Τρία θα είναι τα βασικά μέτωπα στο διεθνές πολιτικό σκηνικό που αναμένεται να επηρεάσουν τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις το 2015.
Το μέτωπο Ρωσίας-Ουκρανίας, ο πόλεμος κατά των τζιχαντιστών και οι εξελίξεις στο παλαιστινιακό ζήτημα με την εν εξελίξει πρωτοβουλία για αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους από τα Ηνωμένα Εθνη.
Από την έντυπη έκδοση
Τρία θα είναι τα βασικά μέτωπα στο διεθνές πολιτικό σκηνικό που αναμένεται να επηρεάσουν τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις το 2015. Το μέτωπο Ρωσίας-Ουκρανίας, ο πόλεμος κατά των τζιχαντιστών και οι εξελίξεις στο παλαιστινιακό ζήτημα με την εν εξελίξει πρωτοβουλία για αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους από τα Ηνωμένα Εθνη.
Η ύφεση ή μη του ρωσοουκρανικού μετώπου θα παίξει καθοριστικό ρόλο για το κατά πόσο θα βελτιωθούν οι σχέσεις της Δύσης με τη Μόσχα ή θα παγιωθεί το κλίμα «ψυχρού πολέμου» που δημιουργήθηκε με την κρίση στην Ουκρανία. Οι προσπάθειες για εκεχειρία διαρκείας στην ανατολική Ουκρανία δεν έχουν ευοδωθεί, αφού κάθε νέα συμφωνία συνοδεύεται από ειδήσεις για την παραβίασή της.
Παράλληλα η επιβολή οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας έχει προκαλέσει σοβαρούς τριγμούς στη ρωσική οικονομία, οι οποίοι μπορούν ενδεχομένως να γυρίσουν μπούμερανγκ και για τη Δύση.
Η απόφαση της ρωσικής κυβέρνησης να παγώσει την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου South Stream έχει προκαλέσει αναταράξεις ελλείψει άμεσα εναλλακτικής πρότασης, ενώ η λύση «Τουρκία» που ακούστηκε από τα χείλη του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αγκυρα μένει να φανεί αν είναι οικονομικά και κυρίως πολιτικά εφικτή.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο το δυτικό εμπάργκο σπρώχνει τη Ρωσία πιο κοντά στο Πεκίνο, με την κινεζική κυβέρνηση να εκφράζει λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, σύμφωνα με σχετικά ρεπορτάζ του πρακτορείου Μπλούμπεργκ, διάθεση να βοηθήσει τη Μόσχα μέσω της αύξησης των συναλλαγών ανάμεσα στα δύο εθνικά νομίσματα: το ρούβλι και το γιουάν.
Το δεύτερο μεγάλο μέτωπο που δεν φαίνεται να κλείνει σύντομα είναι ο πόλεμος κατά των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους. Ενας πόλεμος που ήδη υπογείως φαίνεται να δημιουργεί νέες συμμαχίες, που ενδεχομένως να προκαλέσουν μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Η πρόσφατη είδηση για δολοφονία από την οργάνωση Ισλαμικό Κράτος Ιρανού αξιωματούχου που εργαζόταν ως στρατιωτικός σύμβουλος στο Ιράκ (βλέπε «Ν» 30/12), έρχεται να επιβεβαιώσει την ανάμιξη της Τεχεράνης στον πόλεμο κατά των τζιχαντιστών. Δεν πάει καιρός, όταν στις αρχές Δεκεμβρίου έσκαγε ως βόμβα η είδηση ότι ιρανικά F-4 βομβάρδισαν στόχους του Ισλαμικού Κράτους στο ανατολικό Ιράκ. Μία επιχείρηση που όπως έγραψαν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης απαιτούσε έστω και άτυπα συνεννόηση μεταξύ των άσπονδων εχθρών ΗΠΑ και Ιράν, προκειμένου να αποφευχθεί επικάλυψη.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι σχολιάζοντας άλλωστε την πληροφορία για ανάμιξη ιρανικών μαχητικών στον πόλεμο κατά των τζιχαντιστών έσπευσε να χαρακτηρίσει «θετικό» το γεγονός. Η προσέγγιση Ουάσιγκτον-Τεχεράνης έχει αρχίσει εδώ και καιρό με επίκεντρο τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Θα ήταν παρακινδυνευμένο να πει κανείς αν η προσέγγιση αυτή, ελέω ISIS, ανατρέψει την αντιπαλότητα μεταξύ των δύο χωρών, η οποία κρατά από το 1979.
Η πρόσφατη ωστόσο ανακοίνωση-έκπληξη για αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στην Κούβα και τις ΗΠΑ δείχνει ότι τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί -η Κούβα βρίσκεται μαζί με το Ιράν στη λίστα των χωρών που υποθάλπουν τη διεθνή τρομοκρατία, από την οποία βέβαια κατά πάσα πιθανότητα θα αφαιρεθεί μετά τις τελευταίες εξελίξεις.
Το τρίτο μέτωπο δεν είναι άλλο από το χρόνιο πρόβλημα της Μέσης Ανατολής, το Παλαιστινιακό.
Η πρόσφατη προσπάθεια για αναγνώριση από τα Ηνωμένα Εθνη παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του ‘67 και τερματισμού της ισραηλινής κατοχής το 2017, παρά τις διαφαινόμενες αμερικανικές ενστάσεις που θεωρούν το σχέδιο ψηφίσματος πολύ «σκληρό», ενδέχεται να προκαλέσει νέα διπλωματική κινητικότητα.
Η όποια βέβαια αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους απέχει πολύ από τη σκληρή πραγματικότητα στα κατεχόμενα εδάφη. Επιπλέον η εσωτερική αντιπαράθεση μεταξύ των βασικών παλαιστινιακών οργανώσεων, Φατάχ και Χαμάς και η απουσία ισχυρού στρατοπέδου εντός Ισραήλ υπέρ της λύσης των δύο κρατών, δεν προδιαθέτει για επίλυση σύντομα του μεγάλου αυτού προβλήματος.
Η διεθνής αναγνώριση ωστόσο παλαιστινιακού κράτους κερδίζει έδαφος και λειτουργεί πιεστικά προς την όποια ισραηλινή κυβέρνηση να αντιμετωπίσει ένα ζήτημα το οποίο όσο χρονίζει, τόσο περισσότερο θα τροφοδοτεί τον ισλαμικό εξτρεμισμό και την απελπισία, απειλώντας να μετατρέψει από εθνική σε θρησκευτική την ισραηλινό-παλαιστινιακή σύγκρουση.
ΜΩΥΣΗΣ ΛΙΤΣΗΣ - [email protected]