Περιβάλλον
Δευτέρα, 22 Δεκεμβρίου 2014 12:01

Σημαντική πρόοδος στην πρόβλεψη τσουνάμι

Το καταστροφικό τσουνάμι του 2004 στη νοτιοανατολική Ασία οδήγησε στη σημαντική πρόοδο της παγκόσμιας συνεργασίας και σε βελτιωμένες τεχνικές για τον εντοπισμό κυμάτων που έχουν τη δυνατότητα να φτάσουν σε μακρινές ακτές, παρά το γεγονός ότι οι επιστήμονες ακόμα δεν μπορούν να προβλέψουν πότε θα συμβεί ο επόμενος ισχυρός σεισμός.

Το καταστροφικό τσουνάμι του 2004 στη νοτιοανατολική Ασία οδήγησε στη σημαντική πρόοδο της παγκόσμιας συνεργασίας και σε βελτιωμένες τεχνικές για τον εντοπισμό κυμάτων που έχουν τη δυνατότητα να φτάσουν σε μακρινές ακτές, παρά το γεγονός ότι οι επιστήμονες ακόμα δεν μπορούν να προβλέψουν πότε θα συμβεί ο επόμενος ισχυρός σεισμός.

Το 2004 δεν υπήρχε σύστημα προειδοποίησης τσουνάμι στον Ινδικό Ωκεανό, καθώς δεν είχε καταγραφεί πρόσφατη εμφάνιση τέτοιου φαινομένου στην περιοχή. Το κύριο σώμα παρακολούθησης τσουνάμι βρίσκεται στη Χαβάη και μέχρι τότε επικεντρωνόταν σε ενεργές περιοχές του Ειρηνικού επιρρεπείς στους σεισμούς, από την Ιαπωνία ως τη Νότιο Αμερική.

Μετά την καταστροφή οι Αμερικανοί ειδικοί ξεκίνησαν να παρακολουθούν τον Ινδικό Ωκεανό ενώ η διεθνής κοινότητα κινήθηκε για τη δημιουργία ενός νέου συστήματος, το οποίο τελικά τέθηκε σε εφαρμογή το προηγούμενο έτος. Η Αυστραλία, η Ινδονησία και η Ινδία με τη σειρά τους τέθηκαν επικεφαλής ενός συστήματος πρόβλεψης και παρακολούθησης με την ονομασία Σύστημα Προειδοποίησης Τσουνάμι Ινδικού Ωκεανού (IOTWS). Εξάλλου γίνονται προσπάθειες για την ίδρυση ενός παρομοίου συστήματος στη Μεσόγειο Θάλασσα.

Το 2004 υπήρχαν περίπου 100 επιστήμονες σε όλο τον κόσμο με αντικείμενο έρευνας τα τσουνάμι, αλλά αυτός ο αριθμός σημείωσε εκρηκτική άνοδο μετά το 2004 και αναλογεί πλέον σε τουλάχιστον 1.000, σύμφωνα με στοιχεία της Γεωφυσικής Ένωσης των Ηνωμένων Πολιτειών.

Εφόσον δεν μπορεί να προβλεφθεί πότε θα συμβεί ο κάθε ισχυρός σεισμός, οι επιστήμονες επικεντρώθηκαν στον εντοπισμό κυμάτων που μπορούν να χτυπήσουν μακρινές ακτές, όπου ο πληθυσμός θα έχει μεγαλύτερο χρονικό περιθώριο να εκκενώσει τις επικίνδυνες περιοχές.

Οι μετρήσεις για την ανάπτυξη τέτοιων μοντέλων πρόβλεψης γίνεται με τη χρήση ενός δικτύου σημαντήρων με την ονομασία DART (Deep-Ocean Assessment and Reporting of Tsunami), στο οποίο συμμετέχουν εννέα χώρες. Κάθε σημαδούρα συνδέεται με μανόμετρα στον πυθμένα του ωκεανού, τα οποία ανιχνεύουν τη δραστηριότητα τσουνάμι και στη συνέχεια μεταφέρουν την πληροφορία. Ο αριθμός των σημαντήρων έχει αυξηθεί στους εξήντα από μόλις έξι το 2014.

Οι εκτιμήσεις των επιστημόνων είναι ότι αν συνέβαινε σήμερα στον Ινδικό Ωκεανό το ίδιο τσουνάμι με το 2004, τα θύματα θα ήταν στην κλίμακα των δεκάδων χιλιάδων, αντί για 240.000, ενώ η τεχνολογία συνεχίζει να αναπτύσσεται κάθε χρόνο.