Αίτηση στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατέθεσαν ένας μηχανικός κι ένας δικηγόρος ζητώντας να εκδοθεί προσωρινή διαταγή ή απόφαση του Τμήματος Αναστολών που θα «παγώνει» το δημοψήφισμα της Κυριακής.
Αίτηση στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατέθεσαν ένας μηχανικός κι ένας δικηγόρος ζητώντας να εκδοθεί προσωρινή διαταγή ή απόφαση του Τμήματος Αναστολών που θα «παγώνει» το δημοψήφισμα της Κυριακής.
Οι δύο πολίτες τονίζουν ότι τόσο η πράξη του υπουργικού συμβουλίου για την πρόταση διεξαγωγής δημοψηφίσματος, όσο και το Προεδρικό Διάταγμα για την προκήρυξη του δημοψηφίσματος, προσκρούουν στο άρθρο 44 του Συντάγματος και στο νόμο 4023/2011 που αφορά τους κανόνες διεξαγωγής των δημοψηφισμάτων.
Συγκεκριμένα, υπογραμμίζουν ότι από τις συνταγματικές επιταγές δεν επιτρέπεται να τίθενται σε δημοψήφισμα ερωτήματα τα οποία «ανάγονται στη διαχείριση της δημοσιονομικής πολιτικής και την αντιμετώπιση ζητημάτων που προκύπτει ή επηρεάζουν άμεσα (δυσμενώς ή ευμενώς) την δημοσιονομική κατάσταση του κράτους».
Όπως τονίζουν στην προσφυγή, «τα έγγραφα των τριών διεθνών οργανισμών (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) του Eurogroup της 25.6.2015, για τα οποία ο ελληνικός λαός καλείται να αξιολογήσει και να αποφασίσει αν θα τα δεχθεί ή αν θα απορρίψει, έχουν «σαφέστατο και σχεδόν αποκλειστικό οικονομικό αντικείμενο και άμεσο δημοσιονομικό αντικείμενο στην λειτουργία του κράτους και την χρηματική επάρκεια για αντιμετώπιση των κρατικών δαπανών».
Κατά συνέπεια το δημοψήφισμα είναι παράνομο, καθώς «παραβιάζονται ρητές διατάξεις του Συντάγματος».
Επισημαίνουν δε ότι παραβιάζεται η νομοθεσία που αφορά τη διεξαγωγή των δημοψηφισμάτων (νόμο 4023/2011), καθώς το ερώτημα που τίθεται και καλείται να αποφανθεί ο Έλληνας πολίτης, δεν διατυπώνεται με τρόπο σαφή και σύντομο -όπως απαιτεί ο νόμος- αλλά είναι πολυσύνθετο, περιγράφεται με ειδικούς τεχνικούς και επιστημονικούς όρους, οι οποίοι είναι «αδύνατον να γίνουν κατανοητοί από τη συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων».
Οι δύο πολίτες τονίζουν ότι λόγω του τρόπου διατύπωσης του ερωτήματος, οι νομοθετικές πράξεις για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος είναι μη νόμιμες και άκυρες, ενώ είναι παράνομες εξαιτίας του σύντονου χρόνου διεξαγωγής του δημοψηφίσματος, που έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά αδύνατη την ενημέρωση του εκλογικού σώματος.
Επισημαίνουν ακόμη ότι η διαδικασία διεξαγωγής του δημοψηφίσματος είναι παράνομη, καθώς στο Προεδρικό Διάταγμα δεν δημοσιεύονται τα κείμενα των διεθνών οργανισμών του Eurogroup της 25.6.2015.
Τέλος, υπογραμμίζουν ότι η πράξη του υπουργικού συμβουλίου και το Προεδρικό Διάταγμα είναι άκυρα, καθώς έχουν εκδοθεί «κατά κατάχρηση εξουσίας», αφού εκδοθήκαν για «σκοπό τελείως διάφορο από εκείνον για τον οποίο προβλέφθηκε συνταγματικώς ο θεσμός του δημοψηφίσματος και άσχετο προς την έννοια του εθνικού ζητήματος, όπως αυτή γίνεται δεκτή από την επιστήμη και στην κοινή αντίληψη».