Οι νομοθετικοί περιορισμοί που ισχύουν σε πολλές χώρες του κόσμου σχετικά με τις διάφορες αναπαραγωγικές εναλλακτικές, όπως π.χ. για την κατάψυξη ωαρίων και ωοθηκικού ιστού, την προεμφυτευτική γενετική διάγνωση, την παρένθετη μητρότητα κ.α. αναγκάζουν πολλά ζευγάρια να μετακινούνται προκειμένου να κάνουν το όνειρο τους πραγματικότητα.
Οι νομοθετικοί περιορισμοί που ισχύουν σε πολλές χώρες του κόσμου σχετικά με τις διάφορες αναπαραγωγικές εναλλακτικές, όπως π.χ. για την κατάψυξη ωαρίων και ωοθηκικού ιστού, την προεμφυτευτική γενετική διάγνωση, την παρένθετη μητρότητα κ.α. αναγκάζουν πολλά ζευγάρια να μετακινούνται προκειμένου να κάνουν το όνειρο τους πραγματικότητα. Το θέμα θα αναλυθεί από την Ελληνική Εταιρεία Αναπαραγωγικής Ιατρικής (Ε.Ε.Α.Ι.) στην 3η Επιστημονική της Εκδήλωση με τίτλο «Ιπποκράτειο Πνεύμα – Βιοηθικές Προσεγγίσεις στην Ανθρώπινη Αναπαραγωγή», που θα γίνει το Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014 στην Αθήνα (Συνεδριακό και Εκπαιδευτικό Κέντρο Ε.Ε.Α.Ι., Παπανικολή 10, Χαλάνδρι).
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η διασυνοριακή μετακίνηση ζευγαριών έχει ήδη θεσπιστεί νομοθετικά με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 24/2011. Μόνο στις ΗΠΑ για το έτος 2014 υπολογίζεται ότι 1.200.000 Αμερικανοί ταξίδεψαν εκτός συνόρων για ιατρική βοήθεια. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι γι' αυτή τη διασυνοριακή κυκλοφορία των υπογόνιμων ζευγαριών.
Οι κυριότεροι είναι:
Οι λόγοι μετακίνησης υπογόνιμων ζευγαριών για τη θεραπευτική αντιμετώπιση του προβλήματος τους ποικίλουν ανάλογα με τη χώρα προέλευσης τους. Οι νομοθετικοί περιορισμοί είναι οι κύρια αιτία για χώρες όπως η Αίγυπτος, Ιταλία, Γερμανία όπου απαγορεύεται η παρένθετη μητρότητα, ενώ η δωρεά ωαρίων απαγορεύεται σε Ιταλία, Γερμανία, Ιαπωνία, Νορβηγία, ο αριθμός των εμβρύων προς μεταφορά που σε πολλές χώρες της Ευρώπης είναι μόνον 1, η κατάψυξη γονιμοποιημένων ωαρίων που απαγορεύεται στην Ιταλία.
Γνωστοί δότες με δυνατότητα των παιδιών να μάθουν την ταυτότητα του δότου αποτελεί την κύρια αιτία μετακίνησης των Αυστραλών, αφού σε μας επιτρέπεται η δωρεά γεννητικού υλικού πάντοτε όμως με ανωνυμία δότη και λήπτη γεννητικού υλικού. Αυτά είναι μερικά μόνο παραδείγματα νομοθετικών περιορισμών σε αντιδιαστολή με το προοδευτικό νομικό πλαίσιο της Ελλάδας όπου μεταξύ άλλων επιτρέπεται η κατάψυξη ωαρίων, η κατάψυξη ωοθηκικού ιστού, η προεμφυτευτική γενετική διάγνωση με ή χωρίς ιστοσυμβατότητα, η θεραπευτική αντιμετώπιση των μόνων άγαμων γυναικών και η παρένθετη μητρότητα.
