Το άνοιγμα της αγοράς πράσινων ομολόγων μέσω της έκδοσης στην οποία προχώρησε πριν από λίγο καιρό η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, σε συνδυασμό με έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε, αναδεικνύουν νέες ευκαιρίες χρηματοδότησης στην ελληνική αγορά.
Σημειώνεται ότι τα πράσινα ομόλογα είναι χρεόγραφα σταθερής απόδοσης, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση ή αναχρηματοδότηση έργων που συμβάλλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη. Εκδίδονται από εταιρείες, οργανισμούς, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και κυβερνήσεις και έχουν συγκεκριμένη διάρκεια. Οι εκδότες διασφαλίζουν ότι τα έσοδα από τα ομόλογα διατίθενται σε πράσινα έργα, όπως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βελτίωση ενεργειακής αποδοτικότητας, πράσινες μεταφορές, διαχείριση απορριμμάτων, διαχείριση φυσικών πόρων, κ.ά.
Η ζήτηση για τέτοιου είδους χρηματοδοτικά προϊόντα από την παγκόσμια επενδυτική κοινότητα αυξάνεται, καθώς τα πράσινα ομόλογα μπορούν να προσελκύσουν επενδυτές που, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα επένδυαν στον οργανισμό που τα εκδίδει. Οι συγκεκριμένοι επενδυτές λαμβάνουν υπόψη περιβαλλοντικά κριτήρια στη λήψη των επενδυτικών τους αποφάσεων. Καθώς αυξάνονται οι προσδοκίες της κοινωνίας, των εταιρειών και των ενδιαφερόμενων μερών (πελάτες, εργαζόμενοι, προμηθευτές, κ.ά.) για υπεύθυνες εταιρικές πρακτικές, όπως η έκδοση ενός πράσινου ομολόγου και η χρηματοδότηση πράσινων έργων, το σύνολο των εκδόσεων πράσινων ομολόγων μέχρι σήμερα έχουν υπερκαλυφθεί, καθιστώντας τα ένα προτιμητέο μέσο χρηματοδότησης.
Η διασφάλιση της έκδοσης
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΥ είχε αναλάβει το έργο διασφάλισης του πράσινου ομολόγου της Τέρνα Ενεργειακή. Ο σκοπός της διασφάλισης της διαδικασίας έκδοσης ενός πράσινου ομολόγου είναι εξαιρετικά σημαντικός, καθώς αφορά την αξιολόγηση της διαδικασίας επιλογής των έργων που προορίζονται για χρηματοδότηση από το ομόλογο, τις πολιτικές διαχείρισης των προσόδων του ομολόγου, καθώς και την εφαρμογή των κριτηρίων και προϋποθέσεων χαρακτηρισμού του ομολόγου ως πράσινο.
Βασίλειος Καμινάρης, Εταίρος, επικεφαλής Υπηρεσιών Διασφάλισης, ΕΥ Ελλάδος
Όπως εξηγεί στη «Ν» ο κ. Βασίλειος Καμινάρης, Εταίρος, επικεφαλής Υπηρεσιών Διασφάλισης, ΕΥ Ελλάδος, «τα πράσινα ομόλογα δημιουργήθηκαν για τη χρηματοδότηση έργων με θετικές περιβαλλοντικές επιδράσεις και για τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα. Η ζήτηση για τέτοιου είδους χρηματοδοτικά προϊόντα αυξάνεται, καθώς οι επενδυτές ενσωματώνουν ολοένα και περισσότερα κριτήρια βιώσιμης ανάπτυξης στις επενδυτικές τους αποφάσεις. Υπό αυτή την έννοια, ένα πράσινο ομόλογο μπορεί να προσελκύσει επενδυτές που υπό άλλες συνθήκες δεν θα επένδυαν στον εκδότη. Αυτό συνεπάγεται και αύξηση της πρόσβασης σε πόρους και εργαλεία χρηματοδότησης για τους εκδότες, που ενδέχεται να μην είχαν υπό άλλες συνθήκες. Την ίδια στιγμή, οι προσδοκίες των ενδιαφερόμενων μερών των εταιρειών (πελάτες, εργαζόμενοι, προμηθευτές, κ.ά.) για υπεύθυνες εταιρικές πρακτικές, όπως η έκδοση ενός πράσινου ομολόγου και η χρηματοδότηση πράσινων έργων, αυξάνονται. Επιπλέον, υπάρχουν και οικονομικοί λόγοι που καθιστούν τα πράσινα ομόλογα ένα προτιμητέο μέσο χρηματοδότησης, αφού το σύνολο των εκδόσεων πράσινων ομολόγων μέχρι σήμερα έχει υπερκαλυφθεί, με συνεπακόλουθες σχετικές θετικές συνέπειες και στο κόστος των συναλλαγών».
Ο κ. Καμινάρης μιλά επίσης για τις προκλήσεις της αγοράς πράσινων ομολόγων, σημειώνοντας ότι «η ανερχόμενη πράσινη αγορά ομολόγων παρουσιάζει διάφορες προκλήσεις για τους υποψήφιους εκδότες, όπως, για παράδειγμα, τι θεωρείται “πράσινο”, τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθηθούν για τη διαχείριση των εσόδων του ομολόγου και τις δημοσιοποιήσεις που απαιτούνται προς τους επενδυτές. Είναι πολύ σημαντικό, ο εκδότης να επιλέξει τον κατάλληλο συνεργάτη που θα τον υποστηρίξει για να ακολουθήσει τις οδηγίες και τα πρότυπα για την έκδοση ενός πράσινου ομολόγου και να διατηρήσει τη συμμόρφωσή του με αυτά, καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του ομολόγου, ή να διασφαλίσει ως ανεξάρτητος φορέας ότι το ομόλογο ακολουθεί τα επιλεγμένα κριτήρια, τόσο κατά την έκδοση όσο και στη συνέχεια».
Οι διεθνείς τάσεις και η πράσινη συμφωνία
Εργαλεία βιώσιμης χρηματοδότησης όπως τα πράσινα ομόλογα είναι πιο διαδεδομένα στο εξωτερικό, όπου ήδη από την προηγούμενη δεκαετία έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες εκδόσεις. Την τελευταία πενταετία δε η ανάπτυξη της αγοράς είναι ραγδαία, με τις εκτιμήσεις του Climate Bonds Initiative να μιλούν πριν από λίγο διάστημα για πράσινα ομόλογα συνολικού ύψους περίπου 150 δισ. δολ. φέτος, αξία σχεδόν διπλάσια από αυτή της περσινής χρονιάς, ήτοι 81 δισ. δολ.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα πράσινα ομόλογα αποτελούν ένα σχετικά νέο εργαλείο που έχει συνδεθεί κυρίως με τη χρηματοδότηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ωστόσο προωθείται και για τη χρηματοδότηση projects που αφορούν την ενεργειακή απόδοση, τις μεταφορές, τα περιβαλλοντικά έργα κ.ο.κ.
Επίσης οι εκδότες πράσινων ομολόγων δεν είναι αποκλειστικά εταιρείες από τον χώρο της ενέργειας. Πριν από λίγο καιρό σε μια τέτοια έκδοση ύψους 2 δισ. δολ. προχώρησε η Apple, με σκοπό να χρηματοδοτήσει έργα για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και την αναβάθμιση της ενεργειακής απόδοσης στις εγκαταστάσεις της και την αλυσίδα εφοδιασμού της. Εξάλλου η εταιρεία θεωρείται ο μεγαλύτερος εκδότης πράσινων ομολόγων στις ΗΠΑ, αφού είχε προβεί σε σχετικές εκδόσεις το 2016 και το 2017.
Πράσινα ομόλογα εκδίδουν και δημόσιοι οργανισμοί και κυβερνήσεις, με παράδειγμα την Πολωνία στην Ευρώπη αλλά και τη Γαλλία αργότερα και με αρκετές χώρες να προωθούν σχέδια εν όψει της αλλαγής του ενεργειακού μίγματος στο οποίο έχει στοχεύσει η Ε.Ε. ενόψει του 2030.
Ας σημειωθεί ότι μετά την κήρυξη κατάστασης κλιματικής έκτακτης ανάγκης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η πρόεδρος της Επιτροπής Ursula von der Leyen δημοσιοποίησε το σχέδιο της Επιτροπής για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας στην Ε.Ε. μέχρι το 2050.
