Επτά δημοψηφίσματα από ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους, γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.
Από την έντυπη έκδοση
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΖΩΡΤΖΙΝΑΚΗ
[email protected]
Επτά δημοψηφίσματα από ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους.
Εξι για το πολιτειακό ζήτημα (το ένα το 1973 επί δικτατορίας) και ένα (νόθο, το 1968) για την έγκριση συνταγματικού κειμένου.
Τα πολιτειακά έληξαν ισόπαλα. Τρία υπέρ, τρία κατά της βασιλείας.
Στο βασίλειο της Ιστορίας τα πράγματα είναι σχετικώς απλά.
Η άμεση προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία λειτούργησε κυρωτικά των πολιτικών μεταβολών που είχαν προηγηθεί, ρυμουλκώντας την κοινή γνώμη προς την ανάλογη κατεύθυνση.
Τα δημοψηφίσματα, δηλαδή, επικύρωναν μια ήδη ειλημμένη απόφαση. Η απάντηση δεν ήταν παρά μία λεπτομέρεια της τέχνης της ερώτησης.
Την ερώτηση δεν τη μάθαμε το 2011, γιατί έγινε των Καννών, ενώ το σωτήριον έτος 2015 ακόμη και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών εμφανίζεται ζεν, καίτοι δεν αλλαξοπίστησε.
Το παράδοξο είναι μέρος αυτής της βουδιστικής φιλοσοφίας.
Ισως, γι’ αυτό πολλοί εντυπωσιάστηκαν από την αντίδραση του «μοναχικού λύκου», που δεν φοβάται πλέον τα δημοψηφίσματα και δίνει τις ευλογίες του, ώστε ο ελληνικός λαός να αποφασίσει «αν είναι έτοιμος να κάνει ό,τι είναι απαραίτητο ή αν θέλει έναν άλλο δρόμο».
Τι άλλαξε; «Ο καιρός», όπως είπε στεγνά, προσερχόμενος στο Eurogroup της Δευτέρας.
Τον Νοέμβριο του 2011 το βαρομετρικό ήταν χαμηλό. «Υπήρχε το αίσθημα ότι με μετάδοση της κρίσης, σ’ αυτό το χρονικό σημείο, βρισκόμασταν στα πρόθυρα της έκρηξης» στην Ευρωζώνη, δήλωσε στους «FT» έξι μήνες μετά μέλος της γαλλικής αντιπροσωπείας στο παραθαλάσσιο θέρετρο, που έγινε θέατρο ψυχολογικού πολέμου.
Την άνοιξη του 2015 οι δημοψηφιστικού τύπου εγκρίσεις ή απορρίψεις in toto δεν θεωρούνται από το Βερολίνο επικίνδυνο παιχνίδι.
Φαεινότερο κι απ’ τον ήλιο ότι, βρέξει - χιονίσει, εξυπηρετείται το γερμανικό παιχνίδι, στο οποίο όπως σ’ όλα τα παιχνίδια ο παράγοντας χρόνος λειτουργεί υπέρ αυτού που δεν τον έχει ανάγκη.
Αν τελειώνουν σε δύο εβδομάδες τα λεφτά, όπως ομολόγησε η Αθήνα, η ερώτηση δεν αφορά το δημοψήφισμα, αλλά την πέτρα που ρίχνεις και δεν μπορείς να φέρεις πίσω.