Στη διχογνωμία των θεσμών κατά την διαπραγμάτευση με την Ελλάδα απέδωσε την κρισιμότητα της κατάστασης, η οποία «μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες ατυχήματος», η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου και τόνισε κατηγορηματικά ότι η ελληνική κυβέρνηση «δεν επιθυμεί το ατύχημα» και εργάζεται σταθερά και λεπτομερώς για την επίτευξη συμφωνίας για το καλό της Ευρώπης και της Ελλάδας.
Στη διχογνωμία των θεσμών κατά την διαπραγμάτευση με την Ελλάδα απέδωσε την κρισιμότητα της κατάστασης, η οποία «μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες ατυχήματος», η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου και τόνισε κατηγορηματικά ότι η ελληνική κυβέρνηση «δεν επιθυμεί το ατύχημα» και εργάζεται σταθερά και λεπτομερώς για την επίτευξη συμφωνίας για το καλό της Ευρώπης και της Ελλάδας.
«Έχουμε διανύσει τα 4/5 της απόστασης μεταξύ των αντιτιθέμενων απόψεων και απομένει στους εταίρους μας να κάνουν το υπολειπόμενο μικρό βήμα προς εμάς», δήλωσε η κ. Φωτίου κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε την Παρασκευή στο Ίδρυμα Rosa Luxembourg, στο Βερολίνο, όπου συμμετέχει στις εκδηλώσεις αλληλεγγύης προς την Ελλάδα που διοργανώνει το Die Linke σε συνεργασία με πολιτικές οργανώσεις, με αφορμή την Ημέρα των Προσφύγων (20ή Ιουνίου) στο Βερολίνο και σε ολόκληρη την Γερμανία.
Η υπουργός παρουσίασε τα στοιχεία για την ελληνική οικονομία, την ανεργία και την φτώχεια και τόνισε κατ΄ επανάληψη ότι «δεν πρόκειται να συνεχίσουμε με κανέναν τρόπο τη ‘θεραπεία' που μας επιβλήθηκε, η οποία δημιούργησε το τρίπτυχο της νεοελληνικής τραγωδίας: καταστροφή της οικονομίας, ανθρωπιστική κρίση, διόγκωση του χρέους στο 180% του ΑΕΠ».
«Ο ελληνικός λαός αποφάσισε στις 25 Ιανουαρίου ότι δεν θέλει αυτή τη θεραπεία, αλλά επιθυμεί να μείνει εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης και εντός Ευρωζώνης», συνέχισε, για να υπογραμμίσει: «Γι’ αυτό το λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ εργάζεται σκληρά όλους αυτούς τους μήνες. Αν τελικά πολιτικός στόχος είναι να ταπεινωθεί ο ελληνικός λαός και ο ΣΥΡΙΖΑ και να εξοντωθεί οικονομικά, τότε ποια σημασία θα έχει εάν θα είμαστε εντός ή εκτός Ευρωζώνης; (...) Αν ο ελληνικός λαός και η κυβέρνηση δεχθούν την εξόντωση, αυτό θα είναι παράδειγμα και για άλλους λαούς της Ευρώπης».
«Αν δει κανείς τι ακριβώς συνέβη στην Ελλάδα και αναλύσει το μέλλον της χώρας, σκέφτεται ‘γιατί να μην βγούμε από την Ευρώπη; Γιατί ναι, θα είναι δύσκολα για τα πρώτα χρόνια, αλλά τουλάχιστον θα είχαμε μετά ένα μέλλον. Αυτή τη στιγμή στραγγαλιζόμαστε μέσα στο σύστημα'. Αλλά εμείς δεν το κάνουμε. Διότι είμαστε βαθιά φιλοευρωπαίοι», τόνισε η υπουργός και πρόσθεσε: «Βλέπουμε το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρώπη, αλλά όχι αυτή την Ευρώπη που έχει χάσει τις αξίες της δημοκρατίας, του σεβασμού της λαϊκής βούλησης, της αλληλεγγύης, της κοινωνικής συνοχής, της μη διάκρισης σε πλούσιους και φτωχούς. Αλλά δεν βλέπουμε αυτές οι αρχές να έχουν εφαρμογή σήμερα. Για αυτό θέλουμε να αλλάξουμε την Ευρώπη» και το παράδειγμα και η εμπειρία της Ελλάδας να χρησιμεύσουν ώστε η Ευρώπη να επιβιώσει, να συνεχίσει, να αναγεννηθεί. «Σεβόμαστε τους ευρωπαϊκούς λαούς. Πιστεύουμε στην Ευρώπη», πρόσθεσε.
Αναφερόμενη στα αιτήματα της ελληνικής κυβέρνησης από την διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, η κ. Φωτίου σημείωσε ότι η Αθήνα ζητά από τους λαούς της Ευρώπης να συναινέσουν σε χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα και σε ρύθμιση του χρέους, το οποίο δεν είναι βιώσιμο, ενώ δεν δέχεται περαιτέρω περικοπές στις συντάξεις και τους μισθούς και δεν επιθυμεί να λάβει άλλα δάνεια. Επιδίωξη ακόμη της ελληνικής πλευράς είναι ένα επενδυτικό πακέτο, το οποίο θα διατεθεί απευθείας σε επενδυτές.
Σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά θέματα, η υπουργός επεσήμανε ότι αν και τα τελευταία χρόνια κατεδαφίστηκαν οι εργασιακές σχέσεις και μειώθηκαν οι μισθοί, δεν υπήρξε αύξηση των εξαγωγών ή της ανταγωνιστικότητας. Πρότεινε δε την δημιουργία ενός τομέα κοινωνικής οικονομίας, μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα αυτενέργειας στο εργατικό δυναμικό υψηλών προσόντων.
Πηγή: ΑΜΠΕ