Του Νικόλαου Μαυρίκου
H Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης και της γεωφυσικής της μορφολογίας, ευρισκόμενη σε ένα σταυροδρόμι θαλασσίων δρόμων, ήταν φυσικό να αναπτύξει τη ναυτιλία της και μαζί με αυτήν τις παράπλευρες δραστηριότητες, μία από τις οποίες είναι η δραστηριότητα εφοδιασμού πλοίων τόσο με είδη που ενσωματώνονται στα πλοία όσο και με είδη που χρησιμοποιούνται σ’ αυτά, είτε για τη λειτουργία τους είτε για κατανάλωση ή χρήση από το πλήρωμα ή τους επιβάτες.
Ο Νικόλαος Μαυρίκος είναι πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Εφοδιαστών Πλοίων και Εξαγωγέων.
Το εφοδιαστικό εμπόριο αναπτύχθηκε σημαντικά κατά τις προηγούμενες δεκαετίες προσελκύοντας πλοία τα οποία προσέγγιζαν ελληνικά λιμάνια, ή διέρχονταν στα ανοιχτά του Πειραιά (in tranzit), πολλές φορές με μοναδικό σκοπό τον εφοδιασμό τους με διάφορα προϊόντα, παρακάμπτοντας άλλα λιμάνια.
Δυστυχώς, κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες η εφοδιαστική δραστηριότητα τείνει να είναι συνεχώς φθίνουσα, χωρίς να υπάρχει προοπτική αναστροφής αυτής της πορείας. Ένας από τους λόγους αυτής της φθίνουσας πορείας είναι τελωνειακές παρεμβάσεις που γίνονται είτε νομοθετικά είτε με κανονιστικές πράξεις (Υπουργικές Αποφάσεις) είτε ακόμη και με διοικητικές παρεμβάσεις (εγκύκλιοι ή μεμονωμένες διαταγές της κεντρικής υπηρεσίας) είτε ακόμη και με πράξεις των περιφερειακών τελωνειακών υπηρεσιών, ερμηνεύοντας «κατά το δοκούν» νομοθετικές ή κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, οι οποίες πολλές φορές είναι ασαφείς και επιτρέπουν οποιαδήποτε ερμηνεία.
Δημιουργήθηκε έτσι, παρά το γεωγραφικό μας πλεονέκτημα και τη ναυτική μας παράδοση, ένα άνισο (πέραν της υπέρμετρης φορολογίας και της ανυπαρξίας τραπεζικού συστήματος) επιχειρηματικό περιβάλλον μεταξύ των Ελλήνων εφοδιαστών και άλλων κρατών-μελών Ε.Ε.
Η απαλλαγή των εφοδίων πλοίων γραμμών εξωτερικού από δασμούς και φόρους
Η απαλλαγή από δασμούς και φόρους των ειδών που παραδίδονται στα πλοία είναι κεφαλαιώδους σημασίας, καθόσον η επιβάρυνση των ειδών αυτών με δασμούς ή και φόρους αυξάνει το κόστος των εμπορευμάτων και μειώνει την ανταγωνιστικότητα των εφοδιαστικών επιχειρήσεων.
Τα πλοία γραμμών εξωτερικού που εκτελούν διεθνείς πλόες έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν να εφοδιαστούν σε οποιαδήποτε λιμάνι βρίσκουν χαμηλότερες τιμές ή ακόμα, να αναθέτουν τις παραγγελίες τους σε εφοδιαστές άλλων κρατών - μελών με τόπο παράδοσης ελληνικά λιμάνια. Ο εφοδιασμός πλοίων γραμμών εξωτερικού είναι μία εξωστρεφής οικονομική δραστηριότητα και από οικονομική άποψη (όχι τελωνειακή) εξομοιώνεται με την εξαγωγή.
Κατά συνέπεια, η δυνατότητα προμήθειας στη διεθνή αγορά, οδήγησε όλες τις χώρες να καθιερώσουν απαλλαγή από δασμούς και φόρους όλων των εφοδίων, προκειμένου να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των παραγόντων της ναυτιλίας να προμηθεύονται από τους φορείς της δικής τους αγοράς στα πλαίσια του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Νομοθετικές και διαδικαστικές ρυθμίσεις που περιόρισαν σημαντικά τον εφοδιασμό πλοίων γραμμών εξωτερικού και ώθησαν τους διαχειριστές πλοίων να απευθύνονται σε εφοδιαστές εγκατεστημένους σε άλλα κράτη-μέλη ή τρίτες χώρες για τον εφοδιασμό τους με τα αναγκαιούντα είδη για το πλοίο το πλήρωμα ή τους επιβάτες.
