοδοτικά Προϊόντα (PEPP) θα έχουν τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά οπουδήποτε πωλούνται στην Ε.Ε. και μπορούν να προσφέρονται από ευρύ φάσμα παρόχων, όπως ασφαλιστικές εταιρείες, τράπεζες, ταμεία επαγγελματικής συνταξιοδότησης, επιχειρήσεις επενδύσεων και διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων.
Ουσιαστικά, η Ε.Ε. εστιάζει στο ότι ένα τμήμα των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών στην Ευρώπη πρέπει να αποκτήσει μακροπρόθεσμο ορίζοντα και να τοποθετηθεί σε προϊόντα που θα μπορούν να δώσουν υψηλότερες αποδόσεις αξιοποιώντας τις αγορές κεφαλαίου. Αναλυτές υποστηρίζουν πως οι δημογραφικές τάσεις πανευρωπαϊκά δείχνουν ότι στις ηλικίες άνω των 65 μέσα μόλις στις επόμενες δύο δεκαετίες θα έχει συσσωρευθεί ποσοστό από 1/4 έως 1/3 του συνολικού πληθυσμού, ενώ παράλληλα το προσδόκιμο επιβίωσής τους θα έχει ανέβει πάνω από τα 85 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι βασική παράμετρος της οικονομικής ανάπτυξης θα είναι η δυνατότητα αυτού του μεγάλου τμήματος του πληθυσμού να καταναλώνει προϊόντα και υπηρεσίες.
Η εξέλιξη με τα PEPP κινείται ακριβώς σε αυτή τη στόχευση, προβλέποντας τις τεράστιες δημογραφικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που θα επηρεάσουν ολόκληρη την Ευρώπη.
Για την προώθηση του νέου αποταμιευτικού προϊόντος αναμένεται να υπάρξουν φορολογικά κίνητρα για εκείνους που θα επιλέξουν να κάνουν συμβόλαια με τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες ή επενδυτικά funds, ώστε να έχουν μια πρόσθετη παροχή όταν συνταξιοδοτηθούν. Σύμφωνα με αρχικές εισηγήσεις, εξετάζεται να υπάρξει έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα των εισφορών για ιδιωτική ασφάλιση, τουλάχιστον μέχρι ένα επίπεδο.
Οι ατομικές συντάξεις θα συμπληρώνουν τις υφιστάμενες κρατικές, επαγγελματικές και εθνικές ατομικές συντάξεις, αλλά δεν θα αντικαταστήσουν ούτε θα εναρμονίσουν τα εθνικά καθεστώτα ατομικής συνταξιοδότησης. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, «στην πιο απλή μορφή -το βασικό PEPP- θα περιλαμβάνει προστασία κεφαλαίου κατά τη στιγμή της συνταξιοδότησης. Όμως, για περισσότερο απαιτητικούς αποταμιευτές, θα μπορούν να προσφέρονται μέχρι και πέντε εναλλακτικές επενδυτικές στρατηγικές, οι οποίες θα σχεδιάζονται προκειμένου να ταιριάζουν σε διαφορετικά επενδυτικά και συνταξιοδοτικά προφίλ».
Όπως αναφέρει το κοινοτικό πλαίσιο, οι ατομικές ευρωπαϊκές ιδιωτικές συντάξεις θα προσφέρουν στους αποταμιευτές:
- Περισσότερες επιλογές. Οι αποταμιευτές θα επιλέγουν από ένα ευρύ φάσμα παρόχων σε ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Θα μπορούν να επιλέγουν μεταξύ μιας ασφαλούς βασικής επενδυτικής επιλογής και επιλογών με διαφορετικά χαρακτηριστικά κινδύνου-απόδοσης
- Προστασία. Ο κανονισμός θα διασφαλίζει ότι οι αποταμιευτές είναι ενημερωμένοι για τα βασικά χαρακτηριστικά κάθε προϊόντος
- Αλλαγή παρόχων. Οι αποταμιευτές θα έχουν το δικαίωμα να αλλάζουν παρόχους τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και διασυνοριακά, έπειτα από τουλάχιστον πέντε έτη από τη σύναψη της σύμβασης ή από την πιο πρόσφατη αλλαγή. Θα υπάρχει ανώτατο όριο στη χρέωση για την αλλαγή
- Δυνατότητα μεταφοράς. Οι αποταμιευτές θα μπορούν να συνεχίσουν να καταβάλλουν εισφορές στο οικείο προϊόν όταν μετεγκαθίστανται σε άλλο κράτος μέλος.
