Τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής, οι 178 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, των ΑΝΕΛ και της Χρυσής Αυγής, υπερψηφίζοντας την πρόταση της κυβέρνησης για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος την ερχόμενη Κυριακή, δεν στήριξαν μιαν πολιτική επιλογή, απλώς, γράφει ο Δημήτρης Η. Χατζηδημητρίου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Δημήτρη Η.Χατζηδημητρίου
[email protected]
Τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής, οι 178 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, των ΑΝΕΛ και της Χρυσής Αυγής, υπερψηφίζοντας την πρόταση της κυβέρνησης για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος την ερχόμενη Κυριακή, δεν στήριξαν μιαν πολιτική επιλογή, απλώς.
Με την ψήφο τους άνοιξαν τον δρόμο σε μια πορεία με άγνωστο τελικό προορισμό, τροφοδοτώντας και ενισχύοντας τους φόβους για μια επαπειλούμενη εθνική τραγωδία ασύλληπτων διαστάσεων, όπως εκτιμούν πολιτικοί αναλυτές εντός κι εκτός της χώρας.
Για την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως και τους ΑΝΕΛ, το δημοψήφισμα συνιστά μια λυτρωτική διαδικασία, καθώς θα δοθεί στον λαό η δυνατότητα να αποφασίσει κυρίαρχα για το μέλλον του, απαντώντας αυθεντικά στους εκβιασμούς και τα τελεσίγραφα των εταίρων-δανειστών της χώρας, η οποία από χθες θα πρέπει να μάθει να ζει με κλειστές τράπεζες, αλλά με ευθύνη των εταίρων της, που δεν έστερξαν να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις της Αθήνας και να υιοθετήσουν τις προτάσεις των κ. Τσίπρα και Βαρουφάκη...
Για την αντιπολίτευση -τους βουλευτές της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ, του Ποταμιού- η κυβέρνηση, τα κόμματα που τη συγκροτούν και οι ηγέτες τους οργάνωσαν ένα πολιτικό πραξικόπημα, επιδιώκοντας με εξαιρετικά αμφίβολες διαδικασίες να υφαρπάξουν την ψήφο του ελληνικού λαού και να εφαρμόσουν το plan B’.
Δηλαδή, τον βίαιο αναπροσανατολισμό της χώρας, τόσο σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή της σε πολιτικό-οικονομικές ενώσεις, όσο και στις γεωπολιτικές επιλογές της. Συναφώς εγείρουν το εύλογο ερώτημα εάν ένα κόμμα με μόλις το 36,34% της λαϊκής ψήφου στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου μπορεί, έχει την πολιτική κι ευρύτερη νομιμοποίηση να επιφέρει τέτοιας έκτασης δραματικές αλλαγές, που θα δεσμεύσουν το μέλλον της Ελλάδας για τις πολλές επόμενες δεκαετίες...
Κατά την αντίληψη ενίων πολιτικών παρατηρητών, οι 178 βουλευτές του «Ναι» στο δημοψήφισμα και του «Όχι» στην κάλπη της ερχόμενης Κυριακής ανασυγκρότησαν εντός του Κοινοβουλίου την «παρέα των αγανακτισμένων» της πλατείας Συντάγματος, το 2011.
Η άποψη αυτή κερδίζει πόντους και από τη στάση του ΚΚΕ, το οποίο -όπως τότε- και το πρωί της Κυριακής αρνήθηκε να συναθροισθεί «σε ένα ετερόκλητο μέτωπο», θεωρώντας ότι το «Οχι» που προτείνουν ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-Χρυσή Αυγή όχι μόνο δεν αμφισβητεί την κυρίαρχη επιλογή της συμμετοχής στην Ευρ. Ενωση, αλλά επιχειρεί και επιδιώκει τη χειραγώγηση και διαβουκόληση του λαού.
Ενώ δεν λείπουν κι εκείνοι που εκτιμούν ότι η επιλογή του δημοψηφίσματος από τον κ. Τσίπρα και την περί αυτόν ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι αποκαλυπτική του βαθμού ώσμωσής τους με την αντίστοιχη των ΑΝΕΛ, καθώς υποστηρίζουν ότι ένα δημοψήφισμα, υπό της παρούσες συνθήκες, δεν είναι παρά η υιοθέτηση της «λογικής του Κουγκίου», που προνομιακά προβάλλει στη δημόσια σφαίρα ο αρχηγός του ήσσονος κυβερνητικού εταίρου...
