Αν δεν υπήρχε ο Ήλιος, τότε η Μεγάλη Ερυθρά Κηλίδα του Δία θα ήταν πολύ περισσότερο «χλωμή», όπως αποκαλύπτει νέα έρευνα ειδικών από το εργαστήριο Αεριοπροώθησης της ΝΑΣΑ στην Καλιφόρνια. Το συμπέρασμα αυτό έρχεται σε αντίθεση με την αιτία στην οποία αποδίδουν οι περισσότεροι επιστήμονες το έντονο κόκκινο χρώμα της κηλίδας, δηλαδή στην πρωτογενή χημική σύσταση των νεφών που την αποτελούν.
Αν δεν υπήρχε ο Ήλιος, τότε η Μεγάλη Ερυθρά Κηλίδα του Δία θα ήταν πολύ περισσότερο «χλωμή», όπως αποκαλύπτει νέα έρευνα ειδικών από το εργαστήριο Αεριοπροώθησης της ΝΑΣΑ στην Καλιφόρνια. Το συμπέρασμα αυτό έρχεται σε αντίθεση με την αιτία στην οποία αποδίδουν οι περισσότεροι επιστήμονες το έντονο κόκκινο χρώμα της κηλίδας, δηλαδή στην πρωτογενή χημική σύσταση των νεφών που την αποτελούν.
Τα νέα δεδομένα προέρχονται από το διαστημόπλοιο Cassini της ΝΑΣΑ, τα οποία συνδυάσθηκαν με εργαστηριακά πειράματα. Το αποτέλεσμα ήταν οι ερευνητές να συμπεράνουν πως το μεγάλο υψόμετρο στο οποίο φτάνει η Κηλίδα, μαζί με τη διάσπαση χημικών ενώσεων στη ατμόσφαιρα του πλανήτη λόγω της ηλιακής ακτινοβολίας, είναι οι δύο λόγοι που η συγκεκριμένη δομή έχει τόσο έντονο χρώμα που είναι ορατή ακόμη και με μικρά τηλεσκόπια.
«Το μοντέλο που δημιουργήσαμε υποδεικνύει πως, κάτω από το ερυθρό ανώτερο στρώμα, το υπόλοιπο τμήμα της Κηλίδας έχει πολύ πιο άτονα χρώματα», λέει ο Κέβιν Μπέινς, από την ομάδα που πραγματοποίησε την έρευνα. «Πιθανότατα αυτά τα κατώτερα στρώματα είναι λευκά ή γκρίζα».
Στα πειράματα στο εργαστήριο, οι ερευνητές «βομβάρδισαν» με υπέρυθρη ακτινοβολία (προσομοιώνοντας τη δράση του ήλιου) ένα μείγμα αμμωνίας και ακετυλενίου, δηλαδή των κύριων συστατικών της ατμόσφαιρας του Δία. Τα προϊόντα της αντίδρασης ταίριαζαν στις παρατηρήσεις που είχε κάνει το Cassini στον πλανήτη το 2000. Επίσης επιχείρησαν να διασπάσουν μόρια όξινου θειούχου αμμωνίου, μιας χημικής ένωσης που συναντάται σε μεγάλες ποσότητες στα υψηλότερα νέφη του Δία, αν και το χρώμα που προέκυψε ήταν πράσινο.
Η Μεγάλη Ερυθρά Κηλίδα είναι ουσιαστικά μια τεράστια καταιγίδα που μαίνεται στον Δία τουλάχιστον από τον 16ο αιώνα, όταν και παρατηρήθηκε από τα πρώτα τηλεσκόπια. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει μειωθεί σημαντικά το μέγεθός της, παραμένοντας ωστόσο ακόμη και σήμερα πολύ μεγαλύτερη από τη Γη. Οι επιστήμονες ελπίζουν πως η επικείμενη διαστημική αποστολή Juno, το 2016, θα τους παράσχει πολύ περισσότερα στοιχεία για τους φυσικούς μηχανισμούς που τη διέπουν.