Απόψεις
Πέμπτη, 30 Απριλίου 2015 07:00

Μνήμες νωπές

26 Οκτωβρίου 2011. Ο Γιώργος Παπανδρέου συμφωνεί με την Ευρωζώνη τη χορήγηση δανείου ύψους 130 δισ.  και την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους.

Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]

26 Οκτωβρίου 2011. Ο Γιώργος Παπανδρέου συμφωνεί με την Ευρωζώνη τη χορήγηση δανείου ύψους 130 δισ.  και την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους.

Πέντε μέρες μετά αναλαμβάνει την πρωτοβουλία και ανακοινώνει τη διενέργεια δημοψηφίσματος με αντικείμενο τη συμφωνία. Την επόμενη μέρα μεταβαίνει στις Κάννες για να ενημερώσει κατ’ ιδίαν τον Νικολά Σαρκοζί και την Αγκελα Μέρκελ.

Ο πρώτος ξεσπά: «Υλοποιούμε τη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους στην Ιστορία κι εσείς το μόνο που κάνετε είναι να μας προδίδετε».

Η δεύτερη θέτει το πλαίσιο: «Ή θέλετε να μείνετε στην Ευρωζώνη ή δεν θέλετε».

Μεσολαβούν δέκα μέρες σφοδρών αντιδράσεων, εντός και εκτός Ελλάδας, εναντίον της επιλογής Παπανδρέου, έως ότου ορκίζεται κυβέρνηση συνεργασίας υπό τον Λουκά Παπαδήμο.

Το ζητούμενο είναι τι από όλα αυτά αποτελεί πηγή έμπνευσης για τον σημερινό πρωθυπουργό. Να τεθούν ξανά εκτός εαυτού οι εταίροι και πιστωτές;

Να απειληθεί το κεκτημένο της εθνικής συμμετοχής στον στενό πυρήνα της Ευρωζώνης; Να δρομολογηθούν εξελίξεις προς την κατεύθυνση μιας νέας οικουμενικής κυβέρνησης;

Ο Αλέξης Τσίπρας γνωστοποίησε την πρόθεση για ενδεχόμενο δημοψήφισμα (Star, Ν. Χατζηνικολάου) στον ίδιο δημοσιογράφο στον οποίο σχολιάζοντας την αντίστοιχη πρωτοβουλία Παπανδρέου είχε δηλώσει πως «η πραγματική και όχι η υποθετική πτώχευση, η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας, θα επισυμβεί πολύ πριν φτάσουμε στην κάλπη, μόνο και μόνο με την πιθανότητα της αρνητικής απάντησης» (31 Οκτ. 2011, Alter).

Η αλήθεια είναι ότι η όποια απόφαση για δημοψήφισμα θα είναι προϊόν της ερμηνείας του ίδιου του πρωθυπουργού, καθώς εκείνος θα ορίσει ποια συμφωνία υπερβαίνει «τα όρια της λαϊκής εντολής», δηλαδή της «κατάργησης του μνημονίου μέσα στο ευρώ», που άλλωστε είχε εξαρχής την αδυναμία να προϋποθέτει ότι είναι εφικτά και τα δύο.

Στην πραγματικότητα, πλησιάζει η ώρα να αποκαλυφθεί σε ποιο από τα δύο σκέλη εστίαζε ο εμπνευστής της διατύπωσης.

Το Μαξίμου πιθανώς χρησιμοποιεί το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος ως μέσο πίεσης προς τους εταίρους με την προσδοκία της καλύτερης δυνατής συμφωνίας, αλλά και με στόχο να διασκεδάσει, από την άλλη πλευρά, τις ενδοοικογενειακές αντιδράσεις εν όψει μιας πολιτικά επώδυνης κατάληξης.

Ομως αυτή η στρατηγική εγκυμονεί κινδύνους και ίσως υπονομεύει τους ίδιους τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, καθώς τορπιλίζει τις συνομιλίες για την επίτευξη λύσης.

Η Ευρωζώνη δύσκολα θα συναινέσει σε μια συμφωνία η εφαρμογή της οποίας θα βρίσκεται στον αέρα. Αλλωστε, η απειλή για ένα δημοψήφισμα το οποίο εκ των πραγμάτων θα διακυβεύει τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωζώνη, μόνο ως απειλή για την ίδια την Ελλάδα μπορεί να εκληφθεί.

Εκτός και αν η ανάληψη μιας πρωτοβουλίας με αυτά τα χαρακτηριστικά αποτελεί πραγματικά επιλογή για το Μαξίμου. Κι ας έρχεται σε αντίθεση με την εκτίμηση του Αλέξη Τσίπρα (31 Οκτ. 2011, Alter) ότι αυτό θα ήταν «μια πολύ επικίνδυνη ζαριά, όχι για τον πρωθυπουργό αλλά για τη χώρα».