Οι εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου αντικατοπτρίζουν την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να ξεκαθαρίσει το εσωκομματικό τοπίο του ΣΥΡΙΖΑ σε κοινή θέα, γράφει ο Βασίλης Κωστούλας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Οι εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου αντικατοπτρίζουν την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να ξεκαθαρίσει το εσωκομματικό τοπίο του ΣΥΡΙΖΑ σε κοινή θέα.
Το εκλογικό σώμα δεν καλείται να κρίνει αν θα εφαρμοστεί ή δεν θα εφαρμοστεί το τρίτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής. Αυτό ήδη συνιστά επιλογή και υποχρέωση της χώρας, με βούλα και υπογραφή της απελθούσας κυβέρνησης.
Το εκλογικό σώμα καλείται να κρίνει πόσο δίκιο είχε η ομάδα Τσίπρα που σύναψε νέο μνημόνιο και πόσο άδικο είχε η ομάδα Λαφαζάνη που κράτησε ψηλά την αντιμνημονιακή σημαία. Αυτό είναι το διακύβευμα μπροστά στο οποίο ο απελθών πρωθυπουργός έκρινε ότι αξίζει το τίμημα μιας νέας φάσης αβεβαιότητας.
Η προσφυγή στην κάλπη για τρίτη φορά μέσα σε εννέα μήνες αφενός καθυστερεί την εφαρμογή του προγράμματος, το οποίο όσο πιο γρήγορα θα υλοποιηθεί τόσο πιο γρήγορα θα αποτελέσει παρελθόν, αφετέρου εντείνει τις ήδη αντίξοες συνθήκες στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον.
Η απάντηση στο αφήγημα ότι οι κοινοβουλευτικές απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ στερούσαν τη δυνατότητα εφαρμογής της συμφωνίας βρισκόταν στη δυνατότητα συγκρότησης ενός κυβερνητικού σχήματος ευρύτερης διακομματικής συνεργασίας.
Ο Αλέξης Τσίπρας δρομολόγησε πρόωρες εκλογές πιθανότατα με την πεποίθηση ότι θα τις κέρδιζε με σχετική άνεση, ορμώμενος από το συντριπτικά θετικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος αλλά και τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων του Ιουλίου, τα οποία καταδείκνυαν σημαντικό προβάδισμα στην πρόθεση ψήφου και διατήρηση της δημοφιλίας του.
Θα απαλλασσόταν έτσι από τον βραχνά των εσωκομματικών αντιπάλων του, χωρίς να προβεί σε ευθεία αποπομπή «συντρόφων» του, οι οποίοι παρέμειναν προσηλωμένοι στις προεκλογικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ για «σκίσιμο» των μνημονίων.
Συγχρόνως, θα διασφάλιζε μια νέα λαϊκή εντολή η οποία θα νομιμοποιούσε τη μεταστροφή την οποία σηματοδότησε η υπογραφή του νέου προγράμματος - συμφωνίας.
Όμως, τα δεδομένα στα οποία συγκλίνουν όλες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, οι υψηλοί προεκλογικοί τόνοι της ΛΑΕ από τα αριστερά, το πυκνό χρονικό διάστημα έως τις 20/9 και η αλλαγή «προπονητή» στην αντίπαλη ομάδα, επί του παρόντος, διαμορφώνουν σκηνικό ντέρμπι.
Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και το αρνητικό σενάριο θα είχε οφέλη για τον Αλέξη Τσίπρα, καθώς το εκλογικό σώμα θα μετέφερε στην αντίπερα όχθη την «καυτή πατάτα» της εφαρμογής εισπρακτικών μέτρων και ακανθωδών μεταρρυθμίσεων που ο ίδιος κόμισε.
Εκτός και αν το υπαρκτό ενδεχόμενο ενός οριακού εκλογικού αποτελέσματος λειτουργήσει ως αστάθμητος παράγοντας στους όποιους εκατέρωθεν μικροκομματικούς υπολογισμούς και υποχρεώσει τους δύο βασικούς ανταγωνιστές να συνεργαστούν.
Ένας μεγάλος κυβερνητικός συνασπισμός, στα ευρωπαϊκά πρότυπα, ίσως να απομάκρυνε τη χώρα από τη σημερινή κατάσταση σήψης. Σίγουρα, θα έφερνε σύσσωμο το πολιτικό σύστημα αντιμέτωπο με τις ευθύνες του.