Του Αναστάσιου Καπνοπώλη
Ο Αναστάσιος Καπνοπώλης είναι πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης.
Με τη λήξη του τελευταίου μνημονίου, η Ελλάδα ανακτά περισσότερη ευελιξία για την οικονομική της πολιτική. Αποκτά, ταυτόχρονα, την κύρια ευθύνη της προσπάθειας για ανάκαμψη και έξοδο από την κρίση.
Ωστόσο το τίμημα της κρίσης που πλήρωσε ο βιοτεχνικός κόσμος της Θεσσαλονίκης αποτιμάται σε χιλιάδες λουκέτα και χαμένες θέσεις εργασίας. Πλέον τα στοιχεία, όπως αυτά προκύπτουν από το μητρώο του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, μπορεί να καταγράφουν μειωμένες διαγραφές έναντι των προηγούμενων ετών, ωστόσο, δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού, καθώς η ιδιωτική πρωτοβουλία συνεχίζει να βυθίζεται, ενώ όσοι επιλέγουν να μπουν στον επιχειρηματικό στίβο είναι λίγοι και «γενναίοι». Μέχρι σήμερα η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης καταστρέφει την επιχειρηματικότητα, έχει αρνητικές επιπτώσεις σε κάθε εργαζόμενο, προκαλεί στρέβλωση στη λειτουργία της αγοράς και οδηγεί σε αδιέξοδο και τις υγιείς επιχειρήσεις. Η λύση για να κινηθεί η αγορά δεν είναι η παροχή κοινωνικών μερισμάτων και επιδομάτων. Η Ελλάδα θα μπορέσει να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά μόνο με στοχευμένες παρεμβάσεις και όχι με «φιλοδωρήματα», υποσχέσεις που δεν τηρούνται και φόρους.
Αν πραγματικά η πολιτεία επιζητά την επανεκκίνηση της οικονομίας και τη βιώσιμη μεγέθυνσή της, τότε είναι καθοριστικής σημασίας η ταχεία διαμόρφωση, με τη συνεργασία όλων των πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων του τόπου, ενός σαφούς εθνικού σχεδίου, η παρουσίαση μιας σταθερής «πυξίδας» για κάθε επενδυτή, ενός δεσμευτικού αναπτυξιακού οράματος, με κοινωνικές παραμέτρους, προς άμεση υλοποίηση.
Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να εστιάζει σε συγκεκριμένους τομείς προτεραιότητας. Σημείο αιχμής η θεσμοθέτηση νέων κινήτρων και μέτρων διευκόλυνσης των επενδύσεων σε στρατηγικά επιλεγμένους τομείς, η αξιοποίηση νέων χρηματοδοτικών εργαλείων για τη δημιουργία και τον εκσυγχρονισμό σημαντικών υποδομών και η αποκατάσταση συνθηκών πιστωτικής επέκτασης, με έμφαση στη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με βιώσιμους και ανταγωνιστικούς όρους. Αγκάθι αποτελεί το φορολογικό σύστημα εξαιτίας της πολυπλοκότητας και της αστάθειάς του. Στην Ελλάδα σήμερα ο φορολογούμενος -και κυρίως ο επιχειρηματίας και ο ελεύθερος επαγγελματίας- δεν ξέρει πραγματικά τι του ξημερώνει.
Κατά συνέπεια απαιτείται η δημιουργία φιλικού προς την ανάπτυξη φορολογικού περιβάλλοντος, με ταυτόχρονη μείωση μη παραγωγικών δαπανών του Δημοσίου και βελτίωση της εισπραξιμότητας φόρων και εισφορών, ενώ εξίσου απαραίτητη είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών από το 20% στο 10%. Για την προσέλκυση επενδύσεων, απαιτούνται νέα κίνητρα και μέτρα διευκόλυνσης, με θεσμοθέτηση της ηλεκτρονικής έκδοσης αδειών, δημιουργία ηλεκτρονικού χάρτη με τις θεσμικά χαρακτηρισμένες ζώνες, με περαιτέρω αξιοποίηση της αυτοχρηματοδότησης και δημιουργία νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, για τη δημιουργία και αναβάθμιση σημαντικών υποδομών.
Επιπρόσθετα για να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, η Ελλάδα χρειάζεται να προχωρήσει άμεσα σε βαθιές αλλαγές, ενίσχυση της έρευνας και καινοτομίας, διασύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή, ενδυνάμωση της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων, επιτάχυνση στην υλοποίηση προγραμμάτων -με αιχμή του δόρατος το ΕΣΠΑ- χωρίς άλλες καθυστερήσεις, αλλά και ουσιαστικά μέτρα για τη στήριξη των πολιτών που βρέθηκαν να ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.
Θα επαναλάβω πως η έξοδος από τα μνημόνια και την επιτήρηση σημαίνει ότι η ευθύνη για την πορεία της ελληνικής οικονομίας έρχεται στα δικά μας χέρια. Αν θα τα καταφέρουμε, θα εξαρτηθεί κυρίως από τις αποφάσεις που θα λάβουμε εμείς.