Πρόσφατη δημοσκόπηση για λογαριασμό γερμανικής εφημερίδας έδειξε ότι έξι στους δέκα Γερμανούς επιθυμούν να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ, αλλά σχεδόν επτά στους δέκα λένε ένα πεισματικό «nein» σε κούρεμα του ελληνικού χρέους και σε χαλάρωση των όρων που μας επιβάλλονται από το μνημόνιο, γράφει η Νατάσα Στασινού.
Από την έντυπη έκδοση
Πρόσφατη δημοσκόπηση για λογαριασμό γερμανικής εφημερίδας έδειξε ότι έξι στους δέκα Γερμανούς επιθυμούν να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ, αλλά σχεδόν επτά στους δέκα λένε ένα πεισματικό «nein» σε κούρεμα του ελληνικού χρέους και σε χαλάρωση των όρων που μας επιβάλλονται από το μνημόνιο.
Κάποιοι έσπευσαν τότε να κάνουν λόγο για αντίφαση. «Οι Γερμανοί θέλουν και την πίτα (βλέπε Ευρωζώνη) ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο», ήταν ένα από τα σχόλια που κυριάρχησαν σε χαλαρές συζητήσεις στα social media.
Αυτό ακριβώς, όμως, πρέπει να σκέφτηκαν από την πλευρά τους οι Γερμανοί και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, όταν διάβασαν ότι το 72% των Ελλήνων λέει «ναι» στην επιλογή της σύγκρουσης με την τρόικα, την ώρα που σχεδόν οχτώ στους δέκα λένε «όχι» στην έξοδο από το ευρώ.
Οσο και αν το αρνούμαστε πρόκειται για ένα παράδοξο, το οποίο οφείλεται από τη μία στην αγανάκτηση για την οδυνηρή ύφεση των τελευταίων ετών και στη δαιμονοποίηση των διεθνών πιστωτών, και από την άλλη στην πάγια πεποίθηση ότι η παραμονή στη νομισματική ένωση και όχι η επιστροφή στη δραχμή, μας διασφαλίζει ένα καλύτερο μέλλον.
Τέτοιου είδους αντιφάσεις απαντώνται και σε άλλες χώρες, όπως στην Πορτογαλία, όπου η πλειονότητα χαιρέτιζε την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα ως ευκαιρία για αλλαγή πλεύσης της Ευρωζώνης, εκφράζοντας, ωστόσο, παράλληλα την αντίθεσή της σε παραχωρήσεις των Ευρωπαίων έναντι της νέας ελληνικής κυβέρνησης.
Στις περισσότερες χώρες η ανάγκη για τόνωση του ηθικού φρονήματος (με τη σθεναρή αντίσταση στις απαιτήσεις και τα «παράλογα» θέλω των άλλων) συνυπάρχει με την αναγνώριση του κοινού (ευρωπαϊκού) μας συμφέροντος.
Παράδοξο; Οχι και τόσο, εάν σκεφτεί κανείς ότι η ίδια η νομισματική (και μόνο κατ’ επίφαση οικονομική) ένωση έχει χτιστεί πάνω σε αντιφάσεις.
Οραματίζεται την «ολοκλήρωση», αλλά στερεί ουσιαστικά τη δυνατότητα σύγκλισης του αδύναμου Νότου και του ισχυρού Βορρά με ανελαστικούς κανόνες πειθαρχίας, που δεν επιτρέπουν ελιγμούς ούτε σε περιόδους βαθιάς κρίσης.
Θέλει κεντρικό έλεγχο των προϋπολογισμών, αλλά όχι ενιαία οικονομική πολιτική και δημοσιονομική ένωση με μεταβιβάσεις.
Τιμωρεί τους λεγόμενους «free riders» με τα μεγάλα ελλείμματα, αλλά όχι και εκείνους με τα επίμονα πλεονάσματα. Οσο η εικόνα αυτή δεν αλλάζει, όσο δεν γίνονται βήματα για πραγματική ολοκλήρωση, τόσο δεν θα αλλάζει και το παράδοξο στα αισθήματα των πολιτών (ισχυρών και αδύναμων οικονομιών).
«Κάνε ό,τι θες. Ο κόσμος αυτός είναι φανταστικός, φτιαγμένος από αντιφάσεις», είχε γράψει ο Βρετανός ποιητής και ζωγράφος Γουίλιαμ Μπλέικ.
Στην Ευρωζώνη της κρίσης, όμως, δεν φαίνεται να υπάρχει ούτε χώρος ούτε χρόνος για ρομαντισμό και ονειροπόλες, μοναχικές αναζητήσεις.
Tο ζητούμενο, λένε όλοι, είναι ο «ρεαλισμός» και η κοινή, αποφασιστική δράση. Και αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να περιορίσουμε τις αντιφάσεις.