Ως προς την ουσία αυτού καθαυτού του εγχειρήματος -δημοψήφισμα την Κυριακή 5 Ιουλίου-, οι ομιλίες των κ.κ. Τσίπρα και Καμμένου, όπως και των στελεχών τους -υπουργών και βουλευτών-, ελάχιστα προσέφεραν στην κατανόηση και αποσαφήνιση. Αλήθεια, ποιο ακριβώς είναι το ερώτημα επί του οποίου καλούνται να αποφανθούν οι πολίτες την ερχόμενη Κυριακή;
Ποια πρόταση των -κακοπροαίρετων- εταίρων και πιστωτών καλούνται να απορρίψουν οι Ελληνες; Η κυβέρνηση ομιλεί -και στα έγγραφα της διατυπώνει- ότι δεν γίνεται αποδεκτή η απαίτηση για ΦΠΑ στα ξενοδοχεία στο 23%, αλλά πριν αλέκτορα φωνήσαι, οι Βρυξέλλες αποκαλύπτουν ότι η πρότασή τους είναι για 13% και μάλιστα τελούσε σε γνώση του Ελληνα διαπραγματευτή.
Αυτό το τελευταίο ενισχύει όσους υποστηρίζουν ότι οι ενέργειες-αποφάσεις της Αθήνας και της κυβερνητικής ηγεσίας υπακούουν σε έναν άρρητο σχεδιασμό, ένα plan B’, οι πτυχές του οποίου αποκαλύπτονται τώρα και έχουν να κάνουν με τη συνέχιση της παρουσίας της χώρας στην Ευρωζώνη.
Γιατί η κυβέρνηση δεν έθετε προς κρίση την πρόταση που με την υπογραφή του κ. Τσίπρα, παρουσίασε στους εταίρους, εφόσον αυτή των δανειστών συνιστά ιταμό τελεσίγραφο; Το ερώτημα παραμένει και κανείς από τη συγκυβέρνηση δεν απαντά στο απλό ερώτημα -που όμως είναι ο πυρήνας του δημοψηφίσματος- «τι ακριβώς θα ψηφίσουμε την Κυριακή, με βάση ποιο κείμενο;».
Μήπως έχουν βάση οι αιτιάσεις όσων υποστηρίζουν ότι ο κ. Τσίπρας ήχθη στην επιλογή του δημοψηφίσματος για να απαλλαγεί από τις υποσχέσεις του Προγράμματος της Θεσσαλονίκης, καθώς όχι μόνο δεν μπορεί να διαθέσει τα 11 δισ. ευρώ που απαιτούνται για την εφαρμογή του, αλλά είναι υποχρεωμένος να λάβει μέτρα ύψους τουλάχιστον 8 δισ. ευρώ, για να μη βρεθεί η χώρα στο κενό;
Αλλά σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε ο ίδιος να θεραπεύσει αυτή την κατάσταση και να αναλάβει την ευθύνη της όποιας απόφασης, όπως διακήρυξε πριν από λίγες ημέρες στις κοινές δηλώσεις του με τον Αυστριακό καγκελάριο Βέρνερ Φάιμαν... Επίσης, στην αχλή του πολιτικού αφηγήματος των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παραμένει και η απάντηση στο εύλογο ερώτημα: Τι θα σημαίνει για τη χώρα και την κυβέρνηση η επικράτηση του ΝΑΙ ή του ΟΧΙ;
Η πρόχειρη απάντηση που δίδεται είναι ότι «είμαστε δημοκράτες, θα σεβαστούμε την ετυμηγορία». Αυτό έλειπε. Να μην ισχύσουν τα προφανή. Επί της ουσίας, μια κατίσχυση του «Οχι» θα ενίσχυε τη διαπραγματευτική αλκή της κυβέρνησης; Θυμίζει λίγο τη θέση Χριστόφια, του ΑΚΕΛ, στο δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν, την άνοιξη του 2004, «ψηφίζουμε ΟΧΙ για να τσιμεντώσουμε το ΝΑΙ».
Η συνέχεια γνωστή... Εάν υπερισχύσει το «Ναι», ποια θα είναι η τύχη μιας κυβέρνησης που θα έχει αποδοκιμασθεί τόσο ηχηρά, σε μια κορυφαία επιλογή της; Δεν θα συνιστά το αποτέλεσμα ευθεία και καθοριστική πολιτική απονομιμοποίησή της; Μήπως είναι αυτός ένας ικανός λόγος για την αποδρομή της από την εξουσία; Ούτε σε αυτά τα ερωτήματα απάντησαν οι ρήτορες της θυελλώδους συνεδρίασης, που ολοκληρώθηκε στις 3 το πρωί της Κυριακής.
Το είχε πει ο Φρανσουά Μιττεράν: «Συνήθως στα δημοψηφίσματα οι πολίτες απαντούν σε ερωτήματα που δεν έχουν καν τεθεί». Ισως επιβεβαιωθεί ο πιο Φλωρεντινός από τους σύγχρονους Γάλλους πολιτικούς... Μόνον που στα καθ’ ημάς η απάντηση μοιάζει να αφορά την επιλογή μας να παραμείνουμε στον χώρο της Δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, της διασφάλισης των πολιτικών, ατομικών, κοινωνικών, ανθρώπινων δικαιωμάτων, στην Ευρωπαϊκή Ενωση δηλαδή, απορρίπτοντας επιλογές που θα εγκαθιστούσαν την Ελλάδα και τους Ελληνες στη σφαίρα επιρροής του ανατολικού δεσποτισμού. Τόσο απλά!