Με νομοθετικές τροποποιήσεις καταργήθηκε η απαλλαγή από δασμούς και ΕΦΚ για τα τροφοεφόδια που παραδίδονται σε επαγγελματικά τουριστικά σκάφη που εκτελούν διεθνείς πλόες, καθώς και σε αλιευτικά πλοία που αλιεύουν σε διεθνή ύδατα ή χωρικά ύδατα άλλων χωρών. Η κατάργηση της απαλλαγής ισχύει μόνο για τον εφοδιασμό των ως άνω πλοίων από ελληνικές εφοδιαστικές επιχειρήσεις, καθόσον για τις εφοδιαστικές επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη-μέλη ισχύουν οι απαλλαγές της νομοθεσίας που ισχύουν στα άλλα κράτη-μέλη και όχι αυτές που προβλέπονται από την ελληνική νομοθεσία.
Με ερμηνεία που δόθηκε από την ελληνική τελωνειακή διοίκηση καταργήθηκε η απαλλαγή από δασμούς και ΕΦΚ για τα τροφοεφόδια που παραδίδονται σε ξένα πολεμικά πλοία χωρών μη μελών του ΝΑΤΟ.
Με ερμηνεία που δόθηκε από την ελληνική τελωνειακή διοίκηση καταργήθηκε η απαλλαγή από ΦΠΑ, ΕΦΚ και Δασμό των τροφοεφοδίων που πωλούνται σε επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται χώρους κρουαζιερόπλοιων ως εστιατόρια ή μπαρ για τη σίτιση και την ψυχαγωγία του πληρώματος και των επιβατών.
Με ερμηνεία που δόθηκε από την ελληνική τελωνειακή διοίκηση καθιερώθηκε διπλή τελωνειακή διαδικασία για τα μη ενωσιακά εμπορεύματα που προορίζονται για εξοπλισμό και εφοπλισμό του πλοίου, η οποία συνίσταται σε μία διασάφηση εισαγωγής με το Ειδικό Καθεστώς του Ειδικού Προορισμού και στη συνέχεια κατάθεση διασάφησης εξαγωγής για την παράδοση των εμπορευμάτων στο πλοίο.
Η ερμηνεία αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις ισχύουσες διατάξεις του Ενωσιακού Τελωνειακού Κώδικα και τις κατευθυντήριες γραμμές (guidelines) της Γενικής Δ/νσης Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης (TAXUD) όπου αναφέρεται με σαφήνεια ότι η διαδικασία για τον εφοδιασμό πλοίων με εφόδια που απαλλάσσονται από κάθε φορολογική επιβάρυνση συνίσταται στην κατάθεση διασάφησης εξαγωγής για τα ενωσιακά εμπορεύματα και διασάφησης επανεξαγωγής για τα μη ενωσιακά εμπορεύματα.
Πέραν της νομικής αντίθεσης με την ενωσιακή νομοθεσία, η ως άνω ρύθμιση επιβαρύνει τις ελληνικές εφοδιαστικές επιχειρήσεις που εφοδιάζουν πλοία με μη ενωσιακά εμπορεύματα με εφαρμογή διπλών τελωνειακών διαδικασιών, με καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της διαδικασίας εφοδιασμού και την επιβάρυνση των επιχειρήσεων με διάφορα διαδικαστικά έξοδα, που οδηγούν σε οικονομική επιβάρυνση και αύξηση του κόστους των εμπορευμάτων και μείωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών εφοδιαστικών επιχειρήσεων.
- Αποτέλεσμα αυτών των ρυθμίσεων είναι να εκτρέπονται οι εφοδιασμοί σε επιχειρήσεις εφοδιασμού που είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη-μέλη σε βάρος των ελληνικών εφοδιαστικών επιχειρήσεων. Σε πολλές δε περιπτώσεις οι εφοδιασμοί πραγματοποιούνται στα λιμάνια της χώρας μας από εφοδιαστές άλλων χωρών.