Οι επικεφαλής των πολιτικών ομάδων του ΕΚ εξέθεσαν τις απόψεις τους για το πώς μπορεί να διασφαλιστεί η αναμενόμενη «ευρωπαϊκή νομοθεσία για το κλίμα», πώς θα χρηματοδοτηθεί και θα εφαρμοστεί με τρόπο οικονομικά και κοινωνικά ισορροπημένο.
Αυτή η «ηθική υποχρέωση» να προστατευθεί ο πλανήτης, όπως χαρακτηριστικά είπε η Esther de Lange (Ολλανδία) τονίζοντας ότι είμαστε η τελευταία γενιά που μπορεί να το πράξει, δημιουργεί ένα νέο περιβάλλον εντός του οποίου η βιομηχανική πολιτική και η Πράσινη Συμφωνία θα οδηγήσουν σε σημαντικές πράσινες επενδύσεις.
Ειδικότερα στην Ελλάδα, η προώθηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα αναμένεται να κινητοποιήσει κεφάλαια περίπου 44 δισ. ευρώ σε νέες επενδύσεις.
Οι οικονομικοί κίνδυνοι και οι ευκαιρίες της κλιματικής αλλαγής
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι ανησυχίες ως προς τα θέματα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή έχουν αυξηθεί και ο ρόλος των επιχειρήσεων στην αντιμετώπιση του φαινομένου αναμένεται εξαιρετικά σημαντικός.
Κιάρα Κόντη, director, Climate Change and Sustainability Services, EY Ελλάδος
Ταυτόχρονα, όπως εξηγεί στη «Ν» η κ. Κιάρα Κόντη, director, Climate Change and Sustainability Services, EY Ελλάδος, οι ίδιες οι επιχειρήσεις επηρεάζονται σημαντικά από την κλιματική αλλαγή, και τα προσεχή έτη αρκετοί τομείς της οικονομίας θα αντιμετωπίσουν σημαντικές διαταραχές στη λειτουργία τους από τις φυσικές επιπτώσεις του φαινομένου, αλλά και από τη νομοθετική και ρυθμιστική μετάβαση που θα επιφέρει. Για τον λόγο αυτό, το 2017 δημοσιεύτηκαν οι συστάσεις του Task Force on Climate-Related Financial Disclosures (TCFD) του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB), για δημοσιοποιήσεις χρηματοοικονομικών κινδύνων και ευκαιριών που σχετίζονται με το κλίμα. Οι συστάσεις αυτές έχουν σκοπό να παρέχουν ένα πλαίσιο ορθής δημοσιοποίησης των σχετικών κινδύνων και ευκαιριών, καθώς και των επιδράσεών τους στις οικονομικές καταστάσεις των εταιρειών, με τελικό στόχο την ανάπτυξη σχεδίων αντιμετώπισής τους και τη βελτίωση της σχετικής ενημέρωσης που παρέχουν στα ενδιαφερόμενα μέρη τους.
Σύμφωνα με το διεθνές βαρόμετρο της ΕΥ, με τίτλο «ΕΥ Global Climate Risk Disclosure Barometer», οι επιχειρήσεις βρίσκονται ακόμα σε πρώιμο στάδιο σχετικά με την αναγνώριση των κινδύνων και ευκαιριών από την κλιματική αλλαγή και τη σαφήνεια και συνέπεια της σχετικής πληροφορίας που δημοσιεύουν. Η πλειοψηφία των εταιρειών σε αναπτυγμένες οικονομίες δεν αντιμετωπίζει επαρκώς τους κινδύνους αυτούς, ούτε τοποθετείται κατάλληλα ως προς τη στρατηγική εκμετάλλευση των ευκαιριών που αναδεικνύονται. Καθώς οι επενδυτές παγκοσμίως αυξάνουν το ενδιαφέρον τους για τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στις επιχειρήσεις, η καθυστέρηση αυτή ενδέχεται να επηρεάσει την αποτίμηση των επιχειρήσεων, ακόμα και πριν από την πραγματοποίηση αυτών των επιδράσεων. Επομένως, η βελτίωση της αναγνώρισης και διαχείρισης των ευκαιριών και κινδύνων της κλιματικής αλλαγής, ειδικότερα ως προς τις χρηματοοικονομικές επιδράσεις που επιφέρουν, αναδεικνύεται πιο επείγουσα από ποτέ, στο πλαίσιο της αυξανόμενης ανάγκης των επενδυτών για πληροφόρηση που σχετίζεται με τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας.