Κοινωνία
Παρασκευή, 28 Νοεμβρίου 2014 15:48

Υπ. Παιδείας: Ο «οδικός χάρτης» του νέου Δημοτικού

Λιγότερη παροχή πληροφοριών, περισσότερη μόρφωση, περισσότερη παιδεία είναι η καταστατική μας αρχή και ο στόχος μας, τόνισε ο υπουργός Παιδείας Ανδρέας Λοβέρδος, παρουσιάζοντας τον «οδικό χάρτη» του νέου Δημοτικού κατά την εισήγησή του στη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. 

Λιγότερη παροχή πληροφοριών, περισσότερη μόρφωση, περισσότερη παιδεία είναι η καταστατική μας αρχή και ο στόχος μας, τόνισε ο υπουργός Παιδείας Ανδρέας Λοβέρδος, παρουσιάζοντας τον «οδικό χάρτη» του νέου Δημοτικού κατά την εισήγησή του στη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. 

Η πρόταση του υπουργείου Παιδείας περιλαμβάνει τη δυνατότητα για τους εκπαιδευτικούς να συνδιαμορφώνουν σε ένα ποσοστό την ύλη, τη μείωση της διδακτέας ύλης, τσάντες που θα μένουν στην τάξη και απογεύματα που θα αφιερώνονται στην ξεκούραση και το παιχνίδι.

«Η εικόνα ενός μικρού παιδιού που φεύγει για το σχολείο και γυρίζει από αυτό, με μια βαριά τσάντα και έχει άλλη τόση δουλειά να κάνει στο σπίτι, πρέπει να περάσει στο παρελθόν» ανέφερε ο κ. Λοβέρδος, ξεκαθαρίζοντας πως «η επιβάρυνση των μαθητών με πολλά μαθήματα και η μεταφορά της δουλειάς και των εργασιών των μαθητών του Δημοτικού στο σπίτι θα κοπούν».

Ο κ. Λοβέρδος ανέφερε μάλιστα ότι η πρότασή του, οι μαθητές να προετοιμάζονται στο σχολείο ώστε να έχουν την υπόλοιπη μέρα στη διάθεσή τους συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις από πρώην στελέχη του υπουργείου τα οποία έχουν σχέση με μεγάλα ευρωπαϊκά προγράμματα.

Συγκεκριμένα, η πρόταση του υπουργείου Παιδείας που παρουσιάστηκε και θα τεθεί σε διαβούλευση αφορά:

  • Την καθιέρωση σύγχρονων μεθόδων βιωματικής μάθησης και διαδραστικής διδασκαλίας που προτρέπουν σε ενεργητική συμμετοχή (διαθεματική προσέγγιση διδακτικών αντικειμένων, ερευνητική δράση, διδασκαλία σε ομάδες).
  • Τον εξορθολογισμό των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών.
  • Την εμπέδωση των διδακτικών αντικειμένων στο σχολείο και τον συσχετισμό τους με την κοινωνική ζωή.
  • Την αναβάθμιση του ρόλου και του έργου των εκπαιδευτικών.
  • Την καλλιέργεια και την κατάκτηση της ελληνικής γλώσσας, αλλά και τη δημιουργία των προϋποθέσεων της εθνικής κατάρτισης.
  • Την ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης, της κριτικής ικανότητας, της επεξεργασίας βιωμάτων, συναισθημάτων και αξιών και την αξιοποίησή τους στη διαχείριση προβλημάτων και την εξεύρεση λύσεων.
  • Τη δεξιότητα στις διαδικασίες επικοινωνίας, κοινωνικής αλληλεπίδρασης, διαχείρισης της καθημερινότητας και των προβλημάτων σε έναν διαρκώς εναλλασσόμενο κόσμο.
  • Την πιστοποίηση στην ξένη γλώσσα και στη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή με την ολοκλήρωση των προγραμμάτων σπουδών στο Γυμνάσιο.
  • Την ενίσχυση της λειτουργικής και διοικητικής αυτοτέλειας των σχολικών μονάδων.
  • Την έμφαση στον σχολικό αθλητισμό και τη φυσική αγωγή.
  • Τη σταδιακή γενίκευση του θεσμού των Ολοήμερων Δημοτικών Σχολείων με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα (ΕΑΕΠ), δημιουργώντας σχολεία ανοιχτά στην καινοτομία και την αυτενέργεια.
  • Τη δημιουργία των προϋποθέσεων της κατανόησης του φαινομένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Έτσι, προτείνεται τους επόμενους μήνες για τα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά της χώρας να γίνει:

  • Αξιολόγηση των πρόσφατων Νέων Αναλυτικών Προγραμμάτων Σπουδών κατά την εφαρμογή τους στην εκπαιδευτική πράξη και αναμόρφωσή τους με βάση τα πορίσματα της αξιολογικής διαδικασίας. Η αξιολόγηση με τη συμμετοχή επιστημόνων, σχολικών συμβούλων και εκπαιδευτικών θα οδηγήσει σε νέα αναλυτικά προγράμματα σπουδών και νέα σχολικά εγχειρίδια.
  • Εξορθολογισμός και αναδιάταξη της διδακτέας ύλης και του περιεχομένου σπουδών. Η επικέντρωση της ύλης πρέπει να γίνει σε συγκεκριμένα κεφάλαια με κριτήριο τη σπουδαιότητά τους και με σεβασμό στην ηλικία και στις εκπαιδευτικές ανάγκες του παιδιού, να βοηθήσει στην εμβάθυνση στη γνώση μειώνοντας ταυτόχρονα την ύλη και να επιτρέπει την εμπέδωση στον διατιθέμενο διδακτικό χρόνο. Η αναδιάταξη της ύλης ορίζεται από την ανάγκη μεταφοράς δύσκολων διδακτικών αντικειμένων από μικρότερες σε μεγαλύτερες τάξεις.
  • Εμπέδωση και εμβάθυνση της ύλης στο σχολείο. Να διασφαλιστεί ο αναγκαίος διδακτικός χρόνος για την εμπέδωση της ύλης στο σχολείο, στα μαθήματα της γλώσσας, των μαθηματικών, της φυσικής, της γεωγραφίας και της ιστορίας. Οι εργασίες που ανατίθενται στους μαθητές πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο και μόνο στα βασικά μαθήματα. Στόχος, να ολοκληρώνονται στο σχολείο όλες οι μαθησιακές διαδικασίες, ώστε να απαλλάσσονται οι μαθητές και οι γονείς από την «κατ' οίκον» διδασκαλία.
  • Δυνατότητα μερικής διαμόρφωσης των προγραμμάτων από τη σχολική μονάδα, με βάση τις ανάγκες, τις δυνατότητες, τις ιδιαίτερες συνθήκες του κάθε σχολείου (Ειδικής Αγωγής, Νησιωτικά, Ορεινά). Τις ώρες που είναι αναγκαίες, το εύρος ή τη δυσκολία των προγραμμάτων σπουδών θα τις καθορίζει η κάθε σχολική μονάδα σε συνεργασία με τον σχολικό σύμβουλο, με βάση τις ιδιαιτερότητες που έχει, όπως η σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού (Ρομά, παιδιά μεταναστών, παιδιά από οικογένειες ανέργων ή με χαμηλά εισοδήματα). Προγράμματα ανοικτά και ευέλικτα στις ιδιαιτερότητες της κοινωνίας θα επιτρέπουν σε εκπαιδευτικούς και μαθητές να εξειδικεύουν τη διαδικασία μάθησης και θα γεφυρώνουν τον ακαδημαϊκό λόγο των σχολικών εγχειριδίων με την εμπειρική- βιωματική γνώση των μαθητών.
  • Αξιοποίηση της Ευέλικτης Ζώνης- Βιωματικών δραστηριοτήτων. Η ζώνη αυτή πρέπει να εμπλουτιστεί πέρα από την υποχρεωτική διδασκαλία γνωστικών αντικειμένων και να γίνει ζώνη δημιουργίας, καινοτομίας, υποστήριξης της κοινωνικο-συναισθηματικής ανάπτυξης των μαθητών, με ενδεικτικά θέματα: Δράσεις προσωπικής/διαπροσωπικής ανάπτυξης, πολιτιστικών και αθλητικών δημιουργικών δραστηριοτήτων, περιβαλλοντικών παρεμβάσεων για την αειφορία, διαπολιτισμικής επικοινωνίας, σύνδεσης του σχολείου με την οικογένεια και την τοπική κοινωνία, ανάδειξης της τοπικής ιστορίας- πολιτισμού- οικονομίας, προώθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενάντια στο ρατσισμό, τον χουλιγκανισμό και τη βία, την παχυσαρκία, τον σχολικό εκφοβισμό (σύνδεση δηλαδή, με τις δράσεις του κοινωνικού σχολείου).
  • Επέκταση του Νέου Σχολείου με τη γενίκευση του προτύπου των ολοήμερων με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα (ΕΑΕΠ) και τη δημιουργία ενός σχολείου όχι μόνο γνώσεων, αλλά και δεξιοτήτων.
  • Αλλαγή στο πρότυπο διοίκησης τόσο της σχολικής μονάδας όσο και γενικότερα σε επίπεδο Περιφέρειας και Διεύθυνσης. Ενίσχυση της αυτονομίας, του σχεδιασμού σε όλα τα επίπεδα, του προγραμματισμού, της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και της λογοδοσίας. Ισχυροποίηση των Περιφερειακών Διευθύνσεων με αποκέντρωση, «καθετοποίηση» και αντιστοίχιση υπηρεσιών με κέντρο διαχείρισης προσωπικού, την Περιφέρεια Εκπαίδευσης.
  • Επιμόρφωση Διευθυντών Σχολικών Μονάδων και Εκπαιδευτικών στις πρακτικές που συνοδεύουν τα νέα προγράμματα σπουδών. Σήμερα, απαιτείται ένα σύστημα επιμόρφωσης που να αντιμετωπίζει τον εκπαιδευτικό ως φορέα και συνδιαμορφωτή της όποιας αλλαγής, με διαρκή υποστήριξη στο έργο του και στην αλλαγή των αντιλήψεων σχετικά με την εκπαιδευτική πρακτική. Η επιμόρφωση πρέπει να είναι:
  1. Ενδοσχολική, ώστε να πραγματοποιείται σε πραγματικές συνθήκες και να λαμβάνει υπόψη της τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε σχολικής κοινότητας με αξιοποίηση προγραμμάτων ΕΣΠΑ.
  2. Διασχολική, με τη συνεργασία σχολείων.
  3. Περιοδική (μικρής, μεσαίας και μεγαλύτερης διάρκειας) από φορείς της εκπαίδευσης.
  • Αξιοποίηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων για τον περιορισμό της Σχολικής Διαρροής (EarlySchoolLeaving) στην οποία δίνει έμφαση η ΕΕ. Αφορά πρώτιστα το Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο, γιατί εκεί τίθενται οι βάσεις ένταξης στη σχολική εκπαίδευση. Βασίζεται σε δύο άξονες:
  1. Άμεση παρέμβαση με υποστηρικτικές πολιτικές στις ευπαθείς ομάδες.
  2. Μετασχηματισμός προγραμμάτων σύμφωνα με τις ανάγκες- δεξιότητες των παιδιών, ώστε να μην αποθαρρύνονται από τις δυσκολίες σκληρών προγραμμάτων σπουδών και εγκαταλείπουν το σχολείο.
  • Πρωταγωνιστικός ρόλος πρέπει να δοθεί στον μαχόμενο εκπαιδευτικό με ελευθερία για καινοτόμες δράσεις και αυτενέργεια. Ο εκπαιδευτικός πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της εκπαιδευτικής διαδικασίας, σεβόμενος ένα πλαίσιο αρχών που ορίζουν τα νομοθετικά κείμενα, με ευαισθησία απέναντι στα κοινωνικά και πολιτισμικά αιτήματα, όσο και στις ιδιαίτερες ανάγκες και τα ενδιαφέροντα της μαθητικής ομάδας στην οποία απευθύνεται ο εκπαιδευτικός, με άλλα λόγια πρέπει να ορίζει το τι (περιεχόμενο) και το πώς (τη μέθοδο) της εκπαιδευτικής πράξης.
  • Έμφαση στην αλλαγή νοοτροπίας στην αξιολόγηση των μαθητών. Η επίδοση των μαθητών πρέπει να εκτιμάται με βάση τα κριτήρια που προκύπτουν από τους σκοπούς της εκπαίδευσης και όχι από τη σύγκριση με τους συμμαθητές τους. Δεν αξιολογείται μόνο η επίδοση αλλά και η πρόοδος σε σχέση με πρότερες επιδόσεις, δηλαδή η εξέλιξη του ίδιου του παιδιού, η οποία και τελικά, να βαθμολογείται. Να λαμβάνεται υπόψη ο ατομικός τρόπος μάθησης, το στάδιο της γλωσσικής ανάπτυξης, οι ευκαιρίες που του παρέχονται από το οικογενειακό του περιβάλλον.
  • Μείωση της γραφειοκρατίας που δυσχεραίνει το έργο των εκπαιδευτικών.
  • Ανοιχτό σχολείο στην κοινωνία. Το σχολείο να είναι σημείο συνάντησης όλων των εμπλεκομένων στη διαδικασία μάθησης και ο χώρος όπου μπορεί να αξιοποιηθούν με σταθερή και δομημένη συνεργασία, οι κοινωνικοί εταίροι, οι φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι γονείς και οι σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων.
  • Εναρμόνιση της νομοθεσίας με τη σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα.
  • Καθιέρωση κανονισμού λειτουργίας σχολικών μονάδων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης με τη συμμετοχή των μαθητών. Συμμετέχοντας τα παιδιά στην εσωτερική οργάνωση της σχολικής ζωής, εφαρμόζουν στην πράξη το μάθημα της Κοινωνικής Αγωγής. Το σχολείο που είναι μικρογραφία της κοινωνίας, οφείλει να εκπαιδεύει και να διαπαιδαγωγεί σύμφωνα με τα πρότυπα και τις ανάγκες της δημοκρατικής κοινωνίας: Προϋποθέτει κανόνες, όρια, κατανομή ρόλων και ευθυνών, ιεραρχική διάρθρωση της ομάδας. Η ενεργοποίηση όλων των δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας για την αναβάθμιση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος είναι ο μόνος δρόμος για την αναγέννηση της ελληνικής κοινωνίας. Το προσκλητήριο, αναφέρει το υπουργείο Παιδείας, «είναι προς όλους για να προετοιμάσουμε όλοι μαζί, με πνεύμα συναίνεσης και σύνθεση απόψεων, το μέλλον της πατρίδας μας και των παιδιών μας».

Ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, Σωτήρης Γκλαβάς είπε ότι το ελληνικό σχολείο υστερεί σε δεξιότητες και ικανότητες με βάση τους διεθνείς δείκτες, αλλά παραμένει ένα καλό σχολείο. Ωστόσο, όπως τόνισε ο κ. Γκλαβάς, το μάθημα με τον τρόπο που γίνεται δεν κεντρίζει το ενδιαφέρον των μαθητών και δεν εντάσσονται επαρκώς στην εκπαιδευτική διαδικασία οι νέες τεχνολογίες. Επίσης τόνισε ότι το σύστημα μάθησης στηρίζεται ακόμη και σήμερα στην αποστήθιση ενώ «έχει πεθάνει» η δια ζώσης επιμόρφωση του εκπαιδευτικού.

Στη συνεδρίαση του ΕΣΥΠ συμμετείχαν εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών και των κομμάτων, ενώ για τρίτη φορά στις τρεις συνεδριάσεις του Συμβουλίου, ο εκπρόσωπος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης (που σήμερα ήταν ο εκπαιδευτικός Π. Χαραμής) αποχώρησε από τη συνεδρίαση.

newsroom naftemporiki.gr με πληροφορίες από ΑΜΠΕ