Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
Βελτίωση του κλίματος ασφάλειας καταγράφουν τα στατιστικά στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτασφαλίσεων (International Union of Marine Insurance-ΙUMI) για τη χρήση 2017, σε μία αγορά η οποία χαρακτηρίζεται από πτώση της παραγωγής ασφαλίστρων τα τελευταία χρόνια και πάντως μέχρι το 2016 που υπάρχουν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία.
Ο αριθμός των πλοίων που δηλώθηκαν ως total loss παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με προηγούμενες χρονιές. Παράλληλα, όπως επισημαίνει ο IUMI, τα τελευταία τρία χρόνια, η συχνότητα των περιπτώσεων που χαρακτηρίστηκαν total loss στον παγκόσμιο στόλο σταθεροποιείται στο 0,13% με βάση τον αριθμό των πλοίων (0,05% με βάση το τονάζ). Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη βελτίωση του κλίματος ασφάλειας, στη βελτίωση της ναυπηγικής και της μηχανικής και στους αποτελεσματικότερους ρυθμιστικούς κανόνες, τονίζει ο IUMI.
Αναλυτικότερα, οι συνολικές απώλειες πλοίων που αφορούσαν πλοία ηλικίας μικρότερης των 15 ετών ήταν σημαντικά λιγότερες κατά την περίοδο 2013-17 από ό,τι τα έτη 2008-2012. Η συχνότητα των σοβαρών ατυχημάτων αυξήθηκε σε σχέση με το 2014, αλλά παρέμεινε σταθερή στο διάστημα 2016-17.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του IUMI, το 2017 δηλώθηκαν 77 πλοία ως total loss, όσα και το 2016, ενώ το 2015 ήταν 82. Συνολικά το διάστημα 2013-2017 ο αριθμός των πλοίων που δηλώθηκε ως total loss ήταν 381, ενώ το διάστημα 2008-2012 είχαν φθάσει τα 457 πλοία. Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 2009 και μετά ο αριθμός των πλοίων που καταγράφηκαν ως total loss παραμένει σταθερά κάτω από τα 100, σε αντίθεση με το διάστημα 1997-2008 που ήταν πάντοτε περισσότερα από 100, εκτός από δύο χρονιές.
Ωστόσο, οι ανησυχίες μεταξύ των παραγόντων της ναυτασφαλιστικής αγοράς παραμένουν, καθώς σύμφωνα με τον Mark Edmondson, πρόεδρο της επιτροπής Ocean Hull του IUMI, όλοι οι επιμέρους ναυτιλιακοί κλάδοι εμφανίζουν μία αστάθεια. Τα ασφάλιστρα πιέζονται λόγω της πτώσης των αξιών των πλοίων και της μείωσης της δραστηριότητας σε ορισμένους κλάδους. Επίσης προβληματισμό προκαλεί η συνεχής αύξηση του μεγέθους των πλοίων, ενώ ιδιαίτερη πηγή ανησυχίας είναι για το IUMI και οι ψηφιακές εφαρμογές που σχετίζονται με τη λειτουργία των πλοίων, την εκπαίδευση των πληρωμάτων και την ικανότητά τους να διαχειρίζονται τεχνολογία αιχμής και μεγάλα ποσά δεδομένων. Η IUMI εκτιμά ότι για τις συγκρούσεις των πλοίων ευθύνεται και η εισαγωγή σύγχρονης τεχνολογίας.
Αναφορικά με τον κλάδο ασφάλισης φορτίων (cargo insurance), ο IUMI σημειώνει ότι βελτιώνεται και σταθεροποιείται, αλλά παραμένει ιδιαίτερα ανταγωνιστικός λόγω της προσφοράς χωρητικότητας. Μεταξύ των πολλών προκλήσεων που αντιμετωπίζει είναι οι μεγαλύτεροι και πιο πολύπλοκοι κίνδυνοι, οι φυσικές καταστροφές (NAT CAT) που πλήττουν κυρίως φορτία σε λιμάνια, η συσσώρευση πλοίων και φορτίων στα λιμάνια κ.ά. Πάντως η πολιτική καλύψεων έχει βελτιωθεί σημαντικά και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ασφάλιση αποθηκών, κάλυψη κατεστραμμένων αγαθών και προστασία του εμπορικού σήματος κ.λπ. Επίσης στην ανάληψη κινδύνων αξιοποιούνται «εργαλεία» όπως τα δεδομένα τρίτων (third-party data), αισθητήρες και αναλυτικά στοιχεία πρόβλεψης.
Ο κυβερνοχώρος και οι κίνδυνοι που τον απειλούν είναι ένα ακόμη στοιχείο ανησυχίας για τους ναυτασφαλιστές. Γενικότερα τα θέματα αυτά αντιμετωπίζονται χωρίς πολύ «θόρυβο», όμως η πρόσφατη επίθεση ιών που δέχθηκε η Maersk υπογραμμίζει τους σημαντικούς κινδύνους που απειλούν τη ναυτιλία.
