Απάντηση σε δημοσίευμα κυριακάτικης εφημερίδας περί κυβερνητικής απόφασης για πολυδάπανη αναβάθμιση παλαιών αεροσκαφών, τα οποία ανήκουν στη δικαιοδοσία του Πολεμικού Ναυτικού, έδωσε το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, μέσω ανακοίνωσης.
Απάντηση σε δημοσίευμα κυριακάτικης εφημερίδας περί κυβερνητικής απόφασης για πολυδάπανη αναβάθμιση παλαιών αεροσκαφών, τα οποία ανήκουν στη δικαιοδοσία του Πολεμικού Ναυτικού, έδωσε το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, μέσω ανακοίνωσης.
Στο δημοσίευμα της εφημερίδας «Πρώτο Θέμα» γίνεται λόγος για συνολική δαπάνη 500 εκατ. ευρώ για αναβάθμιση πέντε αεροπλάνων, ηλικίας 35 ετών, σε συνεργασία με την αμερικανική εταιρεία Lockheed.
Το υπουργείο Εθνικής Άμυνας σημειώνει ότι συμφωνία για την αναβάθμιση των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας P3 είναι διακρατική, με «απαράβατο όρο» της ελληνικής πλευράς οι εργασίες να γίνουν στην Ελλάδα από ελληνική βιομηχανία.
Τα συγκεκριμένα αεροσκάφη, σύμφωνα με το ΥΠΕΘΑ, χρησιμοποιούν πολλές χώρες, ανάμεσα στις οποίες βρίσκονται οι ΗΠΑ, η Γερμανία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, η Νορβηγία, η Ν. Κορέα, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Βραζιλία. Όλες αυτές οι χώρες «τα αναβαθμίζουν και τα διατηρούν στη δύναμη τους».
Η λύση της αναβάθμισης κρίνεται συμφερότερη από την προμήθεια νέων αεροσκαφών, προσθέτει το υπουργείο, καθώς ο χρόνος ζωής τους παρατείνεται για τουλάχιστον 20 χρόνια, ενώ η Ελλάδα διαθέτει ήδη ανταλλακτικά για τον συγκεκριμένο τύπο αεροσκάφους, εκπαιδευμένο προσωπικό και οργανωμένη μονάδα υποστήριξης.
«Είχε προταθεί η προμήθεια παροπλισμένων αεροσκαφών του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού, τα οποία όμως χρειάζονταν τις ίδιες εργασίες αναβάθμισης με μεγαλύτερο κόστος ώστε να είναι διαθέσιμα, ενώ όλες οι εργασίες θα γίνονταν στις ΗΠΑ και όχι στην Ελλάδα», συμπληρώνει το υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού είχε εισηγηθεί να γίνει επισκευή μέσω FMS και πέρασε ΚΥΣΕΑ από την προηγούμενη κυβέρνηση τον Αύγουστο του 2014. Στη συνέχεια, η ίδια συμφωνία προσυπεγράφη και πέρασε ΚΥΣΕΑ με τους ίδιους όρους και την χρηματοδότηση από την σημερινή κυβέρνηση στις 15 Μαρτίου 2015, «που ήταν η καταληκτική ημερομηνία», καταλήγει.