Τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για την εξέλιξη του ΑΕΠ στο πρώτο εξάμηνο επιβεβαιώνουν τον δυναμισμό της ελληνικής οικονομίας, σε συνθήκες πρωτόγνωρες στα παγκόσμια οικονομικά χρονικά, αλλά και υπογραμμίζουν για μία ακόμη φορά τις ευθύνες της κυβέρνησης, γράφει ο Πάνος Φ. Κακούρης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Πάνου Φ. Κακούρη
[email protected]
Τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για την εξέλιξη του ΑΕΠ στο πρώτο εξάμηνο επιβεβαιώνουν τον δυναμισμό της ελληνικής οικονομίας, σε συνθήκες πρωτόγνωρες στα παγκόσμια οικονομικά χρονικά, αλλά και υπογραμμίζουν για μία ακόμη φορά τις ευθύνες της κυβέρνησης.
Εν μέσω απίστευτης αβεβαιότητας από το φθινόπωρο του 2014, η οποία κλιμακώθηκε σταδιακά με εκλογές, σενάρια Grexit, δημοψήφισμα και τη φυγή 40-50 δισ. ευρώ από τις τράπεζες, η ελληνική οικονομία κατέγραψε αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,4% στο β’ τρίμηνο του 2015 και 0,5% στο πρώτο τρίμηνο, με συνέπεια η μέση ανάπτυξη να προσεγγίζει το 1%.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι πως η ελληνική οικονομία παρουσιάζει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης για πέμπτο διαδοχικό τρίμηνο και συγκεκριμένα από το β’ τρίμηνο του 2014.
Οι επιδόσεις του πρώτου εξαμήνου στηρίχτηκαν στην πραγματική οικονομία και συγκεκριμένα στην αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών και ειδικά του τουρισμού, στη σταθεροποίηση της κατανάλωσης και στην ανάκαμψη των επενδύσεων.
Ολα αυτά επιτεύχθηκαν σε περιβάλλον βαθιάς αβεβαιότητας, η οποία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, εάν η συμφωνία με τους θεσμούς είχε γίνει έγκαιρα. Αποδείχτηκε πως δεν χρειαζόταν και ιδιαίτερη προσπάθεια.
Ενα πακέτο μεταρρυθμίσεων με 86 δισ. ευρώ νέο δάνειο συμφωνήθηκε σε διάστημα λιγότερο από τέσσερις ημέρες σοβαρής και ουσιαστικής κουβέντας.
Η ταχύτητα της συμφωνίας εξέπληξε μάλιστα και τους μόνιμα δύστροπους Γερμανούς, που θα προτιμούσαν, όπως και η εδώ Αριστερή Πλατφόρμα, μια ενδιάμεση συμφωνία, με ημι-χρηματοδότηση και συνέχιση της διαπραγμάτευσης και του αδιεξόδου.
Εάν δηλαδή στο εξάμηνο που πέρασε δεν είχαμε τη «δημιουργική ασάφεια» και τις συζητήσεις Βαρουφάκη - Σόιμπλε περί Grexit, αλλά μια συμφωνία (έστω κακή, όπως αυτή του τρίτου μνημονίου) που θα εξασφάλιζε χρηματοδότηση και θα σταματούσε την αιμορραγία των τραπεζικών καταθέσεων, είναι σαφές πως η οικονομία θα ήταν έτοιμη για απογείωση.
Αντ’ αυτού, η οικονομία βρίσκεται έτοιμη να εισέλθει ξανά σε ένα νέο βαθύ τούνελ ύφεσης.
Κυβέρνηση και θεσμοί προβλέπουν από κοινού ότι φέτος η ύφεση θα φτάσει στο 2,3%, αλλά με δεδομένο ότι στο πρώτο εξάμηνο καταγράφηκε ανάπτυξη 1%, σε καθένα από τα επόμενα δύο τρίμηνα το ΑΕΠ θα πρέπει να μειωθεί δραματικά κατά περίπου 3,5%.
Ευχής έργον, κυβέρνηση και θεσμοί να διαψευστούν ξανά, όπως άλλωστε και τις προηγούμενες φορές, αλλά η ζημιά από τα capital controls στην οικονομία φαίνεται πως είναι τεράστια και δύσκολα θα επουλωθεί.
Πόσο μάλλον όταν, ακόμη, δεν υπάρχει χρονικό ορόσημο για την άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση από αύριο οφείλει να βοηθήσει την οικονομία να βρει τον δρόμο της - και θα τον βρει.