Η ρύπανση της ατμόσφαιρας στο Πεκίνο ξεπέρασε κατά 20 φορές τα προτεινόμενα όρια του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας την Πέμπτη, καθώς επέστρεψε η ετήσια περίοδος έντονης αιθαλομίχλης στην κινεζική πρωτεύουσα, παρά τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τη μάστιγα των τελευταίων ετών.
Η ρύπανση της ατμόσφαιρας στο Πεκίνο ξεπέρασε κατά 20 φορές τα προτεινόμενα όρια του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας την Πέμπτη, καθώς επέστρεψε η ετήσια περίοδος έντονης αιθαλομίχλης στην κινεζική πρωτεύουσα, παρά τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τη μάστιγα των τελευταίων ετών.
Τα επίπεδα των ιδιαίτερα επιβλαβών σωματιδίων ΡΜ2.5, των οποίων η μικρή διάμετρος τους επιτρέπει να διεισδύσουν βαθιά στους πνεύμονες, καταγράφηκαν στα 568 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο από την πρεσβεία των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του απογεύματος της Πέμπτης. Μία ακόμα υψηλότερη μέτρηση στα 631 μικρογραμμάρια καταγράφηκε σε δημοτικό σταθμό παρακολούθησης στα ανατολικά της πόλης.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά ως μέγιστο τα 25 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο.
Η ατμόσφαιρα της Κίνας εδώ και χρόνια χαρακτηρίζεται από έντονη ρύπανση, η οποία προκαλείται κυρίως από την τεράστια χρήση άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Το φαινόμενο τείνει να επιδεινώνεται το χειμώνα, όταν η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια αυξάνεται λόγω της χαμηλής θερμοκρασίας.
Τα επίπεδα της Πέμπτης σημειώθηκαν σχεδόν δύο ακριβώς χρόνια μετά από την πιο ακραία περίοδο ρύπανσης του Ιανουαρίου του 2013, όταν τα επίπεδα των ΡΜ2.5 έφτασαν σχεδόν τα 1.000 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο, περίπου 40 φορές πάνω από το όριο.
Η δημόσια δυσαρέσκεια για την κατάσταση του περιβάλλοντος έχει αυξηθεί, με τη ρύπανση να αποτελεί ένα δημοφιλές θέμα συζήτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η κεντρική κυβέρνηση έχει κηρύξει «πόλεμο κατά της ρύπανσης» και δεσμεύθηκε να μειώσει τη χρήση άνθρακα σε ορισμένους τομείς, αν και η δέσμευση κάνει λόγο μόνο για ένα στόχο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και θα κορυφωθεί «κοντά στο 2030», γεγονός που υποδηλώνει ότι οι εκπομπές θα συνεχίσουν να αυξάνονται για περισσότερο από μια δεκαετία.