Ο κανονισμός θα δημιουργήσει οφέλη και για τους παρόχους συνταξιοδοτικών προγραμμάτων, καθώς οι πάροχοι θα είναι σε θέση να αναπτύσσουν Πανευρωπαϊκά Προσωπικά Συνταξιοδοτικά Προϊόντα σε διάφορα κράτη μέλη και να συγκεντρώνουν στοιχεία ενεργητικού πιο αποτελεσματικά. Οι δίαυλοι ηλεκτρονικής διανομής θα επιτρέπουν στους παρόχους να προσεγγίζουν τους καταναλωτές σε όλη την Ε.Ε., ενώ ένα είδος «διαβατηρίου» της Ε.Ε. θα επιτρέπει στους παρόχους να πωλούν προϊόντα σε διάφορα κράτη μέλη.
Μείωση εισφορών
Η μείωση του μη μισθολογικού κόστους ως μέτρο για την ενίσχυση της απασχόλησης και τη μόχλευση αναπτυξιακών δυνάμεων στην ελληνική οικονομία θεωρείται ως πρώτης προτεραιότητας θέμα. Η φορολογική σφήνα (taxwedge) για εισοδήματα πάνω από τα χαμηλότερα είναι εξαιρετικά υψηλή, σύμφωνα με τους «σοφούς» της Επιτροπής Πισσαρίδη και το κόστος αυτής της στρέβλωσης είναι σημαντικό διότι ο άτυπος τομέας παγιδεύει εργατικό δυναμικό που θα μπορούσε να διοχετευθεί προς τον πιο δυναμικό και εξαγωγικό τομέα. Η έκθεση της επιτροπής προτείνει ρυθμίσεις που έχουν πέσει στο
τραπέζι του υπουργείου Εργασίας και στο πρόσφατο παρελθόν, όπως:
- Μείωση του ανώτατου ορίου εισοδήματος (πλαφόν ασφαλιστέων αποδοχών) επί του οποίου επιβάλλονται αναλογικές ασφαλιστικές εισφορές για τους μισθωτούς εργαζόμενους, ώστε να προσεγγίσει τους μέσους όρους στην Ε.Ε. Σήμερα το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδημα είναι 6.500 ευρώ τον μήνα και το ασφάλιστρο στο βασικό πακέτο κάλυψης φτάνει στο 39,66% μετά τη μείωση κατά 0,90 ποσοστιαία μονάδα.
- Αντικατάσταση της ποσοστιαίας εισφοράς υγείας των μισθωτών -σήμερα 7,10%- με ένα σταθερό ποσό ή ένα σύστημα λίγων κλάσεων, όπως ισχύει και με τους αυτοαπασχολούμενους. Το μέτρο έχει ήδη εξεταστεί από τεχνοκράτες του υπουργείου Εργασίας. Υπενθυμίζεται πως η ασφαλιστική μεταρρύθμιση Βρούτση έκανε πρόσφατα το αντίστοιχο για τις εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών. Εναλλακτικά οι «σοφοί» προτείνουν διατήρηση του ισχύοντος καθεστώτος αναλογικών εισφορών αλλά με ακόμα πιο χαμηλό πλαφόν ασφαλιστέων αποδοχών υγείας.
Το μίγμα μείωσης των εισφορών αναμένεται να είναι στην κορυφή της ατζέντας του πρωθυπουργού κατά την ομιλία του στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο της έναρξης των εργασιών του «Thessaloniki Helexpo Forum», το οποίο θα πραγματοποιηθεί σε αντικατάσταση της αναβληθείσας λόγω κορονοϊού 85ης ΔΕΘ.
Υστέρηση εσόδων
Η σημαντική υστέρηση εσόδων του e-ΕΦΚΑ, που φτάνει στα 700 εκατ. ευρώ στο 7μηνο, είναι μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις για το ασφαλιστικό. Σύμφωνα με ασφαλή στοιχεία, ο e-ΕΦΚΑ εμφάνισε υστέρηση εσόδων το πρώτο 7μηνο του 2020 συγκριτικά με το 2019 κατά 700 εκατομμύρια ευρώ. Τη στιγμή που η πανδημία του κορονοϊού φουντώνει ξανά και η αβεβαιότητα για το φθινόπωρο χτυπάει… κόκκινο, τα έσοδα του ασφαλιστικού γίγαντα εμφανίζονται μειωμένα κατά 9% την περίοδο Ιανουαρίου - Ιουλίου 2020. Φέτος εισπράχθηκαν από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Ιουλίου συνολικά 7,042 δισ. ευρώ, έναντι 7,775 δισ. ευρώ το αντίστοιχο 7μηνο του προηγούμενου έτους.
Τα επιμέρους στοιχεία ανά τομέα δείχνουν ότι η σημαντικότερη υστέρηση εντοπίζεται στο τμήμα των εργοδοτικών εισφορών, δηλαδή των εισφορών που καταβάλλουν οι επιχειρηματίες - εργοδότες για τους μισθωτούς τους. Πέρσι στο 7μηνο είχαν εισπραχθεί 6,38 δισ. ευρώ από τον βασικό αιμοδότη του ασφαλιστικού συστήματος που είναι η μισθωτή απασχόληση, ενώ φέτος οι αντίστοιχες εισπράξεις έπεσαν στα 5,7 δισ., μειωμένες κατά 690 εκατομμύρια. Πτώση 12% σημείωσαν και τα έσοδα από τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αυτοαπασχολούμενους και τους αγρότες, δηλαδή από τις εισφορές των μη μισθωτών, καθώς πέρσι εισπράχθηκαν 962 εκατ. ευρώ και φέτος 845,6 εκατ. ευρώ, δηλαδή 116 εκατ. ευρώ λιγότερα. Βέβαια το σύστημα των ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών είναι φέτος διαφορετικό σε σύγκριση με πέρσι, όταν ίσχυε ακόμη το ποσοστιαίο ασφάλιστρο με βάση το εισόδημα. Αν και αυξήθηκε η ελάχιστη εισφορά, τα συνολικά έσοδα μειώθηκαν, καθώς μεταξύ άλλων δόθηκε και η δυνατότητα έκπτωσης 25% σε όλους τους μη μισθωτούς, είτε πλήττονταν είτε όχι, για τα ασφάλιστρα Φεβρουαρίου - Μαΐου.
Αντίθετη πορεία ακολούθησαν τα έσοδα του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ) καθώς αυξήθηκαν αντί να μειωθούν, εφόσον εισπράχθηκαν φέτος στο 7μηνο 442 εκατ. ευρώ έναντι 334 εκατ. ευρώ πέρσι, δηλαδή 108 εκατ. ευρώ περισσότερα. Ελεύθερη πτώση, ωστόσο, σημείωσαν τα έσοδα του Κέντρου ειδικά από ηλεκτρονικά κατασχετήρια, καθώς έπεσαν στα 14,3 εκατ. ευρώ από 32,4 εκατ. ευρώ το 2019, μείωση 56%, η οποία προφανώς οφείλεται και στο πάγωμα των κατασχετηρίων λόγω πανδημίας και καραντίνας.
Την πλέον αντιπροσωπευτική εικόνα των ταμείων του ΕΦΚΑ δίνουν τα έσοδα από τη μισθωτή απασχόληση, που είναι άλλωστε το 80% του συνόλου των εσόδων του ασφαλιστικού. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει παρουσιάσει η «Ν», τα έσοδα από εργοδοτικές εισφορές από τις αρχές του έτους έως και το τέλος Ιουλίου ανέρχονται σε 5,7 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 690 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 7μηνο του προηγούμενου έτους, μείωση που αντιστοιχεί σε ποσοστό της τάξης του 10,8%. Η αναλυτική πορεία των εσόδων, μήνα μήνα, δείχνει ότι η πτώση ξεκίνησε τον Μάρτιο, όταν και ελήφθησαν τα πρώτα γενικευμένα μέτρα περιορισμού της λειτουργίας των επιχειρήσεων. Ειδικότερα, τον περασμένο Μάρτιο οι απώλειες του συστήματος από τη μισθωτή απασχόληση έφτασαν μέσα σε έναν μήνα στο 13,6%. Είχαν προηγηθεί δύο μήνες με θετικό πρόσημο, καθώς ο Ιανουάριος έκλεισε με αύξηση εσόδων κατά 7,2%, ενώ ο Φεβρουάριος επίσης με αύξηση κατά 6,8%. Από τον Μάρτιο, ωστόσο, η πορεία αυτή ανετράπη, ενώ τον Απρίλιο, δηλαδή τον μήνα της απόλυτης καραντίνας, η απώλεια διευρύνθηκε, αγγίζοντας το 23%. Τον περασμένο Μάιο τα έσοδα της μισθωτής απασχόλησης κατέγραψαν ελεύθερη πτώση-ρεκόρ με μείωση 37,5%, καθώς στα ταμεία του ΕΦΚΑ μπήκαν 353 εκατ. ευρώ λιγότερα συγκριτικά με τον περσινό Μάιο.
