Απόψεις
Τετάρτη, 08 Ιουλίου 2015 07:00

Η σύγκρουση των λαϊκισμών

Οι πολιτικές μας δυνάμεις «πέτυχαν» να κυριαρχήσει σε μεγάλο ποσοστό Ελλήνων το «φτάνει πια». Λόγω κούρασης και αγανάκτησης από τις αδιάκοπες πιέσεις που ασκούν, υποτίθεται αποκλειστικά, οι εταίροι και πιστωτές, γράφει ο Κώστας Ιωαννίδης.

Από την έντυπη έκδοση

Του Κώστα Ιωαννίδη
[email protected]

Οι πολιτικές μας δυνάμεις «πέτυχαν» να κυριαρχήσει σε μεγάλο ποσοστό Ελλήνων το «φτάνει πια». Λόγω κούρασης και αγανάκτησης από τις αδιάκοπες πιέσεις που ασκούν, υποτίθεται αποκλειστικά, οι εταίροι και πιστωτές.

Οι δε «φωτισμένοι» πολιτικοί ηγέτες των ισχυρών κρατών της Eυρωζώνης επέτρεψαν να διογκωθεί στις κοινωνίες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης μια αντίστοιχη κόπωση.  

Το «αντιευρωπαϊκό» φρόνημα επιχειρούν να καλύψουν στο «και πέντε» όλες οι πολιτικές δυνάμεις, πλην ΚΚΕ και Χ.Α., μετά το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών.

Αλλά αυτό γεννήθηκε από τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησαν στο εσωτερικό οι κυβερνήσεις και οι αντιπολιτεύσεις από το 2009 και μετά.

Ως την άνοδο στην εξουσία του ΣΥΡΙΖΑ, οι κυβερνώντες, κάθε φορομπηχτικό μέτρο που ελάμβαναν δήλωναν πως δεν ήταν επιλογή τους, αλλά απαίτηση της τρόικας.

Οι κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν την κρίση ως το 2015 ήταν τα κόμματα εξουσίας της μεταπολίτευσης, που δεν θέλησαν να αποδώσουν την ωμή πραγματικότητα στους πολίτες.

Προσπάθησαν να καλύψουν τη χρεοκοπία το 2010, οδηγώντας στην κατοχύρωση της άποψης ότι οι εταίροι πήγαν να διασώσουν τα χρήματά τους και τις τράπεζες και όχι τη χώρα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ το έκανε σημαία, με αποτέλεσμα οι πολίτες να απορρίπτουν με άνεση το πρόγραμμα στήριξης, που κατοχυρώθηκε ως «μνημόνιο», αφού πίστεψαν ότι ενώ ήταν η μόνιμη βάση του κλαδέματος των εισοδημάτων τους, δεν ωφελούσε πουθενά.

Ακούσαμε για κερδοσκόπους της διεθνούς αγοράς δανεισμού που πολεμούσαν την Ελλάδα, σε συνεργασία με τους οίκους αξιολόγησης, για να προκαλέσουν τεχνητή κρίση για να αγοράσουν το οικόπεδο Ελλάδα φθηνά.

Τώρα, έχοντας ήδη αθετήσει την πληρωμή δόσης στο ΔΝΤ και χωρίς διαθέσιμα για τη δόση του Ιουλίου στην «τρομοκρατική» ΕΚΤ, αναρωτιόμαστε πώς θα βοηθήσει να ανοίξουν οι τράπεζες.

Ομως, ακολουθώντας πάλι την οδό της καθυστέρησης στο Eurogroup, δεν κατατέθηκε πρόταση που να αναγνωρίζουν οι εταίροι. Οταν άρχισαν τα βογκητά από τον ΕΝΦΙΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωνε πως θα τον καταργούσε, μαζί με τα μνημόνια.

Η αξιολόγηση των πεπραγμένων από τους πιστωτές ήταν ταπεινωτική. Αυτά δήλωνε μια κυρίαρχη δημοκρατική χώρα.

Παραλείποντας το «χρεοκοπημένη» και την αναφορά της αδυναμίας διατήρησης της οικονομικής δραστηριότητας.

Το πολιτικό κεφάλαιο από το δημοψήφισμα είναι για εσωτερική χρήση, αλλά αποτελεί αρνητική παράμετρο για τους εταίρους που θα καταβάλουν κεφάλαια.

Οι πολιτικοί της Κεντρικής Ευρώπης άφησαν να σχηματιστεί η εντύπωση πως η λιτότητα που επιβλήθηκε εκεί ήταν αποτέλεσμα της αφροσύνης των κρατών της περιφέρειας, των PIIGS.

Από αυτά επισήμως μόνο η Ελλάδα έμεινε σε κρίση. Χωρίς όραμα και μια πολιτική που να τους ξεχωρίζει, εξαρτώνται από το συναίσθημα που αναπτύσσεται στους ψηφοφόρους τους, που ακολουθούν τον λαϊκισμό των δημοφιλών μέσων ενημέρωσης.

Είναι άπαντες παγιδευμένοι στην αγανάκτηση των λαών τους και στη μικρότητα του πολιτικού τους αναστήματος. Δύσκολα αισιοδοξεί κανείς περιμένοντας το αποτέλεσμα της σύγκρουσης δύο λαϊκισμών.