Πολιτική
Δευτέρα, 09 Φεβρουαρίου 2004 14:39

Ελληνοτουρκική συνεργασία σε θέματα βιοπολιτικής

¶ρχισαν σήμερα στην Αθήνα, οι εργασίες της ημερίδας «Ελληνο-Τουρκική Συνεργασία και Βιοπολιτική, Πορεία προς τα Ευρωπαϊκά Ιδανικά», η οποία οργανώνεται με σκοπό την ενίσχυση της ελληνοτουρκικής φιλίας και προβάλλει την βιο-διπλωματία, την εκπαίδευση και την περιβαλλοντική διακυβέρνηση ως πρότυπα για την κοινωνία του μέλλοντος.

Στην ημερίδα είναι προσκεκλημένοι διακεκριμένοι έλληνες και τούρκοι πανεπιστημιακοί, επιχειρηματίες και παράγοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από τις δύο χώρες.

«Οι Έλληνες και οι Τούρκοι ανακάλυψαν τη συνεργασία και τα οφέλη της και σε αυτήν την κατεύθυνση εργαζόμαστε τα τελευταία πέντε χρόνια», ανέφερε ο πρέσβης της Τουρκίας στην Αθήνα, Γιγκίτ Αλπογάν (Yigit Alpogan), στην ομιλία του, σήμερα, στην έναρξη της ημερίδας. Ο κ. Αλπογάν χαρακτήρισε την ελληνοτουρκική συνεργασία σε θέματα βιοπολιτικής «παράδειγμα συνεργασίας, το οποίο αποκτά μεγαλύτερη σημασία, λαμβάνοντας υπόψη την πορεία ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε.».

Ο διευθυντής της αντιπροσωπείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα, Γιώργος Κασιμάτης, επισήμανε πως «οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε ιδιαίτερα λεπτή φάση και κάθε 'γέφυρα' συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών, πρέπει να υποστηρίζεται». Επίσης, ο κ. Κασιμάτης ευχήθηκε στην Τουρκία να γίνει μέλος της Ε.Ε., τονίζοντας τα οφέλη της δικής μας χώρας από ενδεχόμενη είσοδο της γείτονος στην Ενωμένη Ευρώπη.

«Το περιβάλλον πρέπει να βρεθεί στο επίκεντρο του διπλωματικού, οικονομικού και πολιτικού ενδιαφέροντος και αν αυτό πραγματοποιηθεί τότε μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον», ανέφερε η πρόεδρος και ιδρυτής της Διεθνούς Οργάνωσης Βιοπολιτικής, Αγνή Βλαβιανού-Αρβανίτη.

Στους σύντομους χαιρετισμούς τους, όλοι οι ομιλητές αναφέρθηκαν στην αναγκαιότητα της αντιμετώπισης των προβλημάτων μέσω της συνεργασίας, ενώ ο πρόεδρος του Ελληνοτουρκικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Παναγιώτης Κουτσίκος, αναφέρθηκε και στο εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών, το οποίο από 200 εκατ. δολάρια το 1999, ανήλθε σε 1,3 δισ. δολάρια το 2003.