Οι εργασίες στη Δωδώνη και στη θέση του οχυρού στο Μεγάλο Γαρδίκι, για την προβολή και ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου, ολοκληρώνονται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ.
Οι εργασίες στη Δωδώνη και στη θέση του οχυρού στο Μεγάλο Γαρδίκι, για την προβολή και ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου, ολοκληρώνονται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ.
Η συστηματική ανασκαφή αποκάλυψε στην κορυφή ενός λόφου στο Μεγάλο Γαρδίκι, οχυρωμένη θέση, ενώ στους πρόποδές του, βρίσκεται ο αρχαίος ναός που ταυτίστηκε με τον Άρειο Δία. Οι πρώτες εργασίες ανάδειξης του ευρύτερου χώρου, ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του 2005 και αφορούσαν την ανάδειξη του περιβάλλοντος χώρου της Ακρόπολης, εξωτερικά της οχύρωσης, την κατασκευή χώρου στάθμευσης, λιθόστρωτου πεζόδρομου περιπάτου και πρόσβασης στον αρχαιολογικό χώρο, κατασκευή υπόγειου δικτύου ηλεκτροδότησης – υδροδότησης έως το κτίριο εξυπηρέτησης του κοινού στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου κ.λπ.
Κατάλοιπα αρχαίας πόλης με ισχυρή οχύρωση
Η Ακρόπολη Μεγάλου Γαρδικίου βρίσκεται στην κορυφή του υψώματος Καστρί, στο βορειοδυτικό τμήμα του λεκανοπεδίου των Ιωαννίνων και σε απόσταση 11 χιλιομέτρων από την πόλη των Ιωαννίνων. Η θέση της Ακρόπολης είναι στρατηγική καθώς ήλεγχε την είσοδο στην πεδιάδα των Ιωαννίνων από βορρά και δυτικά, ενώ συγχρόνως επόπτευε το κεντρικό τμήμα της.
Πρόκειται για τα κατάλοιπα αρχαίας πόλης με ισχυρή οχύρωση, η οποία πιθανώς αποτελούσε διοικητικό κέντρο ενός από τα έθνη που κατά την αρχαιότητα κατοικούσαν στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων. Σύμφωνα με την άποψη των μελετητών, ταυτίζεται με την αρχαία Πασσαρώνα, έδρα του βασιλικού οίκου των Μολοσσών και συνδέεται με τον περίπτερο ιωνικό ναό που βρίσκεται 3,5 χιλιόμετρα βορειότερα, στην πεδιάδα του Ροδοτοπίου και έχει αποδοθεί στη λατρεία του Αρείου Διός.
Η ίδρυση της Ακρόπολης τοποθετείται στο πρώτο μισό του 3ου αι. π.Χ. και πιθανώς συνδέεται με τον βασιλέα Πύρρο. Ιδιαίτερα αναπτύχθηκε, ωστόσο, προς το τέλος του ίδιου αιώνα, όταν η Ήπειρος ήταν διοικητικά οργανωμένη στο Κοινό των Ηπειρωτών. Μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση ο οικισμός εξακολουθούσε να κατοικείται, γνωρίζοντας μια νέα περίοδο ακμής την εποχή του Οκταβιανού Αυγούστου.
Στους χρόνους του Οκταβιανού τοποθετείται η επαναχρησιμοποίηση του χώρου, πιθανόν ως έδρα τοπικού διοικητή. Οι μεσαιωνικές ταφές, που αποκαλύφθηκαν ανάμεσα στα αρχαία ερείπια και τα μεταγενέστερα επί τουρκοκρατίας οχυρωματικά έργα, είναι ενδεικτικές για τη διαχρονική εγκατάσταση στο χώρο και τη μεγάλη στρατηγική σημασία της θέσης. Εμπρός από τη βόρεια πύλη του τείχους, στη φυσική κλίση της πλαγιάς, έχουν διαπιστωθεί κατάλοιπα διαμόρφωσης κοίλου ιδιότυπου θεάτρου, διαμέτρου περίπου 50 μέτρων, που πιθανόν έφερε ξύλινα ικριώματα.
naftemporiki.gr