Σύμφωνα με τις σχετικές εκτιμήσεις, μέχρι το 2020 αναμένεται σημαντική αύξηση των επισκεπτών στη χώρα μας, για να τους παρασχεθούν υπηρεσίες υγείας. Το 40% υπολογίζεται ότι θα προέλθει από την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας. Συνεπώς καθίσταται σαφές γιατί αυτή η δυνατότητα της χώρας μας δεν πρέπει να χαθεί και η χώρα μας να διεκδικήσει ένα αξιοσέβαστο μερίδιο στον διεθνή ιατρικό τουρισμό. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες μιας μαζικής εισροής υπογόνιμων ζευγαριών από το εξωτερικό προς την Ελλάδα, όπου πραγματοποιούνται περίπου 14.000 κύκλοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ετησίως.
Ύψιστης σημασίας στην απόφαση των υπογόνιμων ζευγαριών να επιλέξουν την Ελλάδα ως προορισμό θεραπεία γονιμότητάς τους εκτός από το συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο στα θέματα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής της χώρας μας, είναι και άλλοι παράγοντες όπως είναι η άριστη εξειδίκευση μας στον τομέα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, τα υψηλά ποσοστά επιτυχίας, η προσβασιμότητα της θεραπείας γονιμότητας, η ποιότητα των προσφερομένων υπηρεσιών καθώς και το κόστος της θεραπείας, που στην Ελλάδα είναι χαμηλότερο σε σχέση με πολλές άλλες χώρες.
Οι νομοθετικές ρυθμίσεις ποικίλλουν και προβλέπουν είτε την ανωνυμία, όπως η Γαλλία και η Ελλάδα, είτε την δυνατότητα της γνώσεως, όπως η Αγγλία, από το 2005, η Γερμανία, η Σουηδία και Ελβετία. Απόφαση του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της 31.1.1989 νομολόγησε ότι το δικαίωμα γνώσεως της καταγωγής συνάγεται από το δικαίωνα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, σε συνδυασμό με το άρθρο περί της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, του Θ.Ν.
Παραδείγματος χάριν, στην υπόθεση Jaeggi κατά Ελβετίας, no. 5875/00, 3 Ιουλίου 2003, o αιτών προσέβαλε την άρνηση των Ελβετικών αρχών να του επιτρέψουν να διενεργήσει γενετική εξέταση επί του πτώματος του ανδρός τον οποίο θεωρούσε πατέρα του, δεν ήταν, όμως, απολύτως βέβαιος γι’ αυτό. Ο αιτών ισχυριζόταν ότι ήταν εξώγαμο τέκνο του εκλιπόντος, τον επισκεπτόταν συχνά ενόσω εκείνος ζούσε, εκείνος δεν τον είχε, όμως, ποτέ αναγνωρίσει και για τον λόγο αυτό ο αιτών επιθυμούσε να διαλευκάνει την αμφιβολία που τον βασάνισε, αν δηλαδή ήταν βιολογικό τέκνο του μεταστάντος.
Στην επιθυμία του δεν συναινούσε ούτε η οικογένεια του εκλιπόντος, αν και γνώριζε την ύπαρξή του, ισχυριζόμενη ότι η εκταφή και η εξέταση θα αποτελούσε προσβολή νεκρού. Η άρνηση αυτή προσέβαλε ειδικότερα το δικαίωμά του αιτούντος για σεβασμό της ιδιωτικής του ζωής, δεδομένου ότι μόνο μέσω της γνώσεως αυτής θεωρούσε ότι ολοκλήρωνε την προσωπικότητά του και αποκτούσε πλήρη συνείδηση της ύπαρξής του, αν και ήταν ήδη μεγάλης ηλικίας.
Το Δικαστήριο νομολόγησε ότι ως προς τον σεβασμό του άρθρου 8 τα κράτη απολαμβάνουν διακριτικής ευχέρειας κατά την ρύθμιση των διαπροσωπικών σχέσεων. Υπάρχουν, συνεπώς, διαφορετικοί τρόποι σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και η φύση της κρατικής υποχρεώσεως εξαρτάται από το συγκεκριμένο υπό κρίση θέμα της ιδιωτικής ζωής.
