Το παθητικό κάπνισμα εξακολουθεί να αποτελεί σήμερα μια σημαντική αιτία αύξησης της νοσηρότητας και της θνητότητας του πληθυσμού, επιβαρύνοντας ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από μελέτες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ.), το παθητικό κάπνισμα ευθύνεται για 600.000 θανάτους ετησίως, οι 379.000 από τους οποίους οφείλονται σε ισχαιμική καρδιακή νόσο.
Το παθητικό κάπνισμα εξακολουθεί να αποτελεί σήμερα μια σημαντική αιτία αύξησης της νοσηρότητας και της θνητότητας του πληθυσμού, επιβαρύνοντας ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από μελέτες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ.), το παθητικό κάπνισμα ευθύνεται για 600.000 θανάτους ετησίως, οι 379.000 από τους οποίους οφείλονται σε ισχαιμική καρδιακή νόσο.
Στην Ελλάδα, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 έχει αποδειχτεί η επικινδυνότητα του παθητικού καπνίσματος σε έρευνα που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Υγιεινής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ωστόσο, ταυτόχρονα αποτελεί την τρίτη αιτία θνησιμότητας που μπορεί να προληφθεί.
Ο καπνός που εισπνέεται και εκπνέεται από τους καπνιστές (καπνός κεντρικής ροής) και, κυρίως, ο καπνός που εξέρχεται από την άκρη του τσιγάρου μεταξύ δύο εισπνοών (καπνός περιφερικής ροής), έχει δραματικές επιπτώσεις στην υγεία των όσων είναι αναγκασμένοι να τον εισπνέουν χωρίς να καπνίζουν. Παράλληλα, το παθητικό κάπνισμα αφορά και τους καπνιστές, καθώς η έκθεσή τους στον καπνό από τα τσιγάρα άλλων καπνιστών μεγαλώνουν τις πιθανότητες να προσβληθούν από ασθένειες που σχετίζονται με το κάπνισμα. Το παθητικό κάπνισμα, εξάλλου, οδηγεί και σε 20-25% αύξηση της καρδιαγγειακής θνησιμότητας.
H περιβαλλοντική έκθεση στον καπνό αυξάνει αιτιολογικά τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο κατά 25%-30%. Ταυτόχρονα, αυξάνει τις πιθανότητες για αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, ενώ και η ισχαιμική νόσος του μυοκαρδίου είναι πιο πιθανή σε όσους μη καπνιστές εκτίθενται συστηματικά στον καπνό του τσιγάρου, σε σχέση με τους μη καπνιστές που δεν εκτίθενται στο παθητικό κάπνισμα. Σύμφωνα με μελέτες, ο καπνός παραμένει μέσα σε ένα κλειστό χώρο μέχρι και δυόμιση ώρες, ακόμα και με ανοιχτά παράθυρα.
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος στις 31 Μαΐου, ο Πρόεδρος του Δ.Σ. της Ε.Κ.Ε., Συντονιστής Διευθυντής του Καρδιολογικού Τμήματος του Γ.Ν. Πειραιά «Τζάνειο» κ. Στέφανος Φούσας μας αναλύει τις επιπτώσεις του παθητικού καπνίσματος σε παιδιά και έμβρυα επισημαίνει.
Όπως τονίζει ο κ. Φούσας, το παθητικό κάπνισμα προκαλεί μόνιμη βλάβη στη δομή και στο πάχος των αρτηριών των παιδιών, γεγονός που σημαίνει ότι αυξάνεται ο κίνδυνος να πάθουν έμφραγμα ή εγκεφαλικό σε κάποια στιγμή της ενήλικης ζωής τους. Επίσης όταν καπνίζουν και οι δύο γονείς, είναι πιθανότερο τα παιδιά τους να γίνουν και οι ίδιοι καπνιστές, σε σχέση με όσα δεν έχουν γονείς καπνιστές.
Ιδιαίτερης σημασίας όμως, είναι και οι επιπτώσεις του παθητικού καπνίσματος στις γυναίκες που κυοφορούν, καθώς εξαιτίας του ενδέχεται να παρουσιαστούν προβλήματα στην ομαλή ανάπτυξη του εμβρύου, όπως αυξημένη συχνότητα αποκόλλησης πλακούντα, πρόδρομος πλακούντας, αιμορραγίες και πρόωρη ρήξη θυλακίου. Το παθητικό κάπνισμα έχει αποδειχθεί ότι συντελεί σε γέννηση νεογνών χαμηλού σωματικού βάρους, σχετίζεται με το σύνδρομο αιφνιδίου θανάτου στα βρέφη και με προβλήματα συμπεριφοράς στην παιδική ηλικία, όπως υπερκινητικότητα, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής κτλ.
Ένα ανησυχητικό και αδιαμφισβήτητο στοιχείο είναι ότι το έμφραγμα χτυπά, πλέον, και τις γυναίκες και ότι τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι η κυριότερη αιτία θανάτου και στο γυναικείο πληθυσμό. Σύμφωνα με στοιχεία του Π.Ο.Υ., οι Ελληνίδες αναδείχθηκαν για το έτος 2007 φανατικές καπνίστριες, με ποσοστό 31,3%.
Τελευταίες μελέτες, αποδεικνύουν ότι η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να μειώσει κατά 50% την πιθανότητα για εμφάνιση νέων οξέων καρδιακών συμβάντων. Επιπροσθέτως, όπως τονίζει ο κ. Φούσας, η διακοπή του καπνίσματος έχει συνδεθεί με την εμφάνιση λιγότερων συμπτωμάτων μετά από ένα οξύ ισχαιμικό επεισόδιο, αλλά και με υποδιπλάσια πιθανότητα να εκδηλωθεί νέο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου.