Αυτές τις ημέρες η Ευρωπαϊκή Ενωση γιορτάζει την επέτειο ενός σημαντικού βήματος, που στηρίχθηκε στο όραμα της ενοποίησης. Πρόκειται για ένα εγχείρημα το οποίο στο πέρασμα του χρόνου αγκάλιασαν τα περισσότερα μέλη, γράφει η Νατάσα Στασινού.
Από την έντυπη έκδοση
ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ
[email protected]
Αυτές τις ημέρες η Ευρωπαϊκή Ενωση γιορτάζει την επέτειο ενός σημαντικού βήματος, που στηρίχθηκε στο όραμα της ενοποίησης. Πρόκειται για ένα εγχείρημα το οποίο στο πέρασμα του χρόνου αγκάλιασαν τα περισσότερα μέλη.
Ενα εγχείρημα με πολλαπλά οφέλη, αλλά και με ένα παράπλευρο τίμημα, που σηκώνουν οι λίγοι και μάλλον πιο αδύναμοι. Κι όμως. Αυτή τη φορά δεν μιλάμε για τη νομισματική ένωση και το ευρώ.
Ο λόγος για τη Συνθήκη του Σένγκεν. Εχουν περάσει 30 χρόνια από την υπογραφή της και 20 από την κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα της Ενωσης.
Οι Ευρωπαίοι πραγματοποιούν περισσότερα από 1,25 δισεκατομμύριο ταξίδια ετησίως εντός της ζώνης Σένγκεν.
Η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας, όμως, προσφέρει πολλά περισσότερα.
Μία κοινότητα χωρίς σύνορα σημαίνει ότι κάθε πολίτης έχει τη δυνατότητα να εργαστεί, να ζήσει στην πόλη που θα επιλέξει, χωρίς να συναντά τεράστια γραφειοκρατικά εμπόδια.
Σημαίνει ευκαιρίες για τους 400 εκατομμύρια Ευρωπαίους πολίτες και για τις οικονομίες, που χωρίς τον ενιαίο χώρο δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε.
Η ιδέα, που γεννήθηκε το 1985 στο Σένγκεν, ένα μικρό χωριό του Λουξεμβούργου, και άρχισε να εφαρμόζεται δέκα χρόνια αργότερα με τη συμμετοχή μόλις επτά κρατών, συνοδεύτηκε από την πρόβλεψη για ενιαία εξωτερικά σύνορα και ενιαίο σύστημα παροχής ασύλου σε πρόσφυγες.
Ηρθε να τη συμπληρώσει σε αυτό το μέτωπο μία προβληματική, όπως αναγνωρίζεται από όλους σήμερα, σύμβαση:
η Συνθήκη του Δουβλίνου, η οποία επιτάσσει την παραμονή προσφύγων και μεταναστών στην πρώτη χώρα που τους υποδέχεται και την επαναπροώθησή τους σε αυτήν σε περίπτωση που περάσουν σε άλλο μέλος της Ενωσης.
Οι άνθρωποι αυτοί, είτε θέλουν να αποφύγουν εμπόλεμες καταστάσεις και πολιτικούς διωγμούς είτε αναζητούν απλώς μία ευκαιρία επιβίωσης, περνούν με κίνδυνο της ζωής τους τις πύλες του «παραδείσου» για να συναντήσουν τελικά την «κόλαση»: μένουν παγιδευμένοι στην Ελλάδα, την Ιταλία ή άλλες χώρες εισόδου.
Την ανάγκη για αναθεώρηση των πλαισίων Σένγκεν και Δουβλίνου έφερε στο προσκήνιο η Αραβική Ανοιξη και ένα επεισόδιο ανάμεσα στην Ιταλία και τη Γαλλία το 2011.
Το Παρίσι επανεισήγαγε μονομερώς τότε εσωτερικούς ελέγχους στα σύνορα με την Ιταλία για να παρεμποδίσει τη μεταναστευτική ροή Βορειοαφρικανών, στους οποίους η Ρώμη χορήγησε άδεια προσωρινής παραμονής στην Ε.Ε.
Τότε έγιναν τα πρώτα βήματα αναθεώρησης, αλλά έμειναν στη μέση.
Οι πρόσφατες τραγωδίες στη Μεσόγειο κατέδειξαν με τον πλέον οδυνηρό τρόπο ότι οι αποφάσεις δεν μπορούν να αναβάλλονται άλλο.
Η Κομισιόν προωθεί ένα αναλογικό σύστημα επανεγκατάστασης προσφύγων στα κράτη-μέλη, το οποίο συναντά εντονότατες αντιδράσεις.
Ας αναλογιστούν, ωστόσο, όσοι λένε πεισματικά «όχι» ότι η λάμψη των ευρωπαϊκών κεκτημένων και των οικονομικών οφελών έχει ξεθωριάσει μπροστά σε μία αδυναμία συνεννόησης που στοιχίζει ζωές.