Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Οι συμφωνίες για τις τιμές αποτελούν τη βασικότερη παρέκκλιση από τους κανόνες ανταγωνισμού των Κοινών Οργανώσεων Αγοράς αγροτικών προϊόντων με βάση τα πορίσματα έρευνας της Κομισιόν για το διάστημα από 1 Ιανουαρίου 2012 έως τα μέσα του 2017, ενώ ακόμα ένα σημαντικό εύρημα αφορά την προσπάθεια ορισμένων κρατών-μελών να περιορίσουν τις εισαγωγές συγκεκριμένων γεωργικών προϊόντων από άλλα κράτη-μέλη.
Αναλυτικότερα, στα τέλη Οκτωβρίου η Κομισιόν παρουσίασε τα αποτελέσματα της πρώτης έρευνας που επικεντρώθηκε στις παρεκκλίσεις από τους κανόνες ανταγωνισμού των Κοινών Οργανώσεων Αγοράς αγροτικών προϊόντων.
Οι μισές σχεδόν παραβάσεις της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, που αποκάλυψε η έρευνα, αφορούσαν συμφωνίες για τις τιμές. Αυτές οι συμφωνίες είχαν, κατά κύριο λόγο, συναφθεί μεταξύ ανταγωνιζόμενων μεταποιητών για τον καθορισμό της τιμής χονδρικής πώλησης (π.χ. για τη ζάχαρη και το αλεύρι) ή μεταξύ μεταποιητών και εμπόρων λιανικής πώλησης για τον καθορισμό της τιμής λιανικής πώλησης (π.χ. για τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το κρέας και το ηλιέλαιο).
Άλλες παραβάσεις αφορούσαν συμφωνίες για την παραγωγή, την ανταλλαγή πληροφοριών και την κατανομή των αγορών.
Συγκεκριμένα, τα είδη των παραβάσεων που διαπιστώθηκαν από τις αρχές ανταγωνισμού μπορούν να ταξινομηθούν ως ακολούθως: συμφωνίες για τις τιμές (46%), συμφωνίες για την παραγωγή (13%), ανταλλαγή πληροφοριών σε θέματα παραγωγής, μεριδίων αγοράς και πελατών (13%), συμφωνίες για την κατανομή της αγοράς (10%), ανταλλαγή πληροφοριών σε θέματα τιμών (10%), καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών αποκλεισμού ανταγωνιστών, όπως εξοντωτική τιμολόγηση, εκπτώσεις αποκλειστικού χαρακτήρα, υπερβολικές και αθέμιτες τιμές (8%). Σε ορισμένες περιπτώσεις οι αρχές ανταγωνισμού διαπίστωσαν ότι υπήρχαν περισσότερες της μίας ταυτόχρονες παραβάσεις.
Οι ευρωπαϊκές αρχές ανταγωνισμού ολοκλήρωσαν περίπου 126 έρευνες, ενώ περίπου 41 βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη, ήτοι συνολικά 167 έρευνες. Οι περισσότερες διεξήχθησαν από τις ΕΑΑ της Αυστρίας (24), της Δανίας (22), της Ελλάδας (21) και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι έρευνες των αρχών ανταγωνισμού καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα γεωργικών προϊόντων, εντούτοις ερευνήθηκαν περισσότερο: γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα (34%), κρέας (19%), οπωροκηπευτικά (12%), και δημητριακά (10%). Ορισμένες έρευνες διεξήχθησαν επίσης στις κατηγορίες των ελαιούχων σπόρων, των ελαίων και λιπών (5%), της ζάχαρης (5%) και του ρυζιού (2%).
Οι παραβάσεις που διαπιστώθηκαν από τις αρχές ανταγωνισμού, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την επιβολή χρηματικής ποινής, αφορούν ευρεία ποικιλία γεωργικών προϊόντων, και συγκεκριμένα: γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα (26%), οπωροκηπευτικά (22%), κρέας οποιουδήποτε είδους (16%), ελαιούχους σπόρους, έλαια και λίπη (10%), άλλα προϊόντα, π.χ. φυσικό ξίδι, οίνο, δημητριακά, βαμβάκι, ζάχαρη (26%).
Οι αρχές ανταγωνισμού υπέβαλαν σε έρευνα: μεταποιητές (36%), καταστήματα λιανικής πώλησης (15%), άλλα είδη ενώσεων (11%), γεωργικούς παραγωγούς, (9%), επιχειρήσεις χονδρικής πώλησης (9%), οργανώσεις γεωργικών παραγωγών (9%), γενικές ενώσεις γεωργών (9%), άλλες οντότητες (7%), ενώσεις οργανώσεων παραγωγών (4%).
Σημειώνεται ότι οι αρχές ανταγωνισμού κίνησαν τις διαδικασίες έρευνας έπειτα από καταγγελίες (προμηθευτών, ανταγωνιστών ή πελατών). Οι αρχές κίνησαν άλλες διαδικασίες με δική τους πρωτοβουλία, αφότου έλαβαν γνώση δυνητικά αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών μέσω πληροφοριών της αγοράς. Οι καταγγελίες ποικίλλουν και αφορούν κυρίως: γεωργικούς παραγωγούς (23%), μεταποιητές (19%), άλλους (15%), οργανώσεις γεωργικών παραγωγών (13%), ιδιώτες (7%), επιχειρήσεις χονδρικής πώλησης (5%), καταστήματα λιανικής πώλησης (5%), άλλα είδη ενώσεων (5%), γεωργικούς συνεταιρισμούς οργανώσεων παραγωγών (3%), τοπικές αρχές (3%), γενικές ενώσεις γεωργών (2%).
Διαφύλαξη των κανόνων της εσωτερικής αγοράς Ένα από τα κύρια πορίσματα της έκθεσης είναι επίσης ότι κάποια κράτη-μέλη έχουν προσπαθήσει, σε ορισμένες περιπτώσεις, να περιορίσουν τις εισαγωγές συγκεκριμένων γεωργικών προϊόντων από άλλα κράτη-μέλη. Διάφορες ευρωπαϊκές αρχές ανταγωνισμού πραγματοποίησαν έρευνες και έθεσαν τέλος σε σειρά συλλογικών συμβάσεων, όπου, για παράδειγμα, γεωργοί από ένα συγκεκριμένο κράτος-μέλος επιχείρησαν να παρεμποδίσουν πωλήσεις από γεωργούς ενός άλλου κράτους μέλους.
Όπως σημειώνει η έρευνα, οι ενέργειες αυτές των αρχών ανταγωνισμού έχουν βοηθήσει τόσο τους καταναλωτές στα κράτη-μέλη, όπου θα μπορούσαν να περιοριστούν οι εισαγωγές, όσο και τους γεωργούς σε όλα τα άλλα κράτη-μέλη που θα επηρεάζονταν από την προσπάθεια παρεμπόδισης διασυνοριακών αγορών.
Οργανώσεις παραγωγών και διεπαγγελματικές οργανώσεις
Αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών και διεπαγγελματικές οργανώσεις μπορούν να βοηθήσουν στην ενίσχυση της θέσης των γεωργών και να συμβάλουν σε μια αποτελεσματικότερη αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων.
Η αναγνώριση των οργανώσεων παραγωγών από τις εθνικές αρχές χρησιμοποιείται ευρέως στον τομέα των οπωροκηπευτικών, όπου σχεδόν το 50% της παραγωγής διατίθεται στο εμπόριο από οργανώσεις παραγωγών, αλλά και στους τομείς του γάλακτος, του κρέατος, του ελαιόλαδου και των δημητριακών.
Σήμερα, υπάρχουν πάνω από 1.700 αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών και 60 ενώσεις οργανώσεων παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών. Αυτό οφείλεται στη συγχρηματοδότηση από την Ε.Ε. των επιχειρησιακών προγραμμάτων που χορηγούνται σε αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών. Στον τομέα του γάλακτος υπάρχουν περίπου 300 αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών και 7 ενώσεις οργανώσεων παραγωγών.
Στους υπόλοιπους τομείς υπάρχουν περίπου 1.200 αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών και 9 ενώσεις οργανώσεων παραγωγών στους άλλους τομείς, κυρίως στους τομείς του κρέατος, του ελαιόλαδου και των δημητριακών.
Αντίστοιχα, υπάρχουν 128 αναγνωρισμένες διεπαγγελματικές οργανώσεις σε 9 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η συντριπτική πλειονότητά τους βρίσκεται στη Γαλλία και την Ισπανία (65 και 27 διεπαγγελματικές οργανώσεις αντίστοιχα).
Οι περισσότερες από τις διεπαγγελματικές οργανώσεις δραστηριοποιούνται στον τομέα του οίνου και των οπωροκηπευτικών.
Να επισημανθεί ότι οι ενωσιακοί κανόνες ανταγωνισμού που απαγορεύουν τη σύναψη συμφωνιών για τον καθορισμό τιμών ή άλλων όρων συναλλαγών ή για την κατανομή των αγορών, εφαρμόζονται στην παραγωγή και στο εμπόριο γεωργικών προϊόντων.
Ωστόσο, ο κανονισμός για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών (κανονισμός ΚΟΑ) περιλαμβάνει παρεκκλίσεις από την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων, οι οποίες επηρεάζουν είτε όλους είτε κάποιους από τους γεωργικούς τομείς ή αφορούν συγκεκριμένες καταστάσεις.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την παρούσα έκθεση, σε τέσσερις τομείς -στον τομέα του ελαιόλαδου, του βόειου κρέατος και ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών, καθώς και στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων- η ΚΟΑ παρείχε στις οργανώσεις παραγωγών τη δυνατότητα να διαπραγματευτούν τις συμβάσεις προμηθειών για την πώληση των αντίστοιχων προϊόντων των μελών τους. Κοινό στοιχείο των μέτρων αυτών ήταν η ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης των γεωργών σε σχέση με τους εταίρους τους του επόμενου σταδίου, όμως διέφεραν οι εξουσιοδοτημένες, δυνάμει των διατάξεων αυτών, συνθήκες και δραστηριότητες.
Για παράδειγμα, από το 2012, δυνάμει του άρθρου 149 της ΚΟΑ, οι αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών στον τομέα του γάλακτος, με την επιφύλαξη ποσοτικών περιορισμών, μπορούν να προβαίνουν σε συμβατικές διαπραγματεύσεις χωρίς να απαιτείται να συγκεντρώνουν την προσφορά και να διαθέτουν στην αγορά τα προϊόντα των μελών τους, ούτε να ενσωματώνουν κάποια δραστηριότητα των παραγωγών τους που ενισχύει την απόδοση. Μια οργάνωση παραγωγών μπορεί να διαπραγματεύεται τις τιμές για την παράδοση νωπού γάλακτος σε μεταποιητές. Εννέα κράτη-μέλη ανέφεραν το 2016 παραδόσεις νωπού γάλακτος στο πλαίσιο συμβάσεων βάσει συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Η ποσότητα που αποτέλεσε αντικείμενο συλλογικής διαπραγμάτευσης ανήλθε συνολικά σε 22,8 εκατομμύρια τόνους, που αντιστοιχεί στο 15% των συνολικών παραδόσεων γάλακτος στην Ε.Ε. το 2016. Η ειδική για τον τομέα παρέκκλιση του άρθρου 149 ΚΟΑ σχετικά με το γάλα συνεχίζει να εφαρμόζεται.