Απόψεις
Πέμπτη, 28 Μαΐου 2015 13:23

Η διαπραγματευτική καταπόνηση

Ολες οι παραβολές και τα διδάγματα της λαϊκής θυμοσοφίας, διαδοχικά, ήρθαν να διεκδικήσουν ρόλο σ’ αυτήν τη διαπραγμάτευση, που-μόνο-διαπραγμάτευση-δεν-ήταν, μεταξύ Ελλάδας και «εταίρων», γράφει ο Αντώνης Δ. Παπαγιαννίδης.

Από την έντυπη έκδοση

Του Α.Δ.Παπαγιαννίδη 
[email protected]

Ολες οι παραβολές και τα διδάγματα της λαϊκής θυμοσοφίας, διαδοχικά, ήρθαν να διεκδικήσουν ρόλο σ’ αυτήν τη διαπραγμάτευση, που-μόνο-διαπραγμάτευση-δεν-ήταν, μεταξύ Ελλάδας και «εταίρων».

Ο Αισώπιος κόρακας, που κρατούσε το τυρί, όμως το άφησε να πέσει από το ράμφος όταν του παίνεψε η αλεπού τη φωνή του και ζήτησε να τον ακούσει, δεν σας θυμίζει Βαρουφάκη, όταν τη μια ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και την άλλη οι δημοσιογράφοι-φίλοι του στον διεθνή Τύπο τον ωθούν να λέει ό,τι πιο ακραίο και ανόητο («α» στερητικό + νόημα=στερούμενο νοήματος) προκειμένου να αυτοθαυμαστεί;

Ή πάλιν ο μικρός βοσκός, που συνεχώς φώναζε «λύκος! λύκος!» και προσέτρεχε όλο το χωριό, τον βαρέθηκε, ωσότου ο αληθινός λύκος έφθασε και κανείς δεν ήρθε να βοηθήσει, δεν σας θυμίζει κάπως το συνεχές φλερτ της κυβέρνησης με τη συζήτηση για παύση πληρωμών ή/και χρεοκοπία, ώστε να πείσει/πιέσει/υποχρεώσει τους «εταίρους» να μας δώσουν λύση; Μήπως, τώρα - πλέον, αληθινά φθάνουμε σε παύση πληρωμών εξ ανάγκης, χωρίς να έχουμε τρομάξει αρκετά το ευρωπαϊκό χωριό ώστε να μας τη δώσει τη λύση;

Το πρόβλημα όμως με τη διαπραγμάτευση όπως την έτρεξε η κυβέρνηση Τσίπρα/Βαρουφάκη (ο Γιάνης με ένα «ν» κάποια στιγμή απεσύρθη και ξεκόλλησαν οι διαπραγματεύσεις: πλην όμως επανήλθε με όλο και πιο ακραίες δημόσιες τοποθετήσεις, όπως εκείνη των αμέριμνων υποκλοπών στο Eurogroup, κυρίως δε έχει εγκαταστήσει την προσέγγιση του games-theory-made-easy στη διαπραγμάτευση, στη συνολική λογική της κυβέρνησης) καταλήγει να είναι άλλο - και είναι σημαντικό:

Στους διαδρόμους των Βρυξελλών, στη στήριξη δηλαδή των τεχνικών κλιμακίων διαπραγμάτευσης, αλλά και στη Φραγκφούρτη, πηγή δηλαδή εξασφάλισης της όποιας ρευστότητας προς την ελληνική οικονομία, επικρατεί Greece fatigue. Προκύπτει αυτή η Greece fatigue από τις δικές μας περιδινήσεις, αλλά ανάγεται και στα δικά τους παιχνίδια πίεσης/καλών προθέσεων/σκλήρυνσης/ χαμόγελων/εκβιασμού.

Πώς μεταφράζεται τώρα η fatigue εν προκειμένω; Ως κόπωση ή κάματος από την Ελλάδα, από τη συζήτηση για την Ελλάδα, από τη διαπραγμάτευση για την Ελλάδα. Μπορεί όμως και να μεταφρασθεί περισσότερο ως βαρεμάρα, ή και ως κουρασμένη απόγνωση μ’ εμάς. Να προτείνουμε όμως και την άλλη εκδοχή: πρόκειται για διαπραγματευτική καταπόνηση!