Στην συγκεκριμένη υπόθεση το δικαίωμα για τον σεβασμό της ταυτότητας του ατόμου περιλαμβάνει το δικαίωμα γνώσεως της καταγωγής και ανήκει, αναμφίβολα, στον κύκλο προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Η εξακρίβωση της καταγωγής αποτελεί, επομένως, ζωτικό συμφέρον του ατόμου, προστατεύεται από την ΕΣΔΑ και οι απαραίτητες πληροφορίες του επιτρέπουν να ανακαλύψει την αλήθεια για ένα σημαντικό τομέα της ταυτότητάς του.
Ανάλογη στάση τήρησε το Δικαστήριο και στην υπόθεση Φινικαρίδου κατά Κύπρου, υπ΄ αριθμ. 23890/02, της 20ης Δεκεμβρίου 2007, η οποία αφορούσε στη διαδικασία δικαστικής αναγνώρισης της πατρότητας, η οποία επιτρεπόταν μέσα σε ορισμένο χρονικό πλαίσιο υπό τον ισχύοντα νόμο της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Στην περίπτωση αυτή, επρόκειτο για μια γυναίκα, η οποία προσπάθησε σε μεγάλη ηλικία (52 ετών) να εξακριβώσει την ταυτότητα του βιολογικού της πατέρα, μέσω της δικαστικής αναγνωρίσεως. Η γυναίκα έμαθε από την μητέρα της, προ του θανάτου της τελευταίας, το όνομα του βιολογικού της πατέρα, το οποίο μέχρι εκείνη τη στιγμή αγνοούσε. Στην προσπάθειά της να γνωρίσει τον πατέρα της προσέκρουσε στην άρνησή του και όταν του πρότεινε, ως τελευταίο μέσο, να υποβληθεί σε γενετική εξέταση, εκείνος αρνήθηκε. Η δυνατότητα δικαστικής επιβολής δεν υπήρχε, διότι στην Κύπρο το νομικό πλαίσιο επιτρέπει τις εξετάσεις αυτές για σύντομο χρόνο μετά την ενηλικίωση του τέκνου, αυτό δε το όριο είχε, προφανώς λόγω της μεγάλης ηλικίας της αιτούσης, παρέλθει.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι η γέννηση και ιδίως οι συνθήκες υπό τις οποίες γεννάται ένα άτομο αποτελούν στοιχείο της ζωής του παιδιού και ακολούθως του ενηλίκου ατόμου Η προστασία της ιδιωτικής ζωής σημαίνει ότι κάθε άτομο θα πρέπει να είναι σε θέση να εξακριβώσει λεπτομέρειες για την ταυτότητά του /της και ότι το δικαίωμα του ατόμου σε αυτές τις πληροφορίες είναι σημαντικό, διότι έχει καθοριστικές διαπλαστικές συνέπειες για την προσωπικότητά του/της. Μεταξύ αυτών των πληροφοριών συγκαταλέγονται και εκείνες που αφορούν στην ταυτότητα των γονέων του ατόμου.
Ακόμα και αν αναγνωρίζεται στο κράτος ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως κατά την ρύθμιση των θεμάτων αυτών το Δικαστήριο θεωρεί ότι η πρόβλεψη ενός στενού χρονικού ορίου για την άσκηση της αγωγής πατρότητας, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ειδικότερες λεπτομέρειες κάθε υποθέσεως και ειδικότερα ο χρόνος γνώσεως των πληροφοριών σχετικά με την πατρότητα, προσβάλλει αυτήν την ίδια την ουσία του δικαιώματος προστασίας της ιδιωτικής ζωής.
Η απόλυτη χρονική ισχύς σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος αναγνωρίσεως της πατρότητας δεν επιτρέπει σεβασμό της ιδιωτικής ζωής της προσφεύγουσας, διότι δεν της επέτρεψε να ζητήσει την δικαστική αναγνώριση σε μεγάλη ηλικία, καθ’ ον χρόνο πληροφορήθηκε την πιθανή ταυτότητα του πατέρα της. Με την υπό κρίση νομοθεσία δεν τηρείται η αρχή της αναλογίας εν σχέσει προς την επιδίωξη νομίμου σκοπού.