Η εκδοθείσα απόφαση (ΠΟΛ. 1184/2018) για την απαλλαγή από ΦΠΑ τόσο για τα εισαγόμενα όσο και για τα εγχώρια εμπορεύματα που υπάγονται στο καθεστώς της τελωνειακής αποθήκευσης δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για τη διακίνηση τόσο εισαγομένων εμπορευμάτων (ΚΑΘΕΣΤΩΣ 07), τα οποία μπορούν να παραμένουν σε αποθήκες τελωνειακής αποθήκευσης με απαλλαγή από ΦΠΑ, καθώς και εγχωρίων προϊόντων τα οποία μπορούν να εναποτίθενται κατά την παράδοσή τους σε άλλον υποκείμενο στο φόρο σε αποθήκες τελωνειακής αποθήκευσης με απαλλαγή από ΦΠΑ.
Εντούτοις, υπάρχουν:
Γραφειοκρατικές διαδικασίες, όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της απόφασης, που ουσιαστικά αναστέλλουν την εφαρμογή της όσον αφορά τα εγχώρια προϊόντα (αρ. 12 και επόμενα):
- Στην παράγραφο 4 άρθρο 12 ορίζεται ότι «από τη χρονική στιγμή ενημέρωσης του τελωνείου ελέγχου και προτού τα εμπορεύματα λάβουν οποιοδήποτε προορισμό παραμένουν στην αποθήκη τουλάχιστον για εξήντα (60) ώρες».
Θεωρούμε ότι η υποχρέωση παραμονής των εγχώριων εμπορευμάτων στην αποθήκη για τουλάχιστον 60 ώρες καθιστά την εν λόγω απόφαση μη εφαρμόσιμη στους εφοδιασμούς πλοίων, διότι, ως γνωστόν, οι εφοδιασμοί πλοίων πραγματοποιούνται άμεσα εντός ολίγων ωρών εξαιτίας της ολιγόωρης παραμονής των πλοίων στα λιμάνια (μέσος όρος 5 ώρες).
Επιπρόσθετα, η υποχρέωση αυτή όχι μόνο δεν εξυπηρετεί τον εφοδιασμό πλοίων με εγχώρια προϊόντα, αλλά αντίθετα τα θέτει σε δυσμενέστερη θέση είτε με τα αντίστοιχα κοινοτικά που βρίσκονται εκτός καθεστώτος είτε με τα άλλα εμπορεύματα που υπάγονται σε κάποια άλλα ανασταλτικά καθεστώτα (π.χ. αποταμίευση, φορολογική αποθήκη, καθόσον δεν υπάρχει παρόμοια υποχρέωση).
- Στην παράγραφο 4 του άρθρου 13 προβλέπεται ρητά «η μεταβίβαση εμπορευμάτων εντός του καθεστώτος της τελωνειακής αποθήκευσης» σε συνδυασμό με την παράγραφο 6 του ίδιου άρθρου όπου ορίζεται ρητά ότι «Η διακίνηση εμπορευμάτων μεταξύ αποθηκών της παρούσας δεν επιτρέπεται».
Η διάταξη της παραγράφου 6) παρεμποδίζει το εμπόριο αντί να το διευκολύνει, καθόσον αποκλείονται οι πωλήσεις μεταξύ δύο οικονομικών φορέων που:
- είτε αποθηκεύουν σε διαφορετικές δημόσιες αποθήκες
- είτε ο ένας έχει ιδιωτική αποθήκη και ο άλλος ιδιωτική ή αποθηκεύει σε δημόσια αποθήκη
- είτε ένας οικονομικός φορέας έχει δύο διαφορετικές ιδιωτικές αποθήκες
Επιτρέπεται δηλαδή η αγορά - πώληση (μεταβίβαση) μόνο όταν και οι δύο οικονομικοί φορείς αποθηκεύουν στην ίδια δημόσια αποθήκη και προφανώς ο αγοραστής θα πρέπει να έχει εκ των προτέρων συμπεριληφθεί στον κατάλογο επιχειρηματικών εταίρων - δικαιούχων του καθεστώτος.
Οι δημοσιονομικές συνέπειες
Οι αρνητικές συνέπειες που δημιουργούνται είναι οι κάτωθι:
- Απώλεια εισοδήματος τόσο για τις εφοδιαστικές επιχειρήσεις όσο και για το κράτος, το οποίο στερείται των εσόδων από τη φορολόγηση του εισοδήματος,
- Στις θέσεις εργασίας,
- Στη διάχυση των ελληνικών προϊόντων,
- Στην εισροή συναλλάγματος