Να σημειωθεί ότι το 2017 η ασφάλιση φορτίου επηρεάστηκε από τη γενικότερη εικόνα που παρουσίασε ο κλάδος των φυσικών καταστροφών (NAT CAT), που κατέγραψε πολλές ζημιές κυρίως από τυφώνες και σεισμούς. Δεδομένου ότι στις μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες ο κλάδος της ναυτασφάλισης είναι μέρος του κλάδου περιουσίας και ατυχημάτων, οι ζημιές NAT CAT επηρέασαν και τον κλάδο cargo και τώρα αντιμετωπίζει αυξανόμενη πίεση για τη βελτίωση των αποτελεσμάτων.
Την ίδια στιγμή σύμφωνα με τα στοιχεία του 2016 η παραγωγή ασφαλίστρων της παγκόσμιας ναυτασφαλιστικής αγοράς μειώθηκε κατά 9% στα 27,5 δισ. δολ. Η παραγωγή ασφαλίστρων στον κλάδο φορτίων (Cargo Premium) μειώθηκε το 2016 κατά 6% στα 15 δισ. δολ., ενώ χειρότερη είναι η εικόνα της παραγωγής ασφαλίστρων στο Hull, η οποία κατεγράφη στα 7 δισ. δολ. μειωμένη κατά 10% σε σύγκριση με το 2016.
Η παραγωγή ασφαλίστρων των P&I Clubs επίσης μειώθηκε το 2016 κατά 5,1% στα 3,32 δισ. δολ.
Υπενθυμίζεται ότι πτώση στην παραγωγή ασφαλίστρων του κλάδου των ναυτασφαλίσεων σημειώθηκε και το 2015 σε σύγκριση με το 2014. Η παγκόσμια παραγωγή ασφαλίστρων μειώθηκε κατά 10,5% σε σύγκριση με το 2014, στα 29,9 δισεκατομμύρια δολάρια. Επίσης η παραγωγή ασφαλίστρων των P&I Clubs μειώθηκε μόλις κατά 0,19% στα 3,5 δισ. δολ.
Χάνει έδαφος η ελληνική ναυτασφαλιστική αγορά
Η ελληνική ναυτασφαλιστική αγορά σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του International Union of Marine Insurance (IUMI) για το 2016 ήταν 39,15 εκατ. δολ., εκ των οποίων τα 9,872 αφορούν τις ασφαλίσεις Hull, τα 24,066 τις ασφαλίσεις φορτίων και τα 5,215 τις ασφαλίσεις Marine Liability. Να σημειωθεί πάντως ότι στη συνολική παραγωγή περιλαμβάνονται και οι ασφαλίσεις σκαφών.
Το 2015 η εικόνα της ελληνικής ναυτασφαλιστικής αγοράς ήταν πολύ καλύτερη, καθώς η συνολική παραγωγή ασφαλίστρων ανήλθε στα 47,03 εκατ. δολ., εκ των οποίων τα 13,816 ήταν ασφαλίσεις Hull, τα 25,949 εκατ. δολ. ασφαλίσεις φορτίων και τα 7,271 εκατ. δολ. ασφαλίσεις αστικής ευθύνης (Marine Liability).
Επίσης το 2014 η παραγωγή ασφαλίστρων ήταν ακόμη ψηλότερα στα 52,42 εκατ. δολ. και αφορούσε 14,21 εκατ. δολ. στην ασφάλιση hull, 29,12 εκατ. δολ. σε transport και cargo και 8,9 εκατ. δολ σε αστική ευθύνη. Στην ασφάλιση hull περιλαμβάνεται και η ασφάλιση σκαφών αναψυχής όπως διευκρινίζεται.
Με δεδομένο ότι ο ελληνόκτητος στόλος αποτελεί περίπου το 20% του tonnage του παγκόσμιου στόλου, τότε εγχώριες ασφαλιστικές εταιρείες διεκδικούν δυνητικά τουλάχιστον το 16% της διεθνούς παραγωγής ασφάλιση Hull, δηλαδή περί το 1,5 δισ. δολ. χωρίς να υπολογίζουμε τις άλλες ασφαλίσεις (cargo, αστικής ευθύνης, κ.λπ.).
Ωστόσο, σύμφωνα με κύκλους της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς, οι εγχώριες ασφαλιστικές εταιρείες δεν έχουν καταφέρει στον συγκεκριμένο τομέα να συμπορευτούν με τους εφοπλιστές μας, προσελκύοντας και πείθοντάς τους ότι «και θέλουμε και μπορούμε να ασφαλίσουμε τα πλοία τους, ανταγωνιζόμενοι με ισότιμους όρους τη διεθνή ασφαλιστική και αντασφαλιστική αγορά πλοίων».
Το παιχνίδι έχει κερδηθεί ιστορικά από τη ναυτασφαλιστική αγορά του Λονδίνου, της Νορβηγίας, της Νέας Υόρκης, της Σιγκαπούρης κ.λπ. Υπολογίζεται ότι τα ετήσια ναυτασφάλιστρα που δυνητικά «χάνονται» από την ελληνική αγορά είναι της τάξεως των περίπου 1-2 δισ. δολαρίων.