Τον Ιούνιο, οι απώλειες στα έσοδα από εισφορές μισθωτών άρχισαν να περιορίζονται, καθώς άγγιξαν το -17%, ενώ συγκρατημένη αισιοδοξία δημιούργησαν οι εισπράξεις Ιουλίου, με απώλειες μόλις 5% σε σχέση πάντα με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους.
Τα πάντα θα κριθούν από την πορεία του φθινοπώρου και την έκταση του δεύτερου κύματος της πανδημίας. Υπενθυμίζεται πως ήδη έχουν ανασταλεί και μεταχρονολογηθεί τρέχουσες εισφορές 3 μηνών για επιχειρηματίες - εργοδότες (Φεβρουαρίου - Μαρτίου) και 4 μηνών για ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους (Φεβρουαρίου - Μαΐου) που αγγίζουν συνολικά τα 316 εκατ. ευρώ. Από τις οφειλές αυτές η μερίδα του λέοντος, δηλαδή 225 εκατ. ευρώ, αφορούν αναστολές ασφαλιστικών οφειλών ιδιωτικών επιχειρήσεων, δηλαδή εργοδοτικές και εργατικές εισφορές εργαζομένων - μισθωτών. Τα υπόλοιπα 91 εκατ. ευρώ αφορούν ατομικές ασφαλιστικές οφειλές ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων. Οι εισφορές αυτές λείπουν από τα ταμεία του ΕΦΚΑ και δεν προβλέπεται να εισπραχθούν πριν από τον Απρίλιο του 2021, καθώς θα ενταχθούν στη νέα ρύθμιση των 12 άτοκων ή 24 έντοκων δόσεων που έρχεται για τις μεταχρονολογημένες οφειλές της καραντίνας.
Εκκρεμείς συντάξεις
Κι ενώ το ταμειακό έλλειμμα του υπερ-Ταμείου, που είχε φτάσει κοντά στα 600 εκατ. ευρώ το πρώτο 6μηνο, δείχνει να περιορίζεται κάπως από τη βελτιωμένη εικόνα του Ιουλίου, δεν συμβαίνει το ίδιο με το δημοσιονομικό έλλειμμα του ΕΦΚΑ, το οποίο επηρεάζεται και από τις εκκρεμείς συντάξεις. Στο τέλος Μαΐου, όπως έχει γράψει η «Ν», το «κρυφό χρέος» του e-ΕΦΚΑ λόγω των εκκρεμών κύριων και επικουρικών συντάξεων άγγιζε τα 800 εκατ. ευρώ, καθώς εκκρεμούσαν 163.000 αιτήσεις για κύρια σύνταξη -εκ των οποίων 147.000 ληξιπρόθεσμεςκαι 101.000 αιτήσεις για επικουρική, εκ των οποίων οι 88.000 ληξιπρόθεσμες. Στο πλήθος αυτό συμπεριλαμβάνονται όλες οι εκκρεμότητες, μαζί με τις διεθνείς και λεγόμενες ως ανελαστικές συντάξεις, ενώ το συνολικό κόστος τους, μαζί με τα αναδρομικά που κουβαλούν, υπολογίστηκε κοντά στα 700 εκατ.
για τις κύριες και 120 εκατ. για τις επικουρικές.
Οι περισσότερες εκκρεμότητες αφορούν αιτήσεις προς το πρ. ΙΚΑ, καθώς εκκρεμούν πάνω από 53.000 αιτήσεις από μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα. Αντίστοιχα εκκρεμούν 30.000 από ελεύθερους επαγγελματίες (ΟΑΕΕ) και 39.000 αιτήσεις αγροτών (ΟΓΑ). Οι εκκρεμείς αιτήσεις των δημοσίων υπαλλήλων αγγίζουν τις 21.000.
Σχεδόν οι μισές, δηλαδή περίπου 80.000 αιτήσεις, υποβλήθηκαν εντός του 2019. Περίπου 40.000 αιτήσεις υποβλήθηκαν φέτος, ενώ οι υπόλοιπες εκκρεμούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Περίπου 28.000 συντάξεις εκκρεμούν από το 2018, ενώ υπάρχουν 12.000 αιτήσεις που εκκρεμούν από το 2017, καθώς και περίπου 4.000 από το 2016.
Όσον αφορά τους ρυθμούς έκδοσης νέων συντάξεων, τα στοιχεία δείχνουν πως το 2018 εκδόθηκαν 126.000 εγκριτικές αποφάσεις κύριων συντάξεων, ενώ ολοκληρώθηκε η επεξεργασία άλλων 68.000 φακέλων χωρίς απόφαση ή με απορριπτική απόφαση. Συνολικά ολοκληρώθηκαν 194.000 εκκρεμή αιτήματα. Αντίστοιχα το 2019 οι νέες κύριες συντάξεις κυμάνθηκαν κοντά στις 103.000 και οι απορριπτικές αποφάσεις ή με «χωρίς απόφαση» στις 20.000, δηλαδή συνολικά εξετάστηκαν 123.000 φάκελοι. Αντίθετα στο ΕΤΕΑΕΠ απονεμήθηκαν το 2019 περίπου 90.000 επικουρικές (έναντι 50.000 - 60.000 το 2018), με αυξημένες όμως νέες αιτήσεις. Τους πρώτους δύο μήνες του 2020 ΕΦΚΑ και ΕΤΕΑΕΠ ανέβασαν ρυθμούς με περίπου 13.500 κύριες και 7.000 επικουρικές τον μήνα. Ο κορονοϊός όμως έβαλε φρένο στις διαδικασίες, προσγειώνοντας τις κύριες στις 7.000 - 9.000 τον μήνα και τις επικουρικές στις 3.000 - 4.000.
Στα τέλη Ιουλίου ο όγκος των εκκρεμοτήτων αυξήθηκε εκ νέου αγγίζοντας τις 170.000 αιτήσεις. Τον Ιούλιο μάλιστα φέρονται να υποβλήθηκαν περίπου 20.000 νέες αιτήσεις συνταξιοδότησης, πλήθος-ρεκόρ για τον ΕΦΚΑ. Η πανδημία είχε βάλει προσωρινά φρένο στη ροή των νέων αιτήσεων, αλλά οι ειδικοί είχαν διαβλέψει «βροχή νέων αιτήσεων» για τους επόμενους μήνες μετά την καραντίνα, πρόβλεψη η οποία επιβεβαιώνεται. Κι αυτό επειδή το κύμα φυγής που ξεδιπλώνεται τα τελευταία χρόνια, μετά και την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου, φουντώνει. Την κούρσα οδηγούν οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι ασφαλισμένοι σε πρώην ευγενή Ταμεία ΔΕΚΟ - τραπεζών. Πέρυσι άνοιξαν την πόρτα της εξόδου περισσότεροι από 13.500 δημόσιοι υπάλληλοι, όταν το 2018 είχαν αποχωρήσει μόλις 7.800 και το 2017 μόλις 5.500. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στους εργαζόμενους σε πρώην ΔΕΚΟ και τράπεζες. Οι 4.300 αιτήσεις του 2017 έγιναν 5.500 το 2018 και 6.500 το 2019.
Συνολικά, το 2016 υποβλήθηκαν περίπου 140.000 αιτήσεις συνταξιοδότησης, το 2017 οι νέες αιτήσεις ξεπέρασαν τις 145.000, το 2018 υποβλήθηκαν πάνω από 161.000 νέες αιτήσεις, ενώ το 2019 περισσότερες από 166.000. Αντίστοιχη εικόνα και στις επικουρικές, καθώς το 2018 υποβλήθηκαν πάνω από 50.000 νέες αιτήσεις, ενώ το 2019 περισσότερες από 75.000.