Δηλαδή για κάτι που αποσαρθρώνει την ίδια τη λογική, την εσωτερική λειτουργία της διαπραγμάτευσης. Τώρα, τώρα που η δική μας ομάδα «πολιτικής διαπραγμάτευσης» έδωσε με σημαντικό άγχος προς τα δικά μας τεχνικά κλιμάκια και το Brussels Group οδηγία επίσπευσης και κλεισίματος των διαδικασιών, είναι ζήτημα αν αυτό αρκεί πλέον για να προχωρήσει αληθινά η διαπραγμάτευση. Να πάει, δηλαδή, προς την πολυπόθητη (;) συμφωνία.

Στην Greece fatigue έρχεται και στηρίζει και η πλευρά Σόιμπλε αλλά και η νομενκλατούρα του ΔΝΤ -πιο επικίνδυνη απ’ όλες τις θέσεις του Ταμείου η τοποθέτηση Olivier Blanchard- με τη σκλήρυνση των τελευταίων ημερών.

Και την Greece fatigue πάει ακριβώς να καταπολεμήσει η επανεμφάνιση των Αμερικανών στη συζήτηση, τώρα που έγινε συνείδηση ότι η μη αποπληρωμή του Ταμείου (είτε της 5ης Ιουνίου, είτε συνολικά το 1,5+ δισ. του Ιουνίου) πάει να γίνει πραγματικότητα. Οχι από «πολιτική απόφαση των Αθηνών» ή από εκφώνηση προθέσεων για ρήξη, αλλά από γνήσια εξάντληση των χρηματοδοτικών δυνατοτήτων (που, τώρα, μεταφράζουν σε πραγματικότητα το Βαρουφάκειο «δεν ζητάμε λεφτά, ζητούμε μόνο αξιοπρέπεια»...).

Προσοχή, όμως, γιατί σ’ αυτήν ακριβώς τη φάση διαπραγμάτευσης καταπόνησης ήρθε να προστεθεί μια άλλη παρενέργεια στο μέτωπο των καταθέσεων. Κάποια στιγμή, ψάχνοντας για νέους δημοσιονομικούς πόρους, κάποιοι εμπνεύσθηκαν έναν φόρο-τέλος 0,1% στις τραπεζικές συναλλαγές ή/και στα ΑΤΜs (σίριαλ Βαρουφάκη). Υστερα τα μάζεψαν λίγο: όχι επιβάρυνση της μέσω τραπεζών πληρωμής τραπεζών, ή πάλι ΔΕΗ/ΕΥΔΑΠ. Επανήλθαν με αύξηση του 0,1% σε 0,02%. Υστερα κάποιος συνειδητοποίησε ότι υποτίθεται πως διεξάγεται εκστρατεία να μειωθεί η χρήση ρευστών στην οικονομία, οπότε η πανευφυής ιδέα του τέλους στις τραπεζικές συναλλαγές πάει ανάποδα...

Ομως, πολύ βαρύτερη είναι η επάνοδος της φημολογίας για φόρο/έκτακτη εισφορά επί των καταθέσεων (προσοχή! όχι επί των τόκων, επί του stock καταθέσεων, του τύπου εισφοράς αλληλεγγύης).

Υστερα, εδώ, «κάποιος» τους επεσήμανε ότι είναι η τέλεια συνταγή για bank run, το πήραν πίσω. Μάλιστα, όταν έγινε λόγος ευρύτερα για capital controls -στην Ελλάδα από την Ντόρα Μπακογιάννη- έσπευσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να μιλήσει για «ανυπόστατα, κακόβουλα, καταστροφολογικά σενάρια».

Ετσι, η διαπραγματευτική καταπόνηση έρχεται να διασυνδεθεί με την καταπόνηση των αντοχών μιας έως τώρα ανθεκτικής στον ερασιτεχνισμό κοινής γνώμης...