Τι είναι τελικά το μεγάλο ζητούμενο για την κυβέρνηση μετά την απομάκρυνση αλλά όχι τη φυγή του ΔΝΤ από τις διαπραγματεύσεις; Η «ολική καταστροφή» είναι έκφραση όσων θέλουν να δείξουν τι θα συμβεί την επόμενη μέρα από εκείνη που η ρήξη θα αναγγελθεί επίσημα. Αλλά δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, γράφει ο Κώστας Ιωαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Ιωαννίδη
[email protected]
Τι είναι τελικά το μεγάλο ζητούμενο για την κυβέρνηση μετά την απομάκρυνση αλλά όχι τη φυγή του ΔΝΤ από τις διαπραγματεύσεις; Η «ολική καταστροφή» είναι έκφραση όσων θέλουν να δείξουν τι θα συμβεί την επόμενη μέρα από εκείνη που η ρήξη θα αναγγελθεί επίσημα. Αλλά δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια.
Γιατί δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τους Ελληνες, τους πρωτομάστορες στη διαχείριση του χάους. Ούτε όμως θα σώσει την Ελλάδα η ρήξη με τους πιστωτές, όπως υποστηρίζουν πολλοί από τους βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού.
Ακόμα και αν κλείσει η χώρα και μετατραπεί σε νησί με δικό του οικονομικό κύκλο, αυτό που φαίνεται δυνατό να πληρώνουν τα έσοδα μισθούς και συντάξεις, δεν θα ισχύει ύστερα από λίγο. Καθώς το ψαλίδισμα στην οικονομική δράση που συνεπάγεται η περιχαράκωση θα μειώσει τα έσοδα.
Αυτή θα είναι η βάση για τύπωμα πληθωριστικού χρήματος και η επανεμφάνιση του σαρακιού που θα μασουλάει την οικονομική δύναμη των πιο αδύναμων, γεννώντας διαρκώς αρνητικές οικονομικές δυνάμεις, που το χρέος τους θα «αγοράζουν» οι θετικές και θα δυναμώνουν λιγοστεύοντας τους συσσωρευτές πλούτου.
Είμαστε σε ένα σταυροδρόμι για πολλοστή φορά, αλλά οι πολίτες βρίσκονται σε κατάσταση μακαριότητας. Θεωρούν λογικό να έχουν εμπιστοσύνη στο κόμμα που τους υποσχέθηκε ότι θα σταματήσει τη μιζέρια στην οποία τους έριξαν τα μνημόνια που οι προηγούμενες κυβερνήσεις… αναίτια υπέγραψαν με την τρόικα.
Οι κυβερνώντες δηλώνοντας ότι το μνημόνιο δεν ισχύει και μετονομάζοντας την τρόικα σε θεσμούς, θέλησαν να δείξουν ότι η απόφασή τους να αγνοήσουν τους «τεχνοκράτες» πέρασε στην απέναντι πλευρά και άρα ξεκίνησαν με νίκη.
Ενώ οι πιστωτές, μέσω των εταίρων, επέμεναν ότι χωρίς την αξιολόγηση από τους θεσμούς οιαδήποτε πρόταση από την Αθήνα δεν ήταν δυνατό να γίνει αποδεκτή.
Η διαπραγματευτική ομάδα άλλαξε πρόσφατα και ορισμένοι θεώρησαν ότι αλλάζει και η κατεύθυνση της ελληνικής προσπάθειας. Αποδείχθηκε τελικά ότι επέμειναν στην επιδεικτική υπογράμμιση ότι τους ενδιαφέρουν μόνο οι προτάσεις από τους πολιτικούς.
Αλλά αυτόν τον τρόπο διαπραγμάτευσης χρέους πτωχευμένης χώρας με τους ύστερους πιστωτές της, μόνο η ελληνική κυβέρνηση και οι πολλοί Ελληνες πολίτες αποδέχονται.
Οι υπόλοιποι στον πλανήτη θεωρούν δεδομένο οι όροι να τίθενται από εκείνους που δίνουν τα χρήματα και όχι από εκείνους που τα έχουν ανάγκη, αφού χρωστάνε τεράστια ποσά σε σχέση με το τι παράγουν σε ένα χρόνο.
Αυτή η εικόνα μπορεί να κρατά ψηλά τη γοητεία της κυβέρνησης στο εσωτερικό. Αλλά στο εξωτερικό δεν γίνεται αντιληπτός ο διαχωρισμός μεταξύ της Ελλάδας του Σαμαρά και της Ελλάδας του Τσίπρα. Ετσι οι Ελληνες γενικά γίνονται αντιπαθείς.
Καθώς μοιάζουν σαν να εκβιάζουν όσους τους δάνεισαν μετά το κλείσιμο της πόρτας των αγορών κεφαλαίου, χωρίς να εργάζονται σοβαρά για να αυξήσουν το ΑΕΠ τους και να καταφέρουν να τιμούν την υπογραφή τους.