Επιχειρώντας να ερμηνεύσουν το κύμα φυγής στο Δημόσιο, ειδικοί επικεντρώνουν στη σταδιακή ωρίμανση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων από υπαλλήλους που προσλήφθηκαν στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1980, εποχή κατά την οποία σημειώθηκε μεγάλο κύμα μονιμοποιήσεων και προσλήψεων στο Δημόσιο. Τον δικό τους ρόλο παίζουν οι πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ που έβαλαν «ταφόπλακα» στις προσδοκίες απόσχισης των συντάξεων του Δημοσίου από τον ΕΦΚΑ. Ειδικοί προεξοφλούν περαιτέρω αύξηση των αιτήσεων συνταξιοδότησης, καθώς εμπεδώνονται οι απανωτές αλλαγές του 2015 και του 2016 σε όρια ηλικίας και ποσά σύνταξης και σταθεροποιείται το σύστημα μέσα και από τις διορθωτικές ρυθμίσεις του νέου ασφαλιστικού στους συντελεστές αναπλήρωσης. Χιλιάδες ασφαλισμένοι που «εγκλωβίστηκαν» το 2015 επειδή δεν είχαν προλάβει να θεμελιώσουν δικαίωμα, συμπληρώνουν σταδιακά τις προϋποθέσεις και συνταξιοδοτούνται.
Η αυξητική πορεία του όγκου των εκκρεμοτήτων και των ληξιπρόθεσμων συντάξεων όπως επίσης και των νέων αιτήσεων συνταξιοδότησης δημιουργεί εκρηκτικό κοκτέιλ και εντείνει σημαντικά τις ανησυχίες σε έμπειρα στελέχη της κοινωνικής ασφάλισης. Στο πλαίσιο αυτό, η επιτυχία του εγχειρήματος της «ψηφιακής σύνταξης» που μπαίνει σε πλήρη τροχιά σταδιακά έως το τέλος του 2021, αναδεικνύεται στο μεγαλύτερο στοίχημα που καλείται να κερδίσει τους επόμενους μήνες το υπουργείο Εργασίας.
Στην πρώτη φάση του έργου της ψηφιακής απονομής σύνταξης «Άτλας» εντάσσονται δύο κατηγορίες κύριων συντάξεων:
- οι νέες συντάξεις γήρατος των αγροτών (πρ. ΟΓΑ) χωρίς διαδοχική ασφάλιση και
- οι νέες μεταβιβάσεις σύνταξης λόγω θανάτου συνταξιούχου.
Η διαδικασία είναι γι’ αυτές τις νέες συντάξεις πλήρως αυτοματοποιημένη, από το στάδιο της αίτησης έως την κοινοποίηση στον δικαιούχο. Το δίμηνο Σεπτέμβριος - Οκτώβριος εντάσσονται στην αυτοματοποιημένη διαδικασία οι εκκρεμείς από 1/1/2017 αιτήσεις των δύο αυτών κατηγοριών, δηλαδή οι εκκρεμείς συντάξεις γήρατος ΟΓΑ και χηρείας λόγω θανάτου συνταξιούχου, ώστε να εκδοθούν ψηφιακά με την ημερομηνία της αρχικής αίτησης. Στη συνέχεια και σταδιακά αναμένεται να εντάσσονται στην ψηφιακή διαδικασία εκκρεμείς αιτήσεις και άλλων πρώην Ταμείων.
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό, έως το τέλος του 2021 θα εντάσσονται σταδιακά στο ηλεκτρονικό και αυτοματοποιημένο σύστημα οι νέες συντάξεις αναπηρίας και γήρατος όλων των υπόλοιπων πρώην Ταμείων (ΙΚΑ, Δημόσιο, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ κ.ά.). Στόχος είναι η έκδοση της συνταξιοδοτικής απόφασης με λίγα «κλικ», χωρίς πολύμηνη επεξεργασία του συνταξιοδοτικού φακέλου, προσκομίσεις δικαιολογητικών και πολυετείς καθυστερήσεις στην απονομή. Η επέκταση, ωστόσο, της ψηφιακής διαδικασίας στον μεγάλο όγκο των νέων συντάξεων των μισθωτών και επαγγελματιών σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα προϋποθέτει την ψηφιοποίηση του χρόνου ασφάλισης για κάθε ασφαλισμένο, στοιχείο απαραίτητο για τον υπολογισμό της σύνταξης.
Οι αρμόδιοι αξιωματούχοι εκτιμούν πως η αυτοματοποιημένη λειτουργία του συστήματος «Άτλας» θα απελευθερώσει ανθρώπινο δυναμικό, που θα απασχολείται αποκλειστικά και μόνο στα τμήματα απονομής των εκκρεμών συντάξεων, ο όγκος των οποίων πάντως κινείται προς το παρόν με ανοδική τροχιά, απειλώντας τη δημοσιονομική ισορροπία του ΕΦΚΑ. Τον Ιανουάριο του 2019 εκκρεμούσαν περίπου 106.000 αιτήσεις για κύρια σύνταξη, τον περασμένο Ιανουάριο οι εκκρεμότητες είχαν αυξηθεί στις 158.000, ενώ τον Μάιο ξεπέρασαν τις 163.000. Καθ’ όλη τη διάρκεια των 17 αυτών μηνών ο όγκος των εκκρεμοτήτων αυξάνεται σταθερά. Οι ειδικοί εκτιμούν πως το δημοσιονομικό έλλειμμα του e-ΕΦΚΑ, το οποίο επηρεάζεται από το κόστος των εκκρεμών συντάξεων, δεν αποκλείεται να κλείσει στο 1 δισ. ευρώ φέτος, πολύ περισσότερο αν το δεύτερο κύμα της πανδημίας χτυπήσει έντονα από το φθινόπωρο την εσωτερική αγορά.
Δικαστικές αποφάσεις και αναδρομικά
Τα αναδρομικά του 11μηνου Ιούλιος 2015 - Αύγουστος 2016, από τις περικοπές των κύριων συντάξεων του 2012 που έχουν κριθεί αντισυνταγματικές, ετοιμάζεται να πληρώσει εντός φθινοπώρου η κυβέρνηση σε περίπου ένα εκατομμύριο συνταξιούχους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα. Τα παλαιά αναδρομικά του 2015 - 2016 κοστολογούνται σε 1,4 δισ. και ειδικότερα σε 900 εκατ. ευρώ για τους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα, αλλά και 500 εκατ. ευρώ για τους συνταξιούχους του Δημοσίου. Τα ποσά των επιστροφών υπολογίζεται πως θα κυμανθούν από 550 έως 7.200 ευρώ, ενώ το μεσοσταθμικό ποσό κυμαίνεται σύμφωνα με ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης σε 1.300 - 1.500 ευρώ. Αναλυτικά, όσοι είχαν το 2012 άθροισμα συντάξεων:
- 1.000 - 1.100 ευρώ αναμένεται να λάβουν περί τα 550 ευρώ
- 1.100 - 1.500 ευρώ αναμένεται να λάβουν περί τα 800 ευρώ
- 1.500 - 2.000 ευρώ αναμένεται να λάβουν περί τα 2.600 ευρώ
- 2.000 - 3.000 ευρώ αναμένεται να λάβουν περί τα 5.500 ευρώ
Τα μεγάλα ποσά που αγγίζουν και ξεπερνούν τις 7.000 ευρώ αφορούν κυρίως συνταξιούχους με άθροισμα συντάξεων το 2012 άνω των 3.000 ευρώ. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για διπλοσυνταξιούχους που εισπράττουν δύο ή περισσότερες κύριες συντάξεις (π.χ. χηρείας και γήρατος ή δύο γήρατος εξ ιδίου δικαιώματος από δημόσιο και ιδιωτικό τομέα κ.α.) και υψηλοσυνταξιούχους του ΙΚΑ, των ΔΕΚΟ - τραπεζών και του Δημοσίου που είχαν υψηλές και πολύ υψηλές συντάξεις το 2012. Αναμένεται νέα νομοθετική ρύθμιση που θα περιλαμβάνει και τους συνταξιούχους του Δημοσίου, καθώς η πληρωμή των αναδρομικών στους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα έχει ήδη νομοθετηθεί.
Πονοκέφαλο, ωστόσο, προκαλούν τα υπόλοιπα 2,5 δισ. αναδρομικών του 11μήνου που αφορούν περικοπές Δώρων και επικουρικών και έχουν μείνει εκτός του λογαριασμού. Με τη φόρμουλα αυτή, εκτός επιστροφών μένουν πάνω από ένα εκατομμύριο χαμηλοσυνταξιούχοι που είχαν κάτω από 1.000 ευρώ μικτά συνταξιοδοτικό εισόδημα το 2012. Επιστροφές αναδρομικών θα λάβουν τώρα οι υπόλοιποι, δηλαδή όσοι είχαν το 2012 άθροισμα κύριων, επικουρικών και μερισμάτων πάνω από 1.000 ευρώ μικτά, είτε έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη είτε όχι.
Τα ποσά, ωστόσο, που θα εισπράξουν θα είναι για όλους μειωμένα από 800 έως 2.000 ευρώ, καθώς τα χαμένα Δώρα που αφορούν όλους και οι περικοπές των επικουρικών βγήκαν τελικά εκτός επιστροφών.
Οι συνταξιούχοι που θα λάβουν τώρα τα αναδρομικά των κύριων συντάξεων παραιτούνται από τις δυνητικές μελλοντικές διεκδικήσεις τους για καταργήσεις - μειώσεις Δώρων και επικουρικών. Με την καταβολή του ποσού που θα δώσει η κυβέρνηση όλες οι άλλες αξιώσεις των συνταξιούχων σβήνονται. Αυτό δεν ισχύει για τους συνταξιούχους που έχουν προσφύγει στα δικαστήρια και τις εκκρεμείς ενώπιον των δικαστηρίων δίκες, καθώς σε αυτές και μόνο τις περιπτώσεις οι αξιώσεις για Δώρα και επικουρικές παραμένουν ζωντανές και μετά την είσπραξη των αναδρομικών για τις κύριες.
Η υβριδική αυτή λύση αναμένεται να οδηγήσει -σύμφωνα με νομικούς κύκλους- χιλιάδες συνταξιούχους ξανά στα δικαστήρια με προσφυγές διεκδίκησης των Δώρων και των επικουρικών. Δεν είναι λίγοι όσοι προεξοφλούν μπαράζ προσφυγών έως το τέλος του έτους, όταν και παραγράφονται σωρευτικά οι αξιώσεις για τους 6 μήνες του 2015 (Ιούλιος - Δεκέμβριος).
Η κυβέρνηση αιτιολόγησε την απόφασή της να δώσει μόνο τα αναδρομικά των κύριων συντάξεων, λέγοντας πως τα δημοσιονομικά περιθώρια του κράτους δεν είναι απεριόριστα, ενώ πρέπει να καλυφθούν αυξημένες ανάγκες που γεννιούνται από τα εθνικά θέματα και από εξωγενείς παράγοντες, όπως η πανδημία του κορονοϊού. Η αντιπολίτευση από την πλευρά της αντέδρασε σφόδρα, κάνοντας λόγο για «συνταγματικό πραξικόπημα» και για βάναυσο πλήγμα στα δικαιώματα των συνταξιούχων από το «κούρεμα» των αναδρομικών.
Όπως αναφέρουν άλλωστε νομικοί, με τη φόρμουλα που επιλέχθηκε εισάγεται ευθεία διάκριση ανάμεσα στους συνταξιούχους που προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη και τους συνταξιούχους που δεν προσέφυγαν. Οι εκκρεμείς δίκες αναδένεται να συνεχιστούν ως προς το σκέλος των Δώρων και των επικουρικών, ενώ νέες αγωγές προεξοφλείται πως θα κατατεθούν από χιλιάδες συνταξιούχους, καθώς η διεκδίκηση των αναδρομικών του 11μήνου που δεν καταβάλλονται παραμένει στο τραπέζι και ζωντανή. Πολύ περισσότερο, καθώς υπάρχει ακόμη ένα 4μηνο για προσφυγές… Όσοι προσφύγουν αρχές του 2021 θα μπορούν να διεκδικήσουν μόνο το 5μηνο του 2016.
Σε κάθε περίπτωση, οι ουρές των μνημονιακών περικοπών που έρχονται από το παρελθόν και κατακλύζουν τις αίθουσες των δικαστηρίων δύσκολα θα επιτρέψουν στο Ασφαλιστικό να κλείσει μια για πάντα τους λογαριασμούς του με το παρελθόν και να προχωρήσει στο μέλλον με καθαρό τοπίο.