Οι αγορές υποδέχθηκαν το αποτέλεσμα των βρετανικών εκλογών με «σαμπάνιες», καθώς η «πιο αμφίρροπη μάχη των τελευταίων δεκαετιών» εξελίχθηκε σε άνετη επικράτηση των Τόρις, με τον Ντέιβιντ Κάμερον να επιστρέφει στο Νο 10 της Downing Street με αυτοδυναμία. Πέραν των επενδυτών, ωστόσο, ελάχιστοι πανηγυρίζουν, γράφει η Νατάσα Στασινού.
Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Οι αγορές υποδέχθηκαν το αποτέλεσμα των βρετανικών εκλογών με «σαμπάνιες», καθώς η «πιο αμφίρροπη μάχη των τελευταίων δεκαετιών» εξελίχθηκε σε άνετη επικράτηση των Τόρις, με τον Ντέιβιντ Κάμερον να επιστρέφει στο Νο 10 της Downing Street με αυτοδυναμία. Πέραν των επενδυτών, ωστόσο, ελάχιστοι πανηγυρίζουν. Στις Βρυξέλλες, το Βερολίνο και το Παρίσι επικρατεί έκδηλος προβληματισμός. Ακόμη, όμως, και ο μεγάλος νικητής των εκλογών, ο οποίος πιστώνεται τις δυναμικές επιδόσεις της βρετανικής οικονομίας, γνωρίζει πολύ καλά πως μετά τον θρίαμβο έχει μπροστά του σοβαρότατες προκλήσεις, τις οποίες ο ίδιος... υποσχέθηκε.
Το αποτέλεσμα της βρετανικής κάλπης σημαίνει πολιτική σταθερότητα - προς το παρόν. Και αυτό εξηγεί το «πάρτι» των αγορών, οι οποίες φοβούνταν ένα ρευστό πολιτικό σκηνικό, με χρονοβόρες διαπραγματεύσεις για τη συγκρότηση κυβέρνησης συνασπισμού. Σημαίνει, όμως, παράλληλα ότι το δημοψήφισμα για παραμονή ή μη της Βρετανίας στην ευρωπαϊκή οικογένεια παύει να είναι απλώς μια πιθανότητα. Θα γίνει σύντομα πραγματικότητα. Σημαίνει επίσης ότι το εθνικιστικό κόμμα της Σκωτίας (SNP) -το οποίο πολλοί εκτιμούν ότι θα ζητήσει νέο δημοψήφισμα για απόσχιση- ενισχύει αισθητά τη δύναμή του. Και με τους Εργατικούς να έχουν δεχθεί ένα ισχυρότατο πλήγμα και να βρίσκονται σε αναζήτηση νέου ηγέτη, το SNP ενδεχομένως να είναι η ισχυρότερη φωνή αντιπολίτευσης.
Υπό το πρίσμα αυτό, δύο λέξεις κυριαρχούν στις πρώτες πολιτικές αναλύσεις: έξοδος και κατακερματισμός (της Ε.Ε. ή του Ηνωμένου Βασιλείου). Οι Τόρις έχουν υποσχεθεί να διεκδικήσουν μία «νέα σχέση» με την Ενωση. Εχουν φροντίσει επανειλημμένα να «ξορκίσουν» ως επικίνδυνο το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ζητώντας επανεθνικοποίηση κρίσιμων πολιτικών. Το αίτημα αναμένεται να τεθεί στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής, με το Λονδίνο να προειδοποιεί το γαλλο-γερμανικό άξονα ότι, σε περίπτωση αδυναμίας συμβιβασμού, οι πολίτες του θα επιλέξουν το διαζύγιο.
Η στάση αυτή θα μπορούσε, όμως, να γυρίσει μπούμερανγκ. Ο Βρετανός πρωθυπουργός ελπίζει ότι η απάντηση θα είναι «ναι» στην παραμονή. Και τούτο γιατί γνωρίζει πως το διαζύγιο δεν θα πονούσε μόνο το ευρωπαϊκό εγχείρημα, αλλά (πρωτίστως) τη βρετανική οικονομία και τη θέση της στη διεθνή σκηνή.
Το αποτέλεσμα σημαίνει, τέλος, κάτι ακόμη. Οτι η κυβέρνηση θα πρέπει να διαχειριστεί τις δικές της προεκλογικές «κορόνες» στο μεταναστευτικό - ένα ζήτημα που κυριαρχεί στην πολιτική ατζέντα την τελευταία διετία. Η υπουργός Εσωτερικών, Τερέζα Μέι, έφθασε στο σημείο να δεσμευτεί για καταγγελία της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου «αν αυτό απαιτείται για να λυθεί το πρόβλημα». Τώρα πρέπει να εξηγήσει πως αυτό ήταν ανέξοδος, προεκλογικός λαϊκισμός.