Απόψεις
Κυριακή, 15 Φεβρουαρίου 2015 23:58

Για ποια Ευρώπη;

Οι ειδικοί της επικοινωνίας διδάσκουν ότι μπορείς να πουλήσεις πιο εύκολα μία κακή ιδέα, που προκαλεί ενθουσιασμό, από ό,τι μία «μεγάλη» ιδέα, που δεν εμπνέει κανέναν. Αυτό ακριβώς φαίνεται να συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, γράφει η Νατάσα Στασινού.

Aπό την έντυπη έκδοση

Οι ειδικοί της επικοινωνίας διδάσκουν ότι μπορείς να πουλήσεις πιο εύκολα μία κακή ιδέα, που προκαλεί ενθουσιασμό, από ό,τι μία «μεγάλη» ιδέα, που δεν εμπνέει κανέναν. Αυτό ακριβώς φαίνεται να συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σε αυτή την ένωση των πολλών ταχυτήτων και των επίμονων ανισορροπιών, οι φωνές ευρωσκεπτικιστών, κάθε χρώματος και ιδεολογίας, που προβάλλουν ως θεραπεία για «πάσα νόσο» την απόσχιση και την επιστροφή στο «εθνικό» κερδίζουν συνεχώς έδαφος. Και το όραμα της ενοποίησης απορρίπτεται ακόμη και από μετριοπαθείς υπερμάχους του ρεαλισμού και του «ορθού λόγου» ως μάταιο και ουτοπικό. 

Αυτό το φθαρμένο όραμα επιχείρησε να «ξαναγυαλίσει» ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, με ένα οχτασέλιδο υπόμνημα προς τους Ευρωπαίους ηγέτες, το οποίο ελάχιστα συγκίνησε, την ώρα που όλοι είχαν στραμμένο το βλέμμα στο σκληρό πόκερ ανάμεσα στην Αθήνα και το Βερολίνο. «Για ποια Ευρώπη διαπραγματευόμαστε;». Αυτό ήταν το ερώτημα που έθεσε ουσιαστικά ο Γιούνκερ, επισημαίνοντας την ανάγκη «απτών μηχανισμών σύγκλισης και αλληλεγγύης».

Η παρέμβασή του αγνοήθηκε εν πολλοίς ως δευτερεύουσας σημασίας μπροστά στις κρίσιμες εξελίξεις που αφορούν τη χώρα μας. Το «ελληνικό δράμα», όμως, όπως και τα δεινά που μοιράζονται οι περισσότερες οικονομίες του ευρώ (αναιμική ανάπτυξη, ανεργία, φουσκωμένο ιδιωτικό και δημόσιο χρέος) δεν είναι άσχετα με την αποτυχία της ενοποίησης. Η σημερινή κρίση στην Ενωση των 24 εκατομμυρίων ανέργων και των συνολικά 120 εκατομμυρίων πολιτών «σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού», μπορεί να εκδηλώνεται με οικονομικά συμπτώματα, δεν παύει όμως να είναι βαθιά πολιτική.

Αν και η συζήτηση για το διαχρονικό δημοκρατικό έλλειμμα στην Ε.Ε., το οποίο πηγάζει από την απουσία επαρκών μηχανισμών λογοδοσίας και νομιμοποίησης, δεν βρίσκει θέση σε επίσημες συναντήσεις, είναι διάχυτη η αίσθηση στην κοινή γνώμη πως όλες οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται από διορισμένους και όχι εκλεγμένους γραφειοκράτες στις Βρυξέλλες ή επιβάλλονται από τα ισχυρότερα κράτη στα ασθενέστερα.

Ο πρόεδρος της Κομισιόν απέφυγε στο υπόμνημά του να καταθέσει ευθέως προτάσεις, αλλά προκάλεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες να σκεφτούν «άβολα» ερωτήματα για την κατεύθυνση που θα ακολουθήσουμε. Μεταξύ άλλων, το εάν θα πρέπει να υπάρχει ένας προϋπολογισμός ειδικά για τη νομισματική ένωση ή να συσταθεί ένα Κοινοβούλιο Ευρωζώνης, με συμμετοχή μελών από τα εθνικά κοινοβούλια, το οποίο θα ενισχύει τη διαδικασία της λογοδοσίας.

Οι ενστάσεις πολλές, τόσο από φεντεραλιστές όσο και από οπαδούς της διακυβερνητικής προσέγγισης. Οι λύσεις δεν είναι ούτε εύκολες ούτε προφανείς. Τα ζητήματα αυτά θα πρέπει, όμως, κάποτε να τεθούν επί τάπητος. Διαφορετικά θα επικρατήσουν όσοι κατευθύνουν την κοινή γνώμη σε διχαστικές ερωτήσεις - επαναπαυόμενοι συχνά στην ψευδαίσθηση ότι δεν θα πρέπει να ανησυχούν για τις απαντήσεις.

